Μια από τις πιο θρυλικές ταινίες της δεκαετίας του 1980 έγινε μόλις 30 ετών και μαζί με τους νοσταλγικούς εορτασμούς, πολλά διεθνή ΜΜΕ βρήκαν αφορμή να επανεξετάσουν την συμβολή του φιλμ στην αναγνώριση του αυτισμού, θέμα το οποίο πραγματεύεται.
Ο «Άνθρωπος της Βροχής», το γνωστό «Rainman», με τους Ντάστιν Χόφμαν και Τομ Κρουζ, βγήκε στις αίθουσες στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1988 κι αμέσως προκάλεσε αίσθηση με την – τολμηρή για εκείνη την εποχή – θεματολογία της: ο Ρέιμοντ (Χόφμαν) είναι ένας αυτιστικός που πάσχει από σύνδρομο Ασπεργκερ
Έχει κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες καθώς μπορεί να αποστηθίσει έναν ολόκληρο τηλεφωνικό κατάλογο, να μετρήσει μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου τις 246 οδοντογλυφίδες που είναι πεσμένες στο πάτωμα καθώς και τα φύλλα της τράπουλας στο καζίνο.
Ωστόσο είναι «κοινωνικά» αδέξιος, δεν μπορεί να συναναστραφεί με άλλους ανθρώπους ή να κάνει απλούς καθημερινούς υπολογισμούς, ζώντας αποκλεισμένος σε έναν κόσμο και σε συνήθειες και εμμονές που έχει οργανώσει στο κεφάλι του. Μέχρι που τον αναζητά ο αδερφός του Τσάρλι (Κρουζ), ένας εγωιστικός και εγωκεντρικός χαρακτήρας που το μόνο που (τον) θέλει είναι προκειμένου να διευθετήσει τις κληρονομικές του υποθέσεις – βασικά, είναι εκνευρισμένος που ο μεγάλος του αδελφός θα πάρει όλη την κληρονομιά του πατέρα τους ενώ ο ίδιος θα λάβει… μηδέν εις το πηλίκο. Και κάπως έτσι, αναγκάζεται να τον γνωρίσει: μπαίνει σε μια κάμπριο Μπιούικ, απάγει τον Ρέιμοντ και μαζί ξεκινούν να κάνουν ένα ταξίδι που θα τους αλλάξει τη ζωή.
«Ο “Άνθρωπος της Βροχής” υπήρξε το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε ποτέ να συμβεί στον αυτισμό. Καμία δημόσια εκπαίδευση ή δημοσιοσχετίστικη προσπάθεια δεν θα μπορούσε να έχει την εντυπωσιακή ευαισθητοποίηση που ο “Άνθρωπος της Βροχής” προσέφερε σε εθνικό και διεθνές προσκήνιο», τονίζει μιλώντας στον Guardian ο δρ. Ντάρολντ Τρεφέρτ, ειδικός στον αυτισμό και το σύνδρομο Σαβάντ (Savant) καθώς και ιατρικός και επιστημονικός σύμβουλος στην ταινία.
«Η λέξη αυτισμός δεν υπήρχε πουθενά στο σενάριό μου. Κοιτώντας πίσω, «Ο Ανθρωπος της Βροχής” δεν ήταν ποτέ μια ιστορία για τον αυτισμό. Ήταν η ιστορία δύο χαμένων αδελφών, το ταξίδι τους και μετά η λύτρωσή τους», δήλωσε ο Μπάρι Μόροου, ο βραβευμένος με Όσκαρ σεναριογράφος της ταινίας, μιλώντας στη βρετανική εφημερίδα με αφορμή την επέτειο.
Όπως επισημαίνεται στο άρθρο τόσο του Guardian, αλλά κι άλλων ΜΜΕ, όπως της ιταλικής Corriere, η επιτυχία της ταινίας συνδέθηκε με την ευρεία αποδοχή της πάθησης.
«Από πλευράς ιατρικής έρευνας και χρηματοδότησης, άνοιξε τον ασκό του Αιόλου», τονίζει με νόημα ο Μόροου.
«Ίσως η αλλαγή στη διάγνωση να είναι κάτι παραπάνω από σύμπτωση», συνοψίζει ο Τρεφέρτ, προσθέτοντας πως τα επόμενα χρόνια η διάγνωση των προσώπων που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού αυξήθηκε σημαντικά ενώ μια έρευνα του 2010 επιβεβαίωσε πως η χρονιά που άλλαξε την πορεία της διαταραχής ήταν όντως… το 1988!
Υπάρχει φυσικά και η αντίθετη άποψη: όσων υποστηρίζουν πως η απεικόνιση του αυτισμού γίνεται στερεοτυπικά, σχεδόν χοντροκομμένα, ενώ πολλοί αναφέρονται μέχρι και στην «καρικατουρίστικη απεικόνιση των πασχόντων από Ασπεργκερ» από πλευράς του Χόφμαν.
Κάποιοι άλλοι, όπως η κριτικός κινηματογράφου του «New Yorker» Πολίν Κάελ αναρωτήθηκαν ήδη από την πρώτη ημέρα της προβολής της «γιατί οι άνθρωποι της ταινίας δεν είχαν απλά έναν αυτιστικό να παίζει τον συγκεκριμένο ρόλο;».
«Πολλοί λένε πως έβλαψε την ευαισθητοποίηση για τον αυτισμό και καταλαβαίνω την άποψή τους», αναφέρει ο Κρις Μπονέλο, από την οργάνωση Autistic Not Weird, που πάσχει και ο ίδιος από σύνδρομο Ασπεργκερ. Ωστόσο, λέει επίσης πως «καμία παρουσίαση του αυτισμού δεν πρόκειται ποτέ να ικανοποιήσει κανέναν γιατί είναι τόσο ευρύ το φάσμα του αυτισμού και οι αυτιστικοί τόσο πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους».
Προς όποια πλευρά κι αν γέρνει η πλάστιγγα, η αλήθεια είναι πως μετά τον «Άνθρωπο της βροχής» μια σειρά ταινιών βγήκαν στη μεγάλη οθόνη με θέμα τον αυτισμό, όπως τα φιλμ «Temple Grandin», «Mozart and the whale», «My name is Khan» και «Please stand by».
«Σε κάθε περίπτωση, η κληρονομιά του «Ανθρώπου της βροχής» για τον αυτισμό είναι περίπλοκη: ισορροπεί ανάμεσα στον σημαντικό θετικό αντίκτυπο και την επίμονη καχυποψία ή παρερμηνεία. Την περιέγραψαν οι πρωταγωνιστές σε μια σκηνή του έργου σαν το ποντάρισμα σε ρουλέτα. «Ένα για το κακό, δύο για το καλό» είπε ο Ρέιμοντ όπως επιβιβαζόταν στο τρένο για το Wallbrook. «Πόνταρε δύο καλό» του απάντησε ο Τσάρλι», καταλήγει με νόημα το άρθρο της Guardian.
Η ιστορία του αληθινού «Ανθρώπου της Βροχής»
Ο Κιμ Πικ γεννήθηκε το 1962 στο Σολτ Λέικ της Γιούτα με έναν εγκέφαλο ο οποίος δεν είχε τη συστοιχία των νεύρων που συνδέει τα δύο ημισφαίρια. Διαγνώστηκε με σύνδρομο Σαβάντ.
Μέχρι την ηλικία των τεσσάρων χρόνων δεν μπορούσε να περπατήσει, ενώ η αναπτυξιακή του αναπηρία τον εμπόδιζε να κάνει μπάνιο μόνος του, μέχρι και να κουμπώνει μόνος του το πουκάμισο του.
Όμως το σύνδρομο Σαβάντ του έδωσε κάποιες εκπληκτικές ικανότητες καθώς μέχρι τα δύο του, ο Πικ μπορούσε ήδη να απομνημονεύσει τεράστιες ποσότητες πληροφοριών καθώς ήταν σε θέση, διαβάζοντας, να «σαρώνει» τη δεξιά σελίδα με το δεξί μάτι του και την αριστερή με το αριστερό!
Όπως έλεγαν οι επιστήμονες, το γεγονός ότι γεννήθηκε χωρίς σύνδεση μεταξύ των ημισφαιρίων του εγκεφάλου του, σήμαινε ότι ήταν σε θέση να επεξεργαστεί τόνους πληροφοριών ταυτόχρονα.
Ο Κιμ μπορούσε να ολοκληρώσει τα περισσότερα βιβλία σε λιγότερο από μια ώρα, ενώ θυμόταν σχεδόν όλα όσα είχε διαβάσει – είναι χαρακτηριστικό πως μπορούσε να δώσει λεπτομερείς κατευθύνσεις σε οδηγούς σε πόλεις σε ολόκληρο τον κόσμο με βάση χάρτες που μόλις είχε δει.
Επιπλέον, διέθετε μια αξιοσημείωτη μνήμη: για παράδειγμα, μπορούσε κάποιος να πει στον Πικ μια οποιαδήποτε μέρα στην ιστορία και εκείνος μπορούσε να του πει ποια ημέρα της εβδομάδας ήταν!
Ο πατέρας του τον αποκαλούσε χαριτολογώντας «Kimputer», ενώ άλλοι τον χαρακτήριζαν ως το «Έβερεστ της μνήμης», παρά το γεγονός το I.Q. του ήταν μόνο 87, με το 110 να θεωρείται ο ευρέως αποδεκτός μέσος όρος.
Ο Πικ συνάντησε τον Μόροου το 1984 σε ένα συνέδριο για αυτιστικούς και από την επόμενη ημέρα ο σεναριογράφος δεσμεύτηκε να μεταφέρει την ζωή του στο σινεμά.
Πέθανε το 2009 σε ηλικία 48 χρόνων από καρδιακή προσβολή σε νοσοκομείο του Σολτ Λέικ.
«Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς να περάσει πέντε λεπτά μαζί του και να μην αλλάξει ελαφρώς την άποψή του για τον εαυτό του, τον κόσμο και τις δυνατότητές μας ως ανθρώπινα όντα», είπε ο Μόροου στην επιμνημόσυνη δέηση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News