Οι μισοί Σεβιγιάνοι, οι οπαδοί της Σεβίλλης, τη μισούν. Οι άλλοι μισοί, την καμαρώνουν. Την αποκαλούν «μικρή Μπαρτσελόνα». Υπερβολή. Πριν από 18 μέρες, πάντως, η Μπέτις έγινε η πρώτη ισπανική ομάδα μετά τον Σεπτέμβριο του 2016 που έφυγε νικήτρια από το «Κάμπ Νου», παρά τα «όργια» του Μέσι (δυο γκολ και μια ασίστ). Εβαλε στη μεγάλη Μπαρτσελόνα -την αυθεντική- τέσσερα γκολ (4-3), αντιγράφοντας την «τίκι-τάκα» βερσιόν του Πεπ Γκουαρντιόλα. Οι Καταλανοί έτριβαν τα μάτια τους. Στο τέλος του αγώνα, παρά την πίκρα τους, στάθηκαν όρθιοι στις εξέδρες και χειροκρότησαν ιπποτικά τους αντιπάλους τους.
Στον ενάμισι χρόνο που την καθοδηγεί ο Κίκε Σετιέν, η Μπέτις έχει κάνει πολλές «κηδείες». Εχει νικήσει στο «Μπερναμπέου» τη Ρεάλ Μαδρίτης (του Ζινεντίν Ζιντάν), στο «Σαν Σίρο» τη Μίλαν (για το Europa League), στο «Σάντσεθ Πιθχουάν» τη Σεβίλλη (με «πεντάρα»)… Αλλά, αυτό που την κάνει ξεχωριστή, είναι ο τρόπος της. Το ποδόσφαιρο της μίας επαφής. Η αδιάκοπη κίνηση των παικτών της, με ή χωρίς τη μπάλα. Η ασφυκτική πίεση στον αντίπαλο. Η δημιουργία παιχνιδιού από την άμυνα. Κι αυτή η βραζιλιάνικη νοοτροπία του «δεν πειράζει να φάμε πολλά (γκολ), αρκεί να βάλουμε ένα παραπάνω». Που κερδίζει τους οπαδούς, ακόμη κι αν χάνει τους αγώνες.
Το «Μπενίτο Βιγιαμαρίν», το γήπεδο στο οποίο θα τη συναντήσει ο Ολυμπιακός το βράδυ της Πέμπτης (19:55) για το Europa League, είναι πάντα γεμάτο. Χωράει 60.720 θεατές, όμως 50.400 θέσεις έχουν, ήδη, διατεθεί για όλη τη σεζόν. Η Μπέτις έχει πουλήσει, εφέτος, τα περισσότερα εισιτήρια διαρκείας στην Ισπανία, πίσω από την Μπαρτσελόνα (85.000), τη Ρεάλ Μαδρίτης (61.200) και την Ατλέτικο Μαδρίτης (56.500). Γιατί σε αυτό το παλιό, αλλά εξαιρετικό σε ορατότητα, ποδοσφαιρικό θέατρο παίζονται -από πέρυσι- παραστάσεις συναρπαστικές. Ολες οι σχετικές έρευνες συμφωνούν ότι η Μπέτις είναι μια από τις δέκα πιο «fun to watch» ομάδες της Ευρώπης. Αν και το ρόστερ της -συνολικής αξίας 165 εκατ. ευρώ- δεν είναι από τα πλουσιότερα που συναντάς στα Big-5 πρωταθλήματα. Κάθε άλλο.
Οι σούπερ-σταρ απουσιάζουν. Είναι ομάδα του προπονητή της. Αλλά, ούτε αυτός είναι διάσημος. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια ήταν παντελώς άγνωστος (αν και εξηνταρίζει). Εργαζόταν σε συλλόγους όπως η Ρασίνγκ Σανταντέρ. Κι ακόμη… χειρότερα: Πόλι Εχίδο, Λογκρονές, Λούγκο και στην εθνική ομάδα της Ισημερινής Γουινέας. Το όνομά του ακούστηκε για πρώτη φορά, όταν διαδέχτηκε τον Πάκο Ερέρα (τον πρώην του Αρη) στη Λας Πάλμας (του Αραούχο). Στα Κανάρια Νησιά έκανε καταπληκτική δουλειά, παίζοντας αδιαπραγμάτευτη επίθεση. Αν και δεν τερμάτισε ψηλά στη βαθμολογία, η ομάδα ήταν χάρμα οφθαλμών. Ετσι ο Κίκε κίνησε το ενδιαφέρον της Μπέτις, που τον προσέλαβε τον Μάιο του 2017.
