1192
| Shutterstock / CreativeProtagon

Ο κρυφός πόλεμος της Αγκυρας κατά της «τρομοκρατίας»

Protagon Team Protagon Team 27 Ιανουαρίου 2025, 20:01
|Shutterstock / CreativeProtagon

Ο κρυφός πόλεμος της Αγκυρας κατά της «τρομοκρατίας»

Protagon Team Protagon Team 27 Ιανουαρίου 2025, 20:01

Καθώς οι απαγωγείς, πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, αναζητούσαν τους στόχους τους σε γειτονιές του Ναϊρόμπι, εκείνοι, μέλη ενός τουρκικού θρησκευτικού κινήματος, δεν είχαν ιδιαίτερες ανησυχίες πέρα από τα καθημερινά τους. Ενας επέστρεφε στο σπίτι του, με την οικογένειά του, μετά από ένα ραντεβού για την ανανέωση των αδειών παραμονής. Ενας άλλος έδινε εξετάσεις για δίπλωμα οδήγησης ενώ αρκετοί υπέμεναν την πρωινή κίνηση στους δρόμους και τις λεωφόρους της πρωτεύουσας της Κένυας.

Μέχρι το τέλος του πρωινού, ήταν ημέρα Παρασκευή, επτά τούρκοι υπήκοοι είχαν απαχθεί υπό την απειλή όπλου από μασκοφόρους πράκτορες, οι οποίοι, αφού τους φόρεσαν κουκούλες και τους πέρασαν χειροπέδες, τους φόρτωσαν σε οχήματα χωρίς πινακίδες, σύμφωνα με δυτικούς αξιωματούχους ασφαλείας, μάρτυρες και συγγενείς των θυμάτων. Τρεις εξ αυτών αφέθηκαν ελεύθεροι αργότερα ενώ άλλοι τέσσερις μεταφέρθηκαν σε έναν απομακρυσμένο αεροδιάδρομο έξω από το Ναϊρόμπι και εξαναγκάστηκαν να επιβιβαστούν σε ένα αεροπλάνο που επρόκειτο να τους μεταφέρει σε μια φυλακή κοντά στην Αγκυρα, όπως συνοψίζει σε εκτενές άρθρο του ο ερευνητής δημοσιογράφος (βραβευμένος με Πούλιτζερ) της Washington Post Γκρεγκ Μίλερ.

Οι εν λόγω απαγωγές ήταν οι πιο πρόσφατες από περισσότερες από 118 «εκδόσεις» -στην πραγματικότητα επρόκειτο για εξαναγκαστικούς επαναπατρισμούς- που η MIT, η τουρκική υπηρεσία πληροφοριών, έχει ενορχηστρώσει την τελευταία δεκαετία, σύμφωνα με στοιχεία που παρατίθενται στον ιστότοπο της κύριας κατασκοπευτικής υπηρεσίας της Τουρκίας, η οποία έχει αναδειχθεί σε έναν από τους πιο επιθετικούς δράστες παρόμοιων επιχειρήσεων.

Στο Ναϊρόμπι η MIT είχε την αρωγή στελεχών της κυβέρνησης, τα οποία τις προσέφεραν πολύτιμες πληροφορίες, ώστε να πραγματοποιήσει τις απαγωγές, καταφέρνοντας, συγχρόνως, να παρακάμψει τα δικαστήρια της χώρας, όπως είπαν στη Washington Post δυτικοί αξιωματούχοι ασφαλείας, διατηρώντας την ανωνυμία τους.

Πρώτος στόχος το κίνημα Γκιουλέν

Η Τουρκία έχει χαρακτηρίσει αυτή την παγκόσμια εκστρατεία ως τον δικό της «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», χρησιμοποιώντας μια φράση που καθόρισε την περίοδο μετά από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 στις ΗΠΑ. Μάλιστα η Αγκυρα καθόρισε τη δράση της βασιζόμενη εκτενώς στο αντιτρομοκρατικό εγχειρίδιο της Ουάσιγκτον. Σε αυτό το πλαίσιο η Τουρκία προέβη όχι μόνον σε απαγωγές υπηκόων της αλλά και σε παράνομες κρατήσεις, σε παρακολουθήσεις υπόπτων για τρομοκρατία, σε κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων ακόμη και σε βασανιστήρια, σύμφωνα με έγγραφα του ΟΗΕ, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δυτικούς αξιωματούχους ασφαλείας και δημόσια έγγραφα της Τουρκίας. 

