Για τον ΠΑΟΚ ήταν, πρωτίστως, ένα «τεστ τίτλου». Η ήττα του στο ντέρμπι (1-0) δεν πάει να πει ότι έχασε το Πρωτάθλημα. Ούτε θα το είχε κατακτήσει από τώρα, εάν νικούσε. Κατέβηκε στο Φάληρο για να αποδείξει -κυρίως στον εαυτό του- ότι εφέτος μπορεί αυτό που δεν κατάφερε τα 32 προηγούμενα χρόνια. Ο Ολυμπιακός, ο… μόνιμος Πρωταθλητής της τελευταίας εικοσαετίας, ήταν ο ιδανικός αντίπαλος για να δοκιμάσει απέναντί του πόσο ρεαλιστικές είναι οι μεγάλες εφετινές φιλοδοξίες του. Η νίκη θα είχε και ιδιαίτερη συμβολική αξία. Θα ήταν ένα καλό σημάδι, απ’ αυτά που ατσαλώνουν την πίστη κάθε πολεμιστή.
Το ματς δεν ήταν γάτα – ποντίκι, όπως συνήθως συμβαίνει όταν ο Ολυμπιακός υποδέχεται τον ΠΑΟΚ στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης». Η κατοχή της μπάλας σχεδόν μοιράστηκε, ενώ οι γηπεδούχοι είχαν μόλις τέσσερις τελικές – δύσκολα θα βρει κάποιος εντός έδρας παιχνίδι του Ολυμπιακού με τόσο λίγες προσπάθειες για γκολ. Το ντέρμπι κρίθηκε στην ανθυπολεπτομέρεια: με μία… γονατιά του Ενγκελς έπειτα από «καραμπόλα». Υστερα, ο Ολυμπιακός ταμπουρώθηκε για να υπερασπιστεί το 1-0. Το ότι φοβήθηκε τον αντίπαλό του, είναι κολακευτικό για τον ΠΑΟΚ. Υπάρχει, όμως, και η άλλη μισή αλήθεια: ο ΠΑΟΚ δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει αυτή την υποχώρηση των γηπεδούχων. Σήκωσε την μπάλα στον αέρα και μέχρι το τέλος προσπαθούσε να ισοφαρίσει με «γιόμες», μία ομάδα που οι κεντρικοί της αμυντικοί είναι 1,90. Προφανώς, επειδή δεν είχε άλλον τρόπο να απειλήσει την εστία του Προτό.
Να, λοιπόν, οι δύο αναγνώσεις του ντέρμπι που προσφέρονται στους ΠΑΟΚτσήδες – διαλέγουν και παίρνουν. Η πρώτη είναι η αισιόδοξη, η πιο βολική. Για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια, η ομάδα τους υποχρέωσε τον Ολυμπιακό να κλειστεί στα καρέ του, μέσα στο «σπίτι» του. Πλέον, ο ΠΑΟΚ δεν υστερεί σε ποιότητα παικτών έναντι του μεγάλου του αντιπάλου. Ψέμα δεν είναι. Από τον εφετινό Ολυμπιακό, μόνον ο Οτζίτζα – Οφόε θα είχε θέση στην ενδεκάδα του ΠΑΟΚ. Αντε και ο Φορτούνης, στα καλά του. Αλλά, το καλύτερο ρόστερ δεν φτιάχνει, απαραιτήτως, και την καλύτερη ομάδα. Εχουμε δει πολλές ενδεκάδες που ξεχειλίζουν από ταλέντο, να χάνουν από εξαιρετικά σύνολα μετρίων παικτών. Κι ο εφετινός ΠΑΟΚ, μέχρι στιγμής, αποδίδει ποδόσφαιρο πολύ κατώτερο της αξίας των ποδοσφαιριστών του. Σε ορισμένα ματς, σχεδόν αφόρητο.
Η άλλη, η απαισιόδοξη ανάγνωση φαίνεται πιο σωστή. Ο ΠΑΟΚ έχασε από έναν Ολυμπιακό που έχει τα χάλια του. Που έπαιξε χωρίς πολλούς βασικούς – και με έξι της ενδεκάδας του να έχουν αφήσει τις ανάσες τους στο «Καμπ Νου», όπου πριν από λίγες μέρες έτρεξαν μέχρι τελικής πτώσης. Που αγωνιζόταν «με την πλάτη στον τοίχο», επειδή ενδεχόμενη ήττα θα τον άφηνε πολύ πίσω στην κούρσα για το Πρωτάθλημα. Που αυτή την εποχή δεν έχει αντοχές, γιατί ο Μπέσνικ Χάσι τον ήθελε φρέσκο στους προκριματικούς του Champions League. Αυτόν τον Ολυμπιακό, ο ΠΑΟΚ δεν κατάφερε να τον «αποτελειώσει». Ούτε, καν, να τον απειλήσει σοβαρά (ο Προτό δεν χρειάστηκε να κάνει έστω μία ουσιαστική επέμβαση). Δύσκολα θα ξαναβρεί τέτοια ευκαιρία.