Οι παλιοί του συμπαίκτες (έφτασε έως το Παγκόσμιο Κύπελλο του ’86, με την Ισπανία) τον θυμούνται να τους μιλάει διαρκώς για μπάλα, γυναίκες και σκάκι – ήταν φανατικός θαυμαστής του Κασπάροφ. Δεν σκόπευε να γίνει προπονητής. Στο τέλος, όμως, υπέκυψε στον πειρασμό να δοκιμάσει τις ιδέες του στο χορτάρι. Η κεντρική ιδέα είναι ότι μόνο το ρίσκο μπορεί να σε γλιτώσει από τη μετριότητα. Παρακινεί τους παίκτες του να ακολουθούν την έμπνευση της στιγμής. Να μη διστάζουν να ντριμπλάρουν, ή να σουτάρουν. Κυρίως, να μη φοβούνται μήπως χάσουν τη μπάλα, μήπως δεχτούν κάποιο γκολ. Γιατί τις καλές ομάδες, όπως λέει, τις κάνει η επίθεση. Η πρωτοβουλία. Διόλου τυχαία, η Μπέτις εμφανίζει τα υψηλότερα ποσοστά κατοχής στη La Liga πίσω από την Μπαρτσελόνα.
Στην καλή της μέρα, το παιχνίδι της είναι υπέροχο. «Τριγωνάκια», γρήγορες κοντινές πάσες, συνεργασίες «με κλειστά μάτια», φουλ επίθεση από τους μπακ (που συχνά αφήνουν τα νώτα τους ακάλυπτα). Πέρυσι τερμάτισε έκτη, επιστρέφοντας στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις έπειτα από απουσία πέντε ετών. Στο εφετινό πρωτάθλημα δεν τα πηγαίνει πολύ καλά. Είναι 14η, με τέσσερις νίκες και τέσσερις ισοπαλίες σε 13 αγώνες. Αλλά, σχεδόν κάθε παιχνίδι της εξελίσσεται σε… θρίλερ. Σε ένα ρεσιτάλ επιθετικού, αλέγρου ποδοσφαίρου – και αφέλειας στην άμυνα.
Ο Σετιέν είναι λάτρης του Κρόιφ, του Μέσι, του Γκουαρντιόλα, της Μπαρτσελόνα. Οι ποδοσφαιρικές του αρχές είναι ένα κοκτέιλ των δικών τους ιδεών. Μα, πιο πολύ αντιγράφει τον Πεπ. Η νίκη δεν έχει την παραμικρή αξία γι’ αυτόν, εάν δεν έρχεται ως συνέπεια του παιχνιδιού που έχει στο μυαλό του. Περισσότερο από το αποτέλεσμα, τον ενδιαφέρει η επιβεβαίωση της τακτικής του. Αυτός ο ρομαντισμός του έχει κάνει πολλές ομάδες που τον εκτιμούν, να μην τον εμπιστεύονται. Το όνομά του βρισκόταν ψηλά στη λίστα των υποψηφίων διαδόχων του Λοπετέγκι, όταν ο Βάσκος -λίγο πριν από τη σέντρα του Παγκοσμίου Κυπέλλου- απολύθηκε από την εθνική Ισπανίας. Τελικώς, η ισπανική Ομοσπονδία δεν τόλμησε να τον προσλάβει. Το ίδιο είχε συμβεί, τον Μάιο του 2017, όταν ακόμη εργαζόταν στη Λας Πάλμας, με τον Ολυμπιακό, που τον είχε στα υπ’ όψιν.
Το ντεμπούτο του στην Ευρώπη το έκανε στην Ελλάδα: στον πρώτο αγώνα της Μπέτις με τον Ολυμπιακό, τον περασμένο Σεπτέμβριο στο «Γ. Καραϊσκάκης». Παρά το 0-0, η ομάδα της Ανδαλουσίας είχε «δείξει τα δόντια» της. Η αποψινή προσπάθεια των «ερυθρόλευκων» να φτάσουν στο 36ο τους «διπλό» στα Κύπελλα Ευρώπης, δεν θα είναι εύκολη. Το μόνο βέβαιο είναι πως αυτό το παιχνίδι δεν θα απογοητεύσει τους (τηλε)θεατές του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News