Αυτές οι επιχειρήσεις «αιτιολογήθηκαν στο όνομα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας», σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ, παρ’ όλο που σχεδόν όλοι οι στόχοι του τουρκικού κράτους ήταν μέλη μιας θρησκευτικής σέχτας, του γνωστού κινήματος Γκιουλέν, το οποίο, ωστόσο δεν έχει διαπράξει καμία τρομοκρατική ενέργεια. Η Αγκυρα χαρακτήρισε την οργάνωση ως τρομοκρατική λόγω της φερόμενης συμμετοχής μελών της στο αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Ωστόσο η αμερικανική κυβέρνηση καθώς και κυβερνήσεις άλλων χωρών δεν αποδέχονται αυτόν τον χαρακτηρισμό, δεδομένου ότι  το κίνημα δεν έχει κατηγορηθεί για απόκτηση εκρηκτικών υλών, σχεδίαση επιθέσεων κατά αμάχων ή άλλες δραστηριότητες που σχετίζονται με την τρομοκρατία.

Το ρεπορτάζ που υπογράφει ο Μίλερ περιλαμβάνει λεπτομέρειες που δεν είχαν αναφερθεί προηγουμένως σχετικά με τις εν λόγω επιχειρήσεις της Τουρκίας και την εξάρτησή της από τις αντιτρομοκρατικές της δυνατότητες για τη στόχευση εξόριστων αντιφρονούντων. Βασίζεται σε δεκάδες συνεντεύξεις με δυτικούς, τούρκους και άλλους κυβερνητικούς αξιωματούχους, συμβούλους του ΟΗΕ και ειδικούς στα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και θύματα απαγωγής, συγγενείς και συνεργάτες τους. Η Washington Post βασίστηκε επίσης σε αρχεία τουρκικών δικαστηρίων, έγγραφα του ΟΗΕ και άλλο υλικό.

Τούρκοι αξιωματούχοι υπερασπίστηκαν την εκστρατεία της χώρας κατά του κινήματος Γκιουλέν, υποστηρίζοντας ότι η τουρκική κυβέρνηση συμμορφώνεται με τις όποιες απαραίτητες νομικές διαδικασίες (εντάλματα σύλληψης, ποινικές διώξεις, κλπ.) τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες συχνά παρέκαμπταν στο πλαίσιο των όποιων δικών τους επιχειρήσεων κατά τρομοκρατικών ομάδων.

«Πρόκειται για τρομοκρατική οργάνωση», δήλωσε ανώτερος τούρκος αξιωματούχος στην Washington Post, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση συλλαμβάνει μέλη της στο εξωτερικό και τα μεταφέρει στην Τουρκία «γιατί είναι σημαντικό να δικαστούν εδώ». Ωστόσο, όσον αφορά την εν λόγω επιχείρηση στην Κένυα, ανώτεροι αξιωματούχοι περιλαμβανομένου ενός εκπροσώπου του γραφείου του προέδρου Ερντογάν, δεν απάντησαν σε πολλά αιτήματα της αμερικανικής εφημερίδας για κάποιο σχόλιο.

Η επιδίωξη της Τουρκίας να χαρακτηρίσει αυτήν την εκστρατεία ως αντιτρομοκρατική επιχείρηση θεωρείται από τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τους δυτικούς αξιωματούχους ασφαλείας ως προσπάθεια νομιμοποίησης μιας εκστρατείας διεθνικής καταστολής, με τον όρο να δηλώνει την καταφυγή στη βία και στον εκφοβισμό από κυβερνήσεις κατά εξόριστων που χαρακτηρίζονται ως πολιτική απειλή.

Με αυτόν τον τρόπο η Τουρκία συμμετέχει σε ένα ευρύτερο φαινόμενο, στο πλαίσιο του οποίου αυταρχικοί ηγέτες αλλά και παγκόσμιες δυνάμεις καταφεύγουν στην «τρομοκρατία», χρησιμοποιώντας την ως χαρακτηρισμό πασπαρτού για να βάλουν στο στόχαστρό τους εξόριστες ομάδες, διεξάγοντας διάφορες επιθετικές επιχειρήσεις, περιλαμβανομένων και δολοφονιών, εναντίον μελών τους ως συνέχεια του αγώνα -γενικά και αόριστα- κατά της τρομοκρατίας οπουδήποτε στον κόσμο μετά από την 11η Σεπτεμβρίου.

Κάπως, έτσι, η Κίνα έβαλε στο στόχαστρό της μέλη της θρησκευτικής μειονότητας των Ουιγούρων, η Ινδία αυτονομιστές Σιχ, το Ιράν δημοσιογράφους και ακτιβιστές για τα δικαιώματα των γυναικών, το Βιετνάμ χριστιανούς αντιφρονούντες και η Ρουάντα στελέχη της αντιπολίτευσης, με τον αμερικανό ερευνητή δημοσιογράφο να αναφέρεται ενδεικτικά σε μόνο μερικές από τις χώρες που χαρακτηρίζουν πλέον ως τρομοκράτες πάσης φύσεως επικριτές που ζουν εκτός των συνόρων τους.

Οπως εξηγεί ο Μίλερ, κατέφυγαν σε αυτήν τη μέθοδο «εν μέρει για να εκμεταλλευτούν την υποτιμητική ισχύ ενός όρου που δεν έχει διεθνώς συμφωνημένο ορισμό, αλλά και για να δικαιολογήσουν την κατάχρηση ενός παγκόσμιου αντιτρομοκρατικού μηχανισμού που τους επιτρέπει να κατάσχουν περιουσιακά στοιχεία, να παρακολουθούν κινήσεις και να συλλαμβάνουν φερόμενους ως υπόπτους».

Κάντο όπως οι ΗΠΑ στη μετά 9/11 εποχή

Οι προσπάθειες της Ουάσιγκτον και των συμμάχων της μετά την 11η Σεπτεμβρίου πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό την εξάρθρωση της Αλ Κάιντα και την αποτροπή περαιτέρω επιθέσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ομως, παρακάμπτοντας εδραιωμένους νόμους και κανόνες, η εκστρατεία συνδέθηκε με στοχευμένες δολοφονίες με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με σκοτεινές τοποθεσίες της CIA και βασανιστήρια, με την επ’ αόριστον κράτηση χωρίς δίκη στο διαβόητο Γκουαντάναμο, με την κακοποίηση των κρατουμένων από τον στρατό των ΗΠΑ στη φυλακή Αμπού Γκράιμπ του Ιράκ και με επιχειρήσεις απαγωγής υπόπτων ακόμα και από τις ΗΠΑ οπουδήποτε στον κόσμο.

Μετά από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες «καταδίωξαν ένα απολύτως θεμιτό σύνολο στόχων», είπε ο Χουάν Ζάρατι, ο οποίος υπηρέτησε ως ανώτερος αξιωματούχος του αντιτρομοκρατικού μηχανισμού στην κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους. Οι καταχρήσεις, ωστόσο, «είχαν διαβρωτική επίδραση όχι μόνο στη νομιμότητα αυτού που κάναμε, αλλά και επιτρέποντας στα αυταρχικά καθεστώτα να ισχυρίζονται πως ό,τι έκαναν ήταν εντός των ορίων αυτού που είχε κάνει η Δύση».

«Είκοσι και πλέον χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, θα αναμέναμε μια περιορισμένη» εξάρτηση από τους όρους και τις τακτικές που σχετίζονται με τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, δήλωσε η Φιονουάλα Νι Αολάιν, η οποία υπηρέτησε ως ειδική εισηγήτρια στα Ηνωμένα Εθνη για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τα ανθρώπινα δικαιώματα από το 2017 μέχρι πέρυσι. «Αντίθετα, αυτό που έχουμε είναι ο επαναπροσδιορισμός, η επανιδιοποίηση και η επίσπευση αυτών των μεθόδων από δημοκρατίες σε αποδρομή και αυταρχικά καθεστώτα», συμπλήρωσε. 

Σε αυτό το πλαίσιο, όπως η Τουρκία έφτασε στο σημείο να απάγει αντιφρονούντες όχι μόνο, φυσικά, από την Κένυα αλλά από 25 χώρες ανά τον κόσμο από το 2017 έως το 2023, η Κίνα κατέστειλε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας στο… Σαν Φρανσίσκο ενώ η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν κατάφερε να στρατολογήσει άτομα για τις βρώμικες δουλειές της μεταξύ των μελών της περιβόητης συμμορίας μοτοσικλετιστών Hell’s Angels.

Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς, ερευνητές δημοσιογράφοι της  Washington Post ερεύνησαν εκτενώς πώς διάφορες κυβερνήσεις, περιλαμβανομένων τόσο δημοκρατιών όσο και αυταρχικών καθεστώτων, χρησιμοποίησαν περιουσιακά στοιχεία και πράκτορες στο εξωτερικό για να παρακολουθούν, να φιμώνουν, ακόμη και να σκοτώνουν πολιτικούς αντιπάλους τους.

«Οι ιστορίες αυτές αποκαλύπτουν μια αναδυόμενη σκοτεινή πλευρά της πολιτικής κατά τον 21ο αιώνα, καθώς αναπτυσσόμενες δυνάμεις παραβιάζουν την κυριαρχία άλλων κρατών για κατασταλτικούς σκοπούς. Αντικατοπτρίζει μια αλλαγή στα παγκόσμια πρότυπα που αναμφισβήτητα άρχισε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου ξεκίνησαν να διεξάγουν μυστικές επιχειρήσεις παρακολούθησης και αντιτρομοκρατίας σε όλο τον κόσμο», σχολιάζει ο Ισάν Θαρόρ, σχολιαστής των διεθνών εξελίξεων στην Washington Post. 

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...