Είναι η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα στη διοικητική πυραμίδα του ποδοσφαίρου μετά τον Μπλάτερ και τον Πλατινί. Επτά χρόνια τώρα, όλος ο κόσμος τον βλέπει -από τηλεοράσεως- να τραβάει τα μπαλάκια στις κληρώσεις των διοργανώσεων της UEFA: στο Champions League, στο Europa League και στο Euro. Αλλωστε, μια φορά να τον δεις, θα σου μείνει αξέχαστος: χωρίς τρίχα στο κεφάλι, με αιχμηρό βλέμμα και πάντα με το χαμόγελο στα χείλη.
Το θέμα είναι, πώς ο Τζιάνι Ινφαντίνο, ο «μίστερ κλήρωση» κατάφερε -από ένας απλός υπάλληλος της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας- να γίνει το «νούμερο δυο» της, να βρεθεί υποψήφιος για την προεδρία της FIFA και, στο τέλος, να κατακτήσει το ύπατο αξίωμα στο διεθνές κράτος του ποδοσφαίρου, προσπερνώντας σεΐχηδες και πρίγκιπες. Μόλις στα 45 του. Ας πιάσουμε την ιστορία από την αρχή.
Ο Ινφαντίνο γεννήθηκε στη χώρα που φιλοξενεί τις διεθνείς ποδοσφαιρικές Αρχές και -κατά σύμπτωση- είναι… κοντοχωριανός του προκατόχου του. Η γενέτειρά του -το Μπριγκ της Ελβετίας, μία κωμόπολη 12.000 κατοίκων- απέχει μόλις 10 χιλιόμετρα από το Βισπ (7.000 κατοίκων), το χωριό του μέχρι πρότινος προέδρου της διεθνούς συνομοσπονδίας ποδοσφαίρου. Το μεγάλο πάθος του Τζιάνι, το οποίο κληρονόμησε από τους ιταλούς προγόνους του, ήταν η μπάλα. Ηθελε να γίνει ποδοσφαιριστής. Αλλά δεν είχε το παραμικρό ταλέντο. «Ονειρευόμουν να παίξω ποδόσφαιρο στο υψηλότερο επίπεδο. Είναι το μοναδικό άθλημα που έχω στην καρδιά μου. Γράφτηκα στην ομάδα του χωριού μου, όμως ακόμη κι εκεί καθόμουν στον πάγκο. Ο προπονητής με έβαζε, μόνο όταν αρρώσταινε κάποιος συμπαίκτης μου. Η ομάδα με διατήρησε στο δυναμικό της, όσο η μητέρα μου έπλενε τiς φανέλες μας». Αυτό ήταν το μαράζι των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, όπως έχει εξομολογηθεί σε παλαιότερη συνέντευξή του.
Αφού, λοιπόν, το γήπεδο δεν τον ήθελε, αποφάσισε να παίξει μπάλα στα γραφεία. Σπούδασε νομικά (στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ), με σκοπό να δουλέψει -ως σύμβουλος- σε διάφορες διοικητικές Αρχές του ποδοσφαίρου. Κι αυτό ακριβώς έκανε, στην Ιταλία, την Ισπανία και την Ελβετία. Το καθοριστικό -όπως αποδείχτηκε- βήμα για την επαγγελματική του ανέλιξη ήταν η ενασχόλησή του, το 1995 από τη θέση του γενικού γραμματέως, με το Διεθνές Κέντρο Μελετών για τον Αθλητισμό (CIES). Ενα εκπαιδευτικό ίδρυμα που είχε συστήσει το Πανεπιστήμιο του Νοσατέλ (της Ελβετίας), με αντικείμενο την κατανόηση της πολυπλοκότητας του σύγχρονου αθλητισμού. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για ένα διαρκές φόρουμ ανταλλαγής απόψεων και εμπειριών, όσων ασχολούνται με το management των σπορ. Η λεπτομέρεια – κλειδί είναι ότι αυτό το εκπαιδευτικό πρόγραμμα δημιουργήθηκε με τη συνεργασία (και τα κονδύλια) της FIFA.
Αν και ο πολύς κόσμος τον έβλεπε μόνο στις κληρώσεις, ο Ινφαντίνο ήταν ο ακάματος εργάτης της UEFA. Και στις 26 του περασμένου Οκτωβρίου ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία της FIFA. Για τον θρόνο του ποδοσφαίρου, για τον οποίο στο πρόσφατο παρελθόν είχε δηλώσει -κατ’ επανάληψη- πως δεν τον ενδιαφέρει
Εκεί ο Ινφαντίνο γνώρισε κόσμο και κοσμάκη. Συνεργαζόταν τακτικά με υψηλόβαθμα στελέχη της FIFA και της UEFA, τα οποία εντυπωσιάστηκαν με τις καινοτόμες ιδέες του. Ο ιταλο-ελβετός δικηγόρος, με το επικοινωνιακό χάρισμα και τις πέντε γλώσσες (ιταλικά, γαλλικά, γερμανικά, αγγλικά και ισπανικά), πολύ σύντομα έγινε αντικείμενο συζήτησης στα αρχηγεία των δυο ομοσπονδιών. Και το 2000, όταν η UEFA αναζητούσε έναν τεχνοκράτη για να στελεχώσει το νομικό και εμπορικό της τμήμα, όλοι σκέφτηκαν τον Ινφαντίνο. Τον πήγαν στον τότε πρόεδρο, τον Λέναρτ Γιόχανσον, και ο σουηδός επιχειρηματίας έμεινε κατάπληκτος από τις γνώσεις και τις προτάσεις του. Οχι μόνο τον προσέλαβε, αλλά του ανέθεσε και τη διεύθυνση του νέου Γραφείου.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, ο Ινφαντίνο εργαζόταν σκληρά και «βομβάρδιζε» το αφεντικό του με ιδέες και εισηγήσεις. Για θέματα και πέρα από τις δικές του αρμοδιότητες. Μάλιστα, κάποια φιλόδοξα στελέχη, που περίμεναν πώς και πώς να ξεκουμπιστεί ο Γιόχανσον για να διεκδικήσουν την προεδρία της UEFA, είχαν ενοχληθεί πολύ με τις πρωτοβουλίες του νεαρού – αλλά και με την εμπιστοσύνη που του έδειχνε ο πρόεδρος.
Η καριέρα του απογειώθηκε μετά το 2007, όταν ο Μισέλ Πλατινί -με τις πλάτες του τότε μέντορά του και προέδρου της FIFA, Σεπ Μπλάτερ- παραμέρισε όλους τους «δελφίνους» και έβαλε υποψηφιότητα για την προεδρία της UEFA, την οποία κατάφερε να αρπάξει από τα χέρια του Γιόχανσον. Ενας από τους μεγαλύτερους υποστηρικτές του Πλατινί, ήταν ο Ινφαντίνο. Οχι πως είχε παράπονο από τον Γιόχανσον. Κάθε άλλο. Απλώς… ερωτεύτηκε τον γάλλο άλλοτε σούπερ σταρ των γηπέδων, από την πρώτη φορά που τον συνάντησε (στο περιθώριο του προεκλογικού αγώνα, το 2006). Για τον Ινφαντίνο, ο Πλατινί ήταν η προσωποποίηση του χαμένου του ονείρου.
Το έχει πει και ο ίδιος, με διάφορους τρόπους. Οταν τον ρώτησαν, αν ακόμη τον πληγώνει η αποτυχία του να παίξει μπάλα σε υψηλό επίπεδο, εκείνος απάντησε: «Οχι, πια. Είμαι ευτυχισμένος που συνεργάζομαι με έναν από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών». Κι όσες φορές του ζήτησαν τη γνώμη του για το ποιος είναι ο καλύτερος παίκτης όλων των εποχών, δεν χρειάστηκε να το πολυσκεφτεί: «Ούτε ο Πελέ, ούτε ο Μαραντόνα. Αναμφισβήτητα είναι ο Πλατινί, που μάγευε τα πλήθη με τις ενέργειές του».
Ισως γι’ αυτό ο Μαραντόνα να τον… στολίζει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί. «Είναι μεγάλος προδότης. Είχε τον Μπλάτερ μέσα στα πόδια του να κάνει κουμάντο και συνεχίζει να δουλεύει σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Πέρασε από τα μπαλάκια των κληρώσεων στην υποψηφιότητα για την προεδρία. Αυτό είναι πολύ άσχημο. Ο νέος πρόεδρος δεν πρέπει να είναι ένας άνθρωπος που θέλει να βγάλει χρήματα από το ποδόσφαιρο, τους χορηγούς, τα Παγκόσμια Κύπελλα», είχε πει -προ ημερών- ο Ντιεγκίτο, όταν τον ρώτησαν για την υποψηφιότητα του Ινφαντίνο στη FIFA. Αν και όλες οι ομοσπονδίες της Νότιας Αμερικής είχαν ταχθεί στο πλευρό του Ινφαντίνο, ο αργεντινός σταρ υποστήριζε τον Σεΐχη του Μπαχρέιν και τον Πρίγκιπα της Ιορδανίας. Επαιξε κι έχασε.
Τα αισθήματα ήταν αμοιβαία. Ο Πλατινί, ο οποίος δεν ήθελε να περάσει τη θητεία του στην UEFA κλεισμένος σε ένα γραφείο, είδε στο πρόσωπο του Ινφαντίνο τον άνθρωπο που θα μπορούσε να δουλέψει για εκείνον, σκληρά και αποτελεσματικά. Τον έχρισε «νούμερο δυο» από την πρώτη στιγμή. Δυόμισι χρόνια προτού τον κάνει γενικό γραμματέα -τον Οκτώβριο του 2009- σε ηλικία μόλις 39 ετών.
Στην πραγματικότητα, όλες οι μεγάλες αλλαγές που έφερε ο Πλατινί στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο ήταν εμπνεύσεις του Ινφαντίνο. Οπως το Financial Fair Play (το οποίο έθεσε όρια στις αλόγιστες σπατάλες των μεγάλων συλλόγων με τα χρήματα των πλούσιων ιδιοκτητών τους), η αύξηση των ομάδων -από 16 σε 24- στην τελική φάση του φετινού Euro και η συνδιοργάνωση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2020 από 13 ευρωπαϊκά κράτη. Απλώς ο γάλλος ήταν ανοιχτόμυαλος, ενώ ο συντηρητικός σουηδός προκάτοχός του έβρισκε τις ιδέες του Ινφαντίνο εξαιρετικές αλλά τις καταχώνιαζε στα συρτάρια του.
Αν και ο πολύς κόσμος τον έβλεπε μόνο στις κληρώσεις, ο Ινφαντίνο ήταν ο ακάματος εργάτης της UEFA, ενώ ο «κολλητός» του -πια- Πλατινί έκανε τη μεγάλη ζωή. Ωσπου το σύμπαν συνωμότησε για να βγει από την αφάνεια, με το FIFAgate που έπληξε και το αφεντικό του. Στην αρχή απείλησε ότι θα αποσυρθεί και ο ίδιος, αν δεν αφήσουν τον γάλλο στην ησυχία του. Επειτα ανέλαβε -προσωρινά- την προεδρία της UEFA. Και στις 26 του περασμένου Οκτωβρίου ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία της FIFA. Για τον θρόνο του ποδοσφαίρου, για τον οποίο στο πρόσφατο παρελθόν είχε δηλώσει -κατ’ επανάληψη- πως δεν τον ενδιαφέρει.
Με την υποστήριξη του Πλατινί, ο Ινφαντίνο ήταν το ένα από τα δυο φαβορί. Είχε στο πλευρό του τις περισσότερες από τις 54 ευρωπαϊκές ομοσπονδίες, τη Νότια Αμερική (10 ψήφοι) και μεγάλο μέρος της Κεντρικής και Βόρειας (17 ψήφοι). Ολοι περίμεναν ότι στην πρώτη ψηφοφορία θα πάρει -το πολύ- 80 «κουκιά». Πήρε 88, έναντι 85 του Σεΐχη Σαλμάν. Στην πραγματικότητα, είχε ήδη εκλεγεί. Στην επόμενη ψηφοφορία χρειαζόταν την απόλυτη πλειοψηφία (104 από τις 207 ψήφους), και ο Πρίγκηπας Αλι -ο οποίος στην πρώτη ψηφοφορία έλαβε 27 ψήφους- είχε ταχθεί με το μέρος του, αν δεν εκλεγόταν ο ίδιος. Στη δεύτερη ψηφοφορία ο Ινφαντίνο νίκησε τον Σεΐχη με σκορ 115-88, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι πρόεδρος της FIFA τουλάχιστον έως το 2019, αλλά με οροφή στη θητεία του τα 12 έτη, όπως αποφάσισε την Παρασκευή το Εκτακτο Συνέδριο της FIFA.
Πέρα από τη στήριξη του Πλατινί και τη φιλική ουδετερότητα του Μπλάτερ, αλλά και το μίσος που χωρίζει τον Σεΐχη με τον Πρίγκηπα, ο Ινφαντίνο νίκησε (και) διότι τα είπε πολύ ωραία, στους προεκλογικούς του λόγους, όπου έταξε… τον ουρανό με τ’ άστρα, ιδίως στις πιο φτωχές ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες. Επίσης, με τις συνεντεύξεις του προσέλκυσε όσους ρομαντικούς έχουν απομείνει, λέγοντας για τον «βασιλιά των σπορ»: «Το ποδόσφαιρο είναι πάθος, το ποδόσφαιρο είναι συναίσθημα, το ποδόσφαιρο είναι ανεκτικότητα, το ποδόσφαιρο είναι σεβασμός, το ποδόσφαιρο είναι μαγεία…».
Θα μπορούσε να έχει γίνει ένας εξαιρετικός πολιτικός – όχι μόνο της μπάλας. Οπου κι αν μίλησε για την αναδιοργάνωση της FIFA, χαιρόσουν να τον ακούς. Μόνο σε ένα σημείο κόμπιασε: όταν ρωτήθηκε για τον «διεφθαρμένο» Σεπ Μπλάτερ. Επ’ αυτού, δεν σχολίασε το παραμικρό…
Η Ελλάδα χαίρεται διπλά για την εκλογή του. Πρώτον, γιατί τον ψήφισε – όπως είχε αναγγείλει δημοσίως ότι θα κάνει. Δεύτερον, επειδή κοντά του θα ψηλώσει και ο Θεόδωρος Θεοδωρίδης -γιος του αντιπροέδρου του Ολυμπιακού, Σάββα Θεοδωρίδη- που είναι από τους πιο στενούς συνεργάτες του. Ο μέχρι πρότινος αναπληρωτής γραμματέας της UEFA πάει για «νούμερο δυο» στην ευρωπαϊκή συνομοσπονδία ή για «δεξί χέρι» του νέου προέδρου στη FIFA.
Ολα καλά. Αλλά, γιατί ο κόσμος του ποδοσφαίρου δεν υποδέχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό τον νέο πλανητάρχη; Ο άγγλος παλαίμαχος στράικερ, Γκάρι Λίνεκερ -ένας εκ των κορυφαίων τηλεσχολιαστών, που δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω- απέδωσε πολύ εύγλωττα αυτό το «μούδιασμα» με ένα σχόλιό του στο twitter: «Εχω αυτή την περίεργη αίσθηση, πως ο Τζιάνι Ινφαντίνο θα βγάλει τη μάσκα του για να αποκαλύψει τον Σεπ Μπλάτερ».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News