Από το βράδυ της Κυριακής ο Λουτσέσκου δέχεται, πάλι, σκληρή κριτική. Εχει ένα μεγάλο ελαφρυντικό -το ότι παρέλαβε χάος από τον Στανόγιεβιτς- όμως η αλήθεια είναι πως δεν πείθει ότι μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο του προπονητή αυτού του ΠΑΟΚ, με αυτό το ρόστερ και αυτές τις φιλοδοξίες. Μία ομάδα που πάει για τίτλο, οφείλει να είναι το «αφεντικό» στους αγώνες της – και η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι το ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας δεν είναι το φόρτε του. Σήμερα του καταλογίζουν πολλά: ότι δεν έκρινε τον φορμαρισμένο Πέλκα ικανό ούτε για τρίτη αλλαγή, ότι έβαλε στην ίδια ενδεκάδα τον Βιεϊρίνια, τον Μακ και τον Πρίγιοβιτς (που είχαν ξαναβρεθεί μαζί μόνο… σε καφετέρια), ότι άφησε στο τερέν επί 96 λεπτά τον αρνητικό Ελ Καντουρί, λες και είναι «ιερή αγελάδα». Φαίνεται, όμως, πως το πρόβλημα του ρουμάνου τεχνικού δεν είναι το σύστημα ή τα πρόσωπα, αλλά η ψυχοπνευματική προετοιμασία των ποδοσφαιριστών του.
Οποιος παρακολούθησε το χθεσινό ντέρμπι, κατάλαβε ότι ο ΠΑΟΚ μπήκε στο γήπεδο για να μη χάσει. Αυτό του ήταν αρκετό. Ενώ οι απέναντι, «όρμησαν» στο ματς με όλες τους τις δυνάμεις. Είχαν συγκέντρωση, θέληση, πάθος, νταϊλίκι. Επεφταν πρώτοι στην μπάλα. Ο μοναδικός του ΠΑΟΚ που έδωσε μάχη για να φύγει νικητής από το γήπεδο, ήταν ο Λέο Μάτος. Το κάνει σε όλους τους αγώνες. Οπως και ο Πέλκας, που χθες έμεινε καθηλωμένος στον πάγκο.
Δεν φταίει μόνον το ότι ο Λουτσέσκου δεν μπορεί να εμπνεύσει τους παίκτες του. Ο πρωταθλητισμός είναι μία τεχνογνωσία που δεν αποκτάται από τη μία μέρα στην άλλη. Ο Ολυμπιακός τη διαθέτει. Ο Φορτούνης, ο Πάρντο, ο Ρομαό, ο Ομάρ, ακόμα και ο πιτσιρικάς ο Ανδρούτσος, ξέρουν τι πρέπει να κάνουν για να νικήσουν στα ματς που η μπάλα… καίει. Αυτό το «μυστικό» ο ΠΑΟΚ τώρα προσπαθεί να το μάθει, όπως παραδέχθηκε μετά το ντέρμπι -εμμέσως πλην σαφώς- ο Λουτσέσκου.
Ο Ολυμπιακός έπαιξε, χθες, όσο καλύτερα μπορούσε. Κάτω από τις σημερινές συνθήκες, δεν μπορεί να υπηρετήσει το παιχνίδι κατοχής και πρωτοβουλίας που τόσα χρόνια ήταν το σήμα κατατεθέν του, ιδίως στο Φάληρο. Αλλά με το τρέξιμο, την πίεση, τις αλληλοκαλύψεις, την εξυπνάδα του -και με λίγη τύχη, ασφαλώς- τα κατάφερε «μιά χαρά». Με τρεις τέσσερις παίκτες: τον Οτζίτζα – Οφόε (από τις top μετεγγραφές που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια), τον καλό Φορτούνη, και τον Ενγκελς με τον Σισέ – το Νο 9 «ζευγάρι» κεντρικών αμυντικών που δοκίμασε από την αρχή της σεζόν. Βεβαίως, και με το ρεαλιστικό πλάνο του Λεμονή, που δεν απαιτεί από τους παίκτες τίποτα παραπάνω απ’ ό,τι αυτή την εποχή μπορούν να δώσουν.
Την Κυριακή 1η Οκτωβρίου ο Ολυμπιακός κινδύνευσε να βρεθεί στους -8 από την κορυφή (εφόσον η ΑΕΚ νικούσε τον Αστέρα στην Τρίπολη). Απόψε, τρεις εβδομάδες μετά, θα είναι στους -3 στη χειρότερη περίπτωση (εάν η ΑΕΚ νικήσει τον Ατρόμητο στο ΟΑΚΑ). Αργά αλλά σταθερά, επιστρέφει στην κανονικότητα. Αν και στα χειρότερά του, έχει κάνει και δύο εκτός έδρας νίκες. Ενώ ο ΠΑΟΚ, καμία. Εχοντας παίξει σε Λιβαδειά, Ριζούπολη, Λάρισα και Φάληρο, μακριά από τη Θεσσαλονίκη συγκέντρωσε μόλις τρεις βαθμούς. Το «σύνδρομο των Τεμπών» είναι το άλλο μεγάλο του πρόβλημα. Για να πάρει Πρωτάθλημα, πρέπει να είναι «ΠΑΟΚάρα» και έξω από την Τούμπα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News