Βοήθεια! Τα περιττώματα του ελέφαντα ξεκόλλησαν από το τελάρο. Ο καρχαρίας άρχισε να αποσυντίθεται. Το κούτσουρο της λευκής δρυός έπιασε μαμούνια. Και το παντεσπάνι το έφαγαν τα ποντίκια… Δεν πρόκειται για τον παραληρηματικό μονόλογο του πρωταγωνιστή κάποιας σουρεαλιστικής θεατρικής παράστασης. Είναι οι απεγνωσμένες εκκλήσεις για βοήθεια που δέχονται συχνά κορυφαίοι συντηρητές έργων σύγχρονης τέχνης. Στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής συνήθως βρίσκονται είτε έντρομοι συλλέκτες που έχουν πληρώσει υπέρογκα ποσά για να αποκτήσουν τη συγκεκριμένη δημιουργία, είτε καλλιτέχνες, οι οποίοι λίγο πριν την έκθεσή τους, διαπιστώνουν πως η ιδέα τους μπορεί να είναι υπέροχη, αλλά δεν έχει παρά ελάχιστη διάρκεια στον χρόνο.
«Η αλήθεια είναι πως τίποτα δεν κρατάει για πάντα», λέει ο Κρίστιαν Σίντεμαν, συντηρητής κι ιδιοκτήτης της εταιρείας Contemporary Conservation στο περιοδικό The New Yorker. Ωστόσο τα υλικά που χρησιμοποιούνται στην τέχνη από τα μέσα του 20ου αι. και μετά έχουν αλλάξει δραματικά το σκηνικό στον κόσμο της συντήρησης, με αποτέλεσμα καλός επαγγελματίας συχνά να μην είναι μόνο εκείνος που αναγνωρίζει τις φθορές στα χρώματα και ξέρει πως να διορθώσει τις «πληγές» του χρόνου και της ανθρώπινης επέμβασης. Στη φαρέτρα του πλέον πρέπει να διαθέτει κι άλλα προσόντα, όπως το ψάρεμα, το ταλέντο στη ζαχαροπλαστική και σε κάθε περίπτωση να διαθέτει πολλή φαντασία.
«Μπορεί να μοιάζει παράδοξο, αλλά γνωρίζουμε περισσότερα για την τεχνική ενός καλλιτέχνη του 14ου αιώνα, από ότι για ορισμένα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν από τους καλλιτέχνες της Arte Povera», παραδέχεται στην La Repubblica η Ιζαμπέλα Βιλαφράνκα Σουασόν, διευθύντρια του τμήματος συντήρησης και αποκατάστασης έργων σύγχρονης τέχνης της ιταλικής εταιρείας Open Care με έδρα το Μιλάνο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εικαστικοί εδώ και δεκαετίες επιστρατεύουν πλήθος υλικών που δεν έχουν δοκιμαστεί στον χρόνο ή πρόκειται για προϊόντα ανάμειξης για τα οποία δεν έχουν προηγηθεί ανάλογες δοκιμές σχετικά με την αντοχή τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πλαστικό. Ήταν η πρώτη ύλη που αρχικά θεωρήθηκε αθάνατη. Μια βόλτα, όμως, στα εργαστήρια συντήρησης σύγχρονων έργων τέχνης αποδεικνύει πως το πλαστικό χάνει το χρώμα του, τη φόρμα του και γίνεται κολλώδες. «Υπάρχουν πολλοί μύθοι που καταρρέουν όταν μιλάμε για τη σύγχρονη τέχνη κι ένας από αυτούς αφορά στην αντοχή των υλικών. Εκείνο που μετρά δεν είναι το ίδιο το αντικείμενο της τέχνς, αλλά η ιδέα», τονίζει η εκπρόσωπος της Open Care.
Το πρόβλημα διογκώθηκε όταν ορισμένα από τα έργα που είναι φιλοτεχνημένα με ασυνήθιστα υλικά άρχισαν να κατακτούν θέσεις σε συλλογές μουσείων, οπότε και τέθηκε θέμα για τις σωστές συνθήκες αποθήκευσης και συντήρησής τους. Το τηλέφωνο των συντηρητών χτυπά συνήθως μετά από ένα ατύχημα. Και η απάντηση που δίνουν ότι κι αν έχουν ακούσει από την άλλη μεριά της γραμμής; «Ποτέ δεν λέμε “αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε”. Πολλές φορές η λύση αποκαλύπτεται ενώ κοιτάς το έργο. Η κατανόηση του προβλήματος είναι μέρος της θεραπείας», λέει ο Κρίστιαν Σίντεμαν ο οποίος έχει τη φήμη στη διεθνή αγορά ότι χειρίζεται με εξαιρετική επιδεξιότητα έργα που έχουν γίνει με οργανικές πρώτες ύλες, όπως το λίπος και ότι είναι εξαιρετικά ανοιχτόμυαλος υποστηρίζοντας ότι τέχνη μπορείς να κάνεις με οποιοδήποτε υλικό. Δόγμα του είναι ότι δεν έχει σημασία αν το έργο περιλαμβάνει και ένα κομμάτι σοκολάτας. Αν ο καλλιτέχνης θεωρεί τη σοκολάτα σημαντικό κομμάτι της δημιουργίας του, τότε αξίζει τόση προσοχή όσο ένας πολύτιμος λίθος.
Λίγα χρόνια πριν ο Κρίστιαν Σίντεμαν χρειάστηκε να ταξιδέψει στη Δανία για να «σώσει» έναν πίνακα του Βρετανού και βραβευμένου με Τέρνερ, Κρις Οφίλι. Από τον πίνακα ξεκόλλησε ένα περίττωμα ελέφαντα – πρώτη ύλη συνηθισμένη στη δουλειά του καλλιτέχνη – κι ο συλλέκτης ζήτησε άμεσα να συντηρηθεί το έργο για να μην χάσει την αξία του. Ο συντηρητής πήγε στον ζωολογικό κήπο του Λονδίνου, εντόπισε τους τρεις «συνεργάτες» ελέφαντες του καλλιτέχνη, από τους οποίους προμηθεύεται την πρώτη ύλη του, πήρε το υλικό που χρειαζόταν κι εν συνεχεία του έδωσε κατάλληλη μορφή για να καλύψει το κενό που είχε δημιουργηθεί στον πίνακα. «Για μια στιγμή είπα στον εαυτό μου: “τι κάνεις εκεί; Σμιλεύεις κόπρανα;” αλλά ήξερα ότι προοριζόταν για έναν ανώτερο σκοπό και ότι ήταν σημαντικό αυτό που έκανα».
Από τον ζωολογικό κήπο του Λονδίνου η ανάγκη συντήρησης ενός έργου της εικαστικού που εντάχθηκε στο κίνημα του μεταμινιμαλισμού, Ρι Μόρτον, τον οδήγησε σε μια φάρμα έξω από τη Νέα Υόρκη. Κι αυτό διότι η εγκατάσταση «Sister Perpetua’s Lie» έπρεπε εντός δυο μηνών να εκτεθεί σε γκαλερί της Βιέννης. Από το 1995 όμως που είχε αφεθεί σε μια αποθήκη, ένας από τους κορμούς δέντρων που συνέθεταν το έργο είχε σαπίσει και χρειαζόταν αντικατάσταση. Αφού έγινε έρευνα και διαπιστώθηκε ότι ο κορμός προερχόταν από λευκή δρυ, ξεκίνησε αγώνας δρόμου για να εντοπιστεί κορμός του ίδιου δέντρου και ανάλογου μεγέθους. Ο κορμός βρέθηκε σε φάρμα λοιπόν στα περίχωρα της Νέας Υόρκης, κόστισε δέκα δολάρια, αλλά όταν άρχισε η επεξεργασία του για να δείχνει παλιός, διαπιστώθηκε ότι είχε προσβληθεί από ζιζάνια. Πέραν του ότι οι τρύπες που είχαν ανοίξει τα ζωύφια στο ξύλο ήταν ορατές, έπρεπε να απολυμανθεί, αλλιώς δεν θα μπορούσε να περάσει τα αυστριακά σύνορα. Ο ειδικός στις απολυμάνσεις που εκλήθη διαπίστωσε ότι δεν επρόκειτο για τερμίτες, αλλά για σκαθάρια και έδωσε γρήγορα λύση στο δράμα της εικαστικής εγκατάστασης.
Γνώσεις τόσο ζαχαροπλαστικής όσο και χημείας απαιτούνταν για να μην εκτεθεί κι ο εκκεντρικός εικαστικός, κινηματογραφιστής και περφόρμερ, πρώην αθλητής και πρώην μοντέλο Μάθιου Μπάρνι, ο οποίος είδε τα δύο παντεσπάνια, μήκους ενός μέτρου το καθένα, να γίνονται νοστιμότατο γεύμα για τα ποντίκια που ζούσαν στο γκαράζ όπου εξέθετε την εγκατάσταση «OTTOshaft» την οποία είχε παρουσιάσει το 1992 στη Documenta στο Κάσελ. Τα ποντίκια είχαν φάει το γλυκό από μέσα προς τα έξω, αφήνοντας την κρούστα ανέπαφη, σαν ένα κενό κέλυφος. Ύστερα από αρκετά πειράματα τελικά οι συντηρητές έψησαν καινούρια παντεσπάνια και αφού αφαίρεσαν το λίπος από το γλυκό, το αντικατέστησαν με ρητίνη.
Η πιο διάσημη, αλλά και αμφιλεγόμενη, περίπτωση συντήρησης έργου σύγχρονης τέχνης είναι εκείνη της εγκατάστασης του βρετανού Ντέμιαν Χερστ «Η φυσική απιθανότητα του θανάτου στο μυαλό του ζωντανού», η οποία αποτελούνταν από έναν τίγρη-καρχαρία μήκους τεσσάρων μέτρων βυθισμένου σε μια δεξαμενή με φορμαλδεϊνη. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1991, αλλά το 2004 χρειάστηκε να αντικατασταθεί ο καρχαρίας διότι είχε αποσυντεθεί. Η περίπτωση αυτή ανήκει σε εκείνες που εγείρουν έντονα το ερώτημα κατά πόσο τελικά όταν εξελίσσεται έτσι η συντήρηση μπορούμε να μιλάμε για αυθεντικότητα στο έργο τέχνης.
Οι επιστήμονες συχνά πλέον έρχονται αντιμέτωποι με την έννοια της αδιαμφισβήτητης αυθεντικότητας. «Παραδοσιακά οι αναλύσεις μπορούν να αποδείξουν κατά πόσον το έργο είναι αυθεντικό βάσει της φύσης και της ηλικίας των υλικών», λέει η Κάρολ Μανκούζι-Ουνγκαρό, προϊσταμένη του τμήματος συντήρησης στο μουσείο Whitney της Νέας Υόρκης σε άλλο σχετικό άρθρο του The New Yorker. «Η αιωνιότητα και η αυθεντικότητα των χειροτεχνημάτων ανήκουν επίσης στη σφαίρα του μύθου», επισημαίνει η Ιζαμπέλα Βιλαφράνκα Σουασόν.
Εως τις αρχές του 19ου αιώνα τα έργα τέχνης δημιουργούνταν για να κληροδοτηθούν στις επόμενες γενιές. Αντιθέτως, σήμερα, γίνονται με σκοπό να κατανοηθούν άμεσα – αν όχι να καταναλωθούν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News