Τρία χρόνια μετά την τελευταία του εμφάνιση με το εθνόσημο (9 Σεπτεμβρίου 2019 στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Κίνας) ο Γιάννης Αντετοκούνμπο φόρεσε ξανά τη γαλανόλευκη φανέλα της Εθνικής μπάσκετ, διαψεύδοντας πανηγυρικά όσους προφήτευαν ότι… θα έριχνε μαύρη πέτρα πίσω του. Στους 35 μήνες που μεσολάβησαν, έγιναν πολλά: κατέκτησε το δαχτυλίδι του πρωταθλητή στο ΝΒΑ, αναδείχτηκε (για δεύτερη φορά) MVP της κανονικής περιόδου, πολυτιμότερος παίκτης των Τελικών, έπαιξε σε άλλα τρία All-Star (ψηφίστηκε MVP σε ένα από αυτά), υπέγραψε ένα συμβόλαιο με αστρονομικές αποδοχές, και απέκτησε δυο γιους. Τι λόγο είχε να «τραβιέται» καλοκαιριάτικα σε προπονήσεις και αγώνες, αντί να απολαμβάνει σε κάποιο πολυτελές θέρετρο τη «συγγνώμη» της ζωής για τα δύσκολα παιδικά του χρόνια; Μόνον έναν: την ακατανίκητη επιθυμία του να μοιραστεί με τους Ελληνες τη χαρά ενός θριάμβου.
Την είχε εκφράσει πολλές φορές στο παρελθόν, όμως λίγοι τον πίστεψαν. Το 2017, σε εκδήλωση του Cosmos FM στη Νέα Υόρκη, είχε πει: «Θα προτιμούσα ένα μετάλλιο με την Εθνική, παρά έναν τίτλο στο ΝΒΑ. Το μετάλλιο θα κάνει ευτυχισμένη μια ολόκληρη χώρα, ενώ το πρωτάθλημα, μόνο μια πόλη». Το είχε επαναλάβει, με άλλα λόγια, τον περασμένο Σεπτέμβριο σε συνέντευξή του στην Cosmote TV: «Θέλω να κάνω κάτι σπουδαίο με την Εθνική, το ονειρευόμουν από πιτσιρικάς. Να κάνουμε την Ελλάδα περήφανη. Στην Εθνική δεν παίζεις για τα λεφτά, αλλά για να ακούς τον κόσμο να σου λέει ‘μας έδωσες χαρά που νικήσαμε’. Στην παρέλαση των Μπακς (για τον τίτλο του 2021) είδαμε 200.000 ανθρώπους να χαμογελούν. Φαντάζεστε, να κάνουμε κάτι σπουδαίο με την Εθνική ομάδα, και να δώσουμε χαρά σε 10 εκατομμύρια Ελληνες;».
Δεν ήταν μόνο λόγια. Ο Αντετοκούνμπο υπηρέτησε την Εθνική Ελλάδας με προθυμία και συνέπεια, που δεν έχουν επιδείξει αρκετοί από τους βέρους έλληνες μπασκετμπολίστες. Οι οποίοι, όταν πια δεν είχε τίποτα να τους προσφέρει, επέλεξαν να κρατήσουν όλη τους την ενέργεια για τους συλλόγους τους. Από τον Ιούνιο του 2013, που (18χρονος, τότε) αγωνίστηκε με τα γαλανόλευκα για πρώτη φορά, στο Ευρωμπάσκετ U20, μέχρι σήμερα (λίγους μήνες πριν κλείσει τα 28), ήταν σταθερά παρών. Ως Γιαννάκης, ως Γιάννης, αλλά και ως Γιάνναρος. Ελειψε μόνο δυο φορές: από το Ευρωμπάσκετ του 2017, όταν οι πόνοι στο γόνατό του ήταν έντονοι (και οι πιέσεις των Μπακς, αφόρητες), και από το Προολυμπιακό του 2021. Τι να έκανε; Την ώρα που το τουρνουά στον Καναδά ολοκληρωνόταν, στο ΝΒΑ άρχιζαν οι Τελικοί – αυτοί που ανέδειξαν τους Μπακς σε πρωταθλητές, και τον «Greek Freak» σε MVP τους.
