Είναι οριστικό: ο Μαρκ Κλάτενμπεργκ αναλαμβάνει επικεφαλής της Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας. Ο 45χρονος πρώην διαιτητής FIFA, που είχε επιλεγεί ομόφωνα από τους εκπροσώπους των Big-4 του ελληνικού ποδοσφαίρου (δεν χρειάστηκε, καν, η μυστική ψηφοφορία), υπέγραψε διετές συμβόλαιο συνεργασίας με την ΕΠΟ. Θα μας κοστίσει κάτι παραπάνω -μαζί με τους βοηθούς του, Αλαν Σνόντι (Βόρεια Ιρλανδία) και Ζοάο Καπέλα (Πορτογαλία), πάνω από 700.000 ευρώ τη σεζόν-, όμως οι «φίρμες» πληρώνονται ακριβά.
Στις πρώτες του δηλώσεις υποσχέθηκε πως τα ελληνικά ντέρμπι θα τα διευθύνουν ρέφερι επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ. Επίσης, οτι θα φροντίσει για τη βελτίωση των ντόπιων διαιτητών. Τα είχε πει και στη Σαουδική Αραβία, όπου κατείχε το ίδιο πόστο (2018-2019), όμως φάνηκε συνεπής μόνο κατά το ήμισι. Στα λιγότερο σημαντικά ματς, στα οποία «σφύριξαν» Σαουδάραβες, οι σύλλογοι είχαν φρικτά παράπονα.
Εξήγγειλε και ένα πρόγραμμα εβδομαδιαίας ανάλυσης των επίμαχων φάσεων κάθε αγωνιστικής. Οχι από τους τηλεκριτικούς της διαιτησίας, αλλά, επισήμως, από την ΚΕΔ. Με τη βοήθεια του VAR και με παράλληλη δημοσιοποίηση των διαλόγων μεταξύ των χειριστών του και των ρέφερι. Καλή ιδέα. Θα βοηθήσει στη διαφάνεια, αλλά και στην επιμόρφωση των δημοσιογράφων του αθλητικού ρεπορτάζ και των φιλάθλων.
Πριν από τέσσερα χρόνια ήταν ο κορυφαίος διαιτητής της Ευρώπης. «Σφύριξε» τους τρεις σπουδαιότερους τελικούς του 2016: του Euro, του Champions League και του Κυπέλλου Αγγλίας. Δύο «τατού» στο αριστερό του χέρι -τα logo των δύο ευρωπαϊκών διοργανώσεων- θα του θυμίζουν για πάντα το αποκορύφωμα της λαμπρής του καριέρας. Εχει κι άλλα… παράσημα. Το 2000 έγινε ο νεαρότερος διαιτητής (25 ετών) που διηύθυνε ματς της Football League, μετά τον θρυλικό Τζακ Τέιλορ (1956). Κάτι αντίστοιχο συνέβη και τέσσερα χρόνια αργότερα. Οταν του εμπιστεύτηκαν αγώνα της Premier League ήταν, μόλις, 29. Δείγμα του ταλέντου του, που τον διέκρινε από νεαρή ηλικία.
Ωστόσο, ο νέος μας αρχιδιαιτητής δεν έχει μείνει αξέχαστος για την αