Ο Τζορτζ Κλούνεϊ επιστρέφει με ταινία στο Netflix, ένα διαστημικό έπος που θα κυκλοφορήσει στην πλατφόρμα τον Δεκέμβριο.
Η είδηση για την ταινία «The Midnight Sky» είναι ωστόσο ότι ο 59χρονος θα είναι σε διπλό ρόλο: θα κάθεται στην καρέκλα του σκηνοθέτη και θα πρωταγωνιστεί.
Στην ταινία, που είναι βασισμένη στο μπεστ-σέλερ βιβλίο της Λίλι Μπρουκς-Ντάλτον με τίτλο «Good Morning, Midnight» που κυκλοφόρησε το 2016, ο Κλούνεϊ υποδύεται τον Όγκουστιν, έναν μεσήλικα καρκινοπαθή επιστήμονα ο οποίος έχει παραμείνει μόνος μαζί με σε μια αποστολή στην Αρκτική καθώς μια παγκόσμια καταστροφή (ίσως μια πανδημία…) έχει αφανίσει την ανθρωπότητα.
Στην ιστορία που τοποθετείται στο 2049, ο Ογκουστιν δεσμεύεται να αποτρέψει μια ομάδα αστροναυτών της NASA που έχουν αποκοπεί στο διάστημα και συγκεκριμένα στον πλανήτη Δία, να επιστρέψουν στη Γη, καθώς το παλιό τους… σπίτι είναι πλέον έτοιμο να πεθάνει, με μόνη ελπίδα για την ανθρωπότητα τον πλανήτη Δία, ο οποίος έχει μια ατμόσφαιρα στην οποία μπορείς να αναπνεύσεις και ένα κλίμα στο οποίο οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζήσουν.
Όπως δήλωσε ο ίδιος στο Vanity Fair, μιλώντας για το νέο του πρότζεκτ «είναι σαν το Gravity (Interstellar και Ad Astra) να συναντά το The Revenant του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου».
Βέβαια αυτή η αναφορά από τον ηθοποιό, μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς το σενάριο του «The Midnight Sky» φέρει την υπογραφή του Μαρκ Λ. Σμιθ, σεναριογράφου του «The Revenant».
«Εκεί δεν υπάρχουν βορράς, νότος, ανατολή, δύση. Δεν υπάρχει πάνω και κάτω. Αυτό σημαίνει πως τα πάντα είναι πάνω και ταυτόχρονα κάτω. Για αυτό ήταν αρκετά δύσκολο το κομμάτι με την κάμερα, καθώς προσπαθούσα να την γυρίζω διαρκώς καταργώντας αυτή τη σταθερά που έχουμε στη Γη που λέγεται βαρύτητα», εξηγεί ο Κλούνεϊ σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετώπισε.
Τα γυρίσματα της ταινίας, όπου συμμετέχουν ακόμα οι Φελίσιτι Τζόουνς, Κάιλ Τσάντλερ και Ντέιβιντ Ογιέλογιο, ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Φεβρουάριο, πριν το lockdown.
Οπότε το φιλμ απέκτησε ξαφνικά μια… προφητική φύση, σαν ξαφνικά ότι η ιδέα της ανακάλυψης ενός πλανήτη που να μπορεί να μας φιλοξενήσει, να μην είναι δα και τόσο άσχημη – ούτε πολύ μακρινή.
Και μπορεί η ταινία να διαδραματίζεται στο 20149, αλλά όπως λέει ο Κλούνεϊ, «πολλά απ΄όσα περιγράφει το βιβλίο μπορούν να γίνουν απόλυτα κατανοητά από τους θεατές του σήμερα».
Και το κλίμα του φιλμ, όπως τονίζει, είναι «αυτό μιας απέραντης θλίψης για το τί μπορούν οι άνθρωποι να κάνουν ο ένας στον άλλο και το πόσο εύκολα μπορούν να χαθούν όλα όσα θεωρούμε δεδομένα».
Ο 59χρονος μίλησε στην Corriere Della Sera για την εμπειρία του να κάθεσαι ξανά πίσω από τις κάμερες, ως σκηνοθέτης:
«Με πρότειναν αρχικά ως πρωταγωνιστή, αλλά έχοντας ήδη κάνει μερικές ταινίες επιστημονικής φαντασίας, είχα κάποιες συγκεκριμένες ιδέες όσον αφορά στη σκηνοθεσία. Γιατί, βασικά, πρόκειται για μια ιστορία για το τί μπορεί να κάνει ο άνθρωπος υπό ακραίες συνθήκες – μια όμορφη ιστορία λύτρωσης», λέει στην ιταλική εφημερίδα.
Και καθώς, όπως λέει, το σκηνικό σετ ήταν άκρως απαιτητικό, ανάμεσα σε πάγους και χιόνια, έπρεπε να καταφύγει σε κάποιες πολύπλοκες τεχνικές λύσεις και πλάνα.
Και μετά υπήρξαν και κάποιοι… αστάθμητοι παράγοντες.
«Η Φελίσιτι μου τηλεφώνησε μια μέρα για να μου πει ότι ήταν έγκυος. Οπότε αλλάξαμε λίγο το σενάριο και η αλλαγή αυτή κατέληξε να γίνει μπόνους για την ταινία».
Ως προς το ότι έπρεπε να υποδυθεί έναν επιστήμονα 70 ετών με λευκή γενειάδα, ο Κλούνεϊ είπε: «Ο Ματ Ντέιμον και ο Μπραντ Πιτ ήταν πολύ νέοι [για το ρόλο]. Οπότε απέκτησα αυτήν την τεράστια γενειάδα και έμοιαζα με τον Ντέιβιντ Λέτερμαν. Η γυναίκα μου ήταν πολύ χαρούμενη όταν τελείωσαν τα γυρίσματα».
Όπως αναφέρει, ο στόχος του ήταν η σκηνοθεσία από μικρός, ήδη από την εποχή που υποδυόταν τον Δρα. Ρος στην αμερικανική σειρά «Στην Εντατική».
Και έχει απέραντο σεβασμό και αγάπη για κάποιους συγκεκριμένους συναδέλφους του σκηνοθέτες.
«Προσπάθησα να κλέψω από τους καλύτερους: τους αδελφούς Κοέν, τον Αλεξάντερ Πέιν, τον Στίβεν Σόντερμπεργκ, τον Τζέισον Ράιτμαν και τον Ουές Αντερσον. Σε δύσκολες στιγμές όπως αυτές που ζούμε, όταν ο κόσμος έχει αλλάξει – και όχι μόνο εξαιτίας του κορονοϊού, αλλά εξαιτίας και όλου του θυμού που βλέπουμε να υπάρχει γύρω μας – συνειδητοποιώ ότι αυτό που ψάχνουμε όλοι μας είναι καλοσύνη και την ικανότητα να αλληλοϋποστηριζόμαστε», προσθέτει, με την συζήτηση να γυρνάει, εύλογα, στις πολιτικές εξελίξεις.
«Το πιο πατριωτικό πράγμα που μπορείτε να κάνει ο οποιοσδήποτε πολίτης σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου είναι να κάνετε διαρκείς ερωτήσεις στην κυβέρνησή σας», επισημαίνει, ξεκαθαρίζοντας ότι «δεν βλέπω την ώρα να φύγει ο Τραμπ επιτέλους. Ο δειλός Τραμπ που ψεύδεται ασύστολα εδώ και χρόνια».
Όπως τονίζει, βρίσκει παρηγοριά στην Ιταλία και το σπίτι που διατηρεί στην λίμνη Κόμο.
«Το σπίτι μου στην Ιταλία με άλλαξε. Περνάω τα καλοκαίρια μου εκεί με εξαίρεση αυτό το τελευταίο. Τα τελευταία χρόνια έμαθα να μην πνίγομαι στη δουλειά και τα άγχη. Να μάθω να επιβραδύνω την καθημερινότητα μου. Να κάθομαι με τους φίλους μου στο τραπέζι, να πίνουμε ένα καλό κρασί, να λέμε κουτσομπολιά – έτσι απολαμβάνεις την ζωή», καταλήγει με νόημα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News