Ντόναλντ Τραμπ: Τον τρόμαξε το… φάντασμα της μνημονιακής Ελλάδας
Ντόναλντ Τραμπ: Τον τρόμαξε το… φάντασμα της μνημονιακής Ελλάδας
«Ο Ντόναλντ Τραμπ συνάντησε έναν αντίπαλο που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει: την αγορά ομολόγων». Αυτός είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος των Times του Λονδίνου μετά τη στροφή 180 μοιρών από τον αμερικανό πρόεδρο την Τετάρτη και το πάγωμα για 90 ημέρες των νέων του δασμών εξαιρουμένης της Κίνας.
Μάλιστα οι Times αναφέρονται και στη χώρα μας για να εξηγήσουν τι ήταν αυτό που πίεσε τον Τραμπ: «Την ημέρα που το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ αυξήθηκε πάνω από εκείνο της Ελλάδας (σσ: του 2010), ο πρόεδρος συμφώνησε να σταματήσουν οι δασμοί σε όλους εκτός από την Κίνα. Αλλά η αβεβαιότητα είναι εδώ για να μείνει»…
Σύμφωνα με την αναλύτρια Μερίν Καν που υπογράφει το δημοσίευμα, «οι εκδικητές των ομολόγων διεκδίκησαν άλλο ένα σκαλπ. Ο πρόεδρος Τραμπ πτοήθηκε από την απότομη πτώση των τιμών των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ». Η αντιπαράθεση του προέδρου των ΗΠΑ με τις χρηματοπιστωτικές αγορές πήρε επικίνδυνη τροπή την Τρίτη και την Τετάρτη, καθώς οι επενδυτές της Wall Street ξεφορτώνονταν κρατικό χρέος των ΗΠΑ, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού των 30ετών ομολόγων στο 5% που αποτέλεσε και υψηλό δύο ετών.
Το ποσοστό της αύξησης των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ ήταν αυτή την εβδομάδα το μεγαλύτερο εδώ και (πάνω) από 40 χρόνια και πιο συγκεκριμένα από το 1982, εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού της αμερικανικής κυβέρνησης μέσω 30ετών ομολόγων πάνω «από την πρώην δοκιμαζόμενη Ελλάδα».
Σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου, οι δασμοί του Τραμπ, οι οποίοι θα αυξήσουν τον πληθωρισμό για τους αμερικανούς καταναλωτές και θα παγώσουν τις επιχειρηματικές επενδύσεις μπορεί «να επιβίωσαν από το ξεπούλημα του χρηματιστηρίου», ωστόσο «οι αγορές χρέους είναι ένα εντελώς διαφορετικό θηρίο ακόμη και για τον παγκόσμιο οικονομικό ηγεμόνα». Και έπρεπε να το αντιμετωπίσει…

Οι κάτοχοι εγχώριων και διεθνών ομολόγων —οι οποίοι ουσιαστικά κατέχουν τίτλους που υπόσχονται την επιστροφή με τόκο των χρημάτων τους από την κυβέρνηση με αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση του εμπορικού και κεφαλαιακού ελλείμματος των ΗΠΑ— είναι ένα σύνολο ανθρώπων που ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν μπορούσε να εκφοβίσει (ιδίως όταν στην αγορά αυτή κάνουν παιχνίδι και οι Κινέζοι).
Οπως επισημαίνει στους λονδρέζικους Times η Μερίν Καν, το μάθημα αυτό το έλαβε η πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Λιζ Τρας (εδώ) τον Οκτώβριο του 2022 μετά από μια θητεία μόλις 45 ημερών που έληξε άδοξα ύστερα από την επίθεση των αγορών και του ΔΝΤ στις φοροελαφρύνσεις που είχε εξαγγείλει. Την ίδια στενωπό έχουν διαβεί τις τελευταίες δεκαετίες αμέτρητες οικονομίες αναδυόμενων αγορών. Σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου, «η αξιοπιστία και η προβλεψιμότητα είναι το κλειδί όταν εξαρτάσαι από την καλοσύνη των εξωτερικών πιστωτών»…
Ως προς αυτό, η ατάκα του Τζέιμς Κάρβιλ, συμβούλου του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον, ότι ήθελε να μετενσαρκωθεί σε αγορά ομολόγων επειδή «μπορείς να εκφοβίζεις τους πάντες» δεν έχει αποδειχθεί ακόμη λανθασμένη. Σύμφωνα με την Καν, ο Τραμπ είναι ο τελευταίος και ο πιο ισχυρός ηγέτης που αναγκάζεται να υποταχθεί στην παγκόσμια αυτή αγορά που δεν αφορά μετοχές εταιρειών αλλά τα κράτη και το χρέος τους.
Βεβαίως, οι αγορές ομολόγων χρειάστηκαν αρκετό χρόνο για να ενεργοποιηθούν σε ό,τι αφορά τους οικονομικούς και δημοσιονομικούς κινδύνους που εγκυμονεί η κυβέρνηση Τραμπ: στα τέλη της περασμένης εβδομάδας τα πράγματα ήταν ΟΚ καθώς οι αγορές ομολόγων έπαιζαν τον παραδοσιακό τους ρόλο ως καταφύγιο σε περιόδους πίεσης καθώς τα χρήματα αποσύρονταν από τη Wall Street και πήγαιναν εκεί μετά την ανακοίνωση των δασμών της 2ας Απριλίου.
Ωστόσο όταν η εξαγγελία για αμοιβαίους δασμούς έγινε πραγματικότητα το πρωί της Τετάρτης (9/4), οι κάτοχοι ομολόγων ξύπνησαν καθυστερημένα όταν είδαν τις ΗΠΑ να έχουν τους υψηλότερους εμπορικούς φραγμούς εδώ και πάνω από έναν αιώνα, σηματοδοτώντας άλλο ένα μεγάλο σοκ στο σκέλος της προσφοράς για την αμερικανική οικονομία δύο χρόνια μετά την ενεργειακή κρίση και πέντε χρόνια μετά την πανδημία. Οι πωλήσεις ομολόγων έπεφταν βροχή καθώς τα hedge funds με μεγάλες τοποθετήσεις στην αγορά κρατικών ομολόγων αναγκάστηκαν να κάψουν χαρτιά όσο-όσο για να αντλήσουν τα κεφάλαια που είχαν ανάγκη για να καλύψουν τις θέσεις τους.
Οπως το θέτουν οι λονδρέζικοι Times, το πάγωμα των 90 ημερών ήταν η ανακούφιση που έψαχναν απεγνωσμένα οι επενδυτές, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο Τραμπ δεν έχει αποσύρει τη δαμόκλειο σπάθη που παραμένει πάνω από τα κεφάλια των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων του: Κίνα, Καναδάς, Μεξικό, Ευρωπαϊκή Ενωση και Ηνωμένο Βασίλειο.
Το μεσοδιάστημα από τώρα έως τον Ιούλιο αναμένεται ότι θα σφραγιστεί από μια φρενίτιδα διπλωματικών συνομιλιών. Αυτή η τρίμηνη περίοδος προσφέρει -κατά την Καν- ένα μονοπάτι στον Τραμπ για την έξοδο από τους δασμούς, επιτρέποντάς του να κλείσει συμφωνίες με κράτη που θα αγοράζουν πλέον πολύ περισσότερα αμερικανικά προϊόντα και να το «πουλήσει» επικοινωνιακά στους οπαδούς του.
Αυτή θα ήταν η αδιαμφισβήτητα καλύτερη εκδοχή για τη Wall Street και τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν βυθιστεί σε περιδίνηση από την ομάδα του προέδρου που κάνει αλλοπρόσαλλες, αντικρουόμενες δηλώσεις σχετικά με τους πολιτικούς του στόχους τους τελευταίους τρεις μήνες.
Βραχυπρόθεσμα ωστόσο, συνεχίζουν οι Times του Λονδίνου, η πολιτική αβεβαιότητα ήρθε εδώ για να μείνει. Ο Τραμπ είχε υποσχεθεί να χρησιμοποιήσει περίπου 800 δισεκατομμύρια δολάρια από τα έσοδα που υπολόγιζε από τους δασμούς για να χρηματοδοτήσει μαζικές φορολογικές μειώσεις. Είχε υποσχεθεί επίσης στους αμερικανούς εργάτες στον κλάδο αυτοκινήτων και του χάλυβα νέες θέσεις εργασίας και εργοστάσια που θα ξεπηδούσαν σαν μανιτάρια.
Δεν είναι βέβαια σαφές αν η καθυστέρηση των δασμών αποτελεί και μια παραδοχή από την πλευρά του Τραμπ ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα ήταν τελικά ο μεγαλύτερος χαμένος από τους δασμούς οι οποίοι είναι γνωστό ότι αυξάνουν τις τιμές των εισαγόμενων αγαθών, διαβρώνουν τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων και τις αναγκάζουν να αναβάλλουν τις επενδυτικές τους αποφάσεις αν δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού.
«Ολα έχουν αλλάξει και τίποτα δεν έχει αλλάξει. Ο κόσμος περιμένει και πάλι τον Τραμπ και αναρωτιέται τι θα κάνει στη συνέχεια» σχολιάζει, κλείνοντας, η Μερίν Καν…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