«Θα είμαι εκεί!»
«Οποτε με καλεί η Εθνική, εφόσον είμαι υγιής, θα είμαι εκεί», είχε υποσχεθεί το 2014, μετά τον αποκλεισμό της Ελλάδας στο Παγκόσμιο από τη Σερβία. Ηταν, πράγματι. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2019, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2015, στο Προολυμπιακό Τουρνουά του 2016 και, τώρα, στο Ευρωμπάσκετ, το οποίο για την Ελλάδα αρχίζει την Παρασκευή. Ηταν πάντα εκεί, συχνά με τεράστιο προσωπικό ρίσκο. Ακόμη και λίγο πριν υπογράψει τα δυο πρώτα του «χρυσά» συμβόλαια με τους Μπακς. Αδιαφορώντας για τον κίνδυνο ενός σοβαρού τραυματισμού, που θα μπορούσε να του κοστίσει εκατομμύρια. Προσφέροντας σε κάθε αγώνα το 100% των (τεράστιων) δυνατοτήτων του, χωρίς κάποιον περιορισμό στον χρόνο συμμετοχής να τον προστατεύει.
Την περασμένη Κυριακή, στο ματς της Εθνικής μας με το Βέλγιο, στις εξέδρες του ΟΑΚΑ βρίσκονταν 19.443 θεατές – ευρωπαϊκό ρεκόρ προσέλευσης σε προκριματικό αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου. Στη μισοάδεια Αθήνα, σε δύσκολες οικονομικές συγκυρίες, τα πέντε αυγουστιάτικα παιχνίδια της Εθνικής «έκοψαν», συνολικά, 70.000 εισιτήρια. Η λαχτάρα του κόσμου να την καμαρώσει από κοντά, θύμισε εποχές Γκάλη. Ο Γιάννης κατόρθωσε να ανάψει τη φλόγα του ενθουσιασμού και να «ζεστάνει» το ενδιαφέρον των φιλάθλων για τη «γαλανόλευκη», που είχε ατονήσει 13 χρόνια μετά την τελευταία της μεγάλη επιτυχία. Πριν, καν, αρχίσει το Ευρωμπάσκετ, σημειώθηκε μια πρώτη, σημαντική νίκη.
Κουαρτέτο αστέρων
Το όνειρό του, να φορέσουν τη φανέλα της Εθνικής και οι τέσσερις AntetokounBros μαζί, έγινε πραγματικότητα. Εστω κι αν ο Αλεξ δεν περιλήφθηκε στην τελική αποστολή. Δεν άρεσε σε κάποιους -ευτυχώς, λίγους- που τέσσερις περήφανοι μετανάστες έψαλαν τον Εθνικό Υμνο. Αλλά ήταν κι αυτό μια νίκη: της ελληνικής κοινωνίας.
Πλέον, στην πέμπτη του εκστρατεία με την Εθνική ομάδα, ο «Greek Freak», πιο ώριμος, πλήρης και… τρομακτικός από ποτέ, φιλοδοξεί να διαγράψει από τη λίστα του το μόνο επίτευγμα που του διαφεύγει: μια σπουδαία διάκριση με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του. Το ‘χει απωθημένο -λέει συχνά-, από την πρώτη μέρα που έπαιξε σε επίπεδο Ανδρών (8 Αυγούστου 2014), σε ένα φιλικό ματς εναντίον της Σερβίας. Πολλά χρόνια πριν αρχίσουμε να μιλάμε για την Εθνική του Γιάννη, ο Γιάννης της Εθνικής υπήρξε πιστός στρατιώτης της.