Αύριο Παρασκευή, για πρώτη φορά εδώ και 86 χρόνια, θα ακουστούν ισλαμικές προσευχές στην Αγία Σοφία. Για τους ισλαμιστές είναι εκπλήρωση ενός παλιού ονείρου, για πολλούς άλλους θα είναι μεγάλο πισωγύρισμα για ένα κορυφαίο αρχιτεκτονικό και πολιτιστικό μνημείο, παρατηρούν οι New York Times σε κύριο άρθρο τους.
Η μακραίωνη ιστορία του μνημείου, που για 1.000 χρόνια ήταν η μεγαλύτερη εκκλησία του κόσμου, είναι γεμάτη γεγονότα και θρύλους με βαρύνουσα σημασία και για την Ανατολή και για τη Δύση, τονίζει η αμερικανική εφημερίδα.
Με την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος, μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, καταστράφηκαν ή καλύφθηκαν τα βυζαντινά μωσαϊκά ενώ χτίστηκαν και τέσσερις μιναρέδες. Η απόφαση του Μουσταφά Κεμάλ, το 1934, να μετατραπεί το τέμενος σε μουσείο αποκάλυψε και πάλι στα μάτια όλων τα έργα τέχνης. Πέρυσι το μουσείο προσέλκυσε 3,7 εκατ. επισκέπτες, τους περισσότερους από κάθε άλλο στην Τουρκία.
Γιατί όμως ο πρόεδρος της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν αποφάσισε να μετατρέψει ένα μνημείο με διεθνή ακτινοβολία και αναγνώριση;
Παρά την αξιοσημείωτη ισχύ που συγκέντρωσε τα τελευταία 17 χρόνια κατά τα οποία κυβερνά την Τουρκία, το πολιτικό έδαφος πάνω στο οποίο πατάει είναι ασταθές και έχει ανάγκη από κάτι με το οποίο θα «ταΐσει» την εθνικιστική εκλογική του βάση. Αυτό το κάτι ήταν η μετατροπή.
Ο Ερντογάν, εξηγεί η αμερικανική εφημερίδα, είναι προϊόν της ισλαμιστικής πολιτικής παράδοσης. Στην ομιλία του μετά τη δικαστική απόφαση που άνοιξε τον δρόμο για την μετατροπή, επέλεξε να μην μιλήσει για τον Κεμάλ, αλλά μόνο για τον Μωάμεθ που είχε καταραστεί όποιον θα άλλαζε το καθεστώς της Αγίας Σοφίας. Αυτό είναι το κλειδί για την απόφαση: η αναίρεση της πολιτικής του Κεμάλ είναι κάτι που πάντα επιθυμούσαν οι ισλαμιστές.
Και από ό,τι φαίνεται όχι μόνοι αυτοί, γράφουν οι New York Times, αν κρίνουμε από τη μάλλον θετική αντίδραση στο εσωτερικό της χώρας (πλην του κουρδικού κόμματος). Εξίσου χαμηλών τόνων ήταν και η αντίδραση της Χριστιανοσύνης. Αντιθέτως, περισσότερο ευθεία ήταν η UNESCO που εξέφρασε βαθιά θλίψη για την απόφαση.
Σε όλα αυτά η υπόσχεση του Ταγίπ Ερντογάν είναι ότι ο χώρος θα είναι επισκέψιμος, εκτός από τις ημέρες που θα είναι αφιερωμένος στη λατρεία και ότι ο διάκοσμος θα συνεχίσει να εκτίθεται, επίσης πλην των ωρών λατρείας.
Είναι κρίσιμης σημασίας να τηρήσει ο Ταγίπ Ερντογάν την υπόσχεσή του τουλάχιστον για αυτά τα ζητήματα, γράφουν οι New York Times. Και προσθέτουν ότι «είναι μια θλιβερή υπόμνηση της πολιτικής κατάστασης στην Τουρκία ότι ένα μνημείο τόσο μεγάλης σημασίας για όλο τον κόσμο γίνεται πολιτικό εργαλείο στα χέρια ενός αυταρχικού ηγέτη».
Ωστόσο, ο γέγονε γέγονε και ο Ερντογάν δεν υπάρχει περίπτωση να αναιρέσει την απόφασή του χωρίς να εξοργίσει την βάση του, σημειώνει η εφημερίδα.
Η Αγία Σοφία πάντως, προσθέτει, «παραμένει Μνημείο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς με την πιο βαθιά σημασία του όρου, ένα κτίσμα απαράμιλλης ομορφιάς με ένα βαθύ στρώμα των ιστοριών της Ανατολής και της Δύσης, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ. Αυτό δεν εμποδίζει την προσευχή, ούτε θα πρέπει να εμποδίσει τους Τούρκους από το να αισθανθούν ισχυρή σχέση με ένα μνημείο που είναι η υπερηφάνεια του έθνους τους για αιώνες». Όπως η κατεστραμμένη Νοτρ Νταμ στο Παρίσι ή η Ακρόπολη στην Αθήνα, αυτό δεν πρέπει να υπονομεύει τη σημασία του μνημείου σαν σημείο εξαιρετικής σημασίας για όλη την ανθρωπότητα.
Η αμερικανική εφημερίδα καταλήγει γράφοντας ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, με την μετατροπή του μνημείου πήρε πάνω του τη βαριά ευθύνη να είναι ο φρουρός ενός παγκόσμιας σημασίας πολιτιστικού μνημείου. «Αυτό δεν πρέπει να το ξεχάσει», καταλήγει το άρθρο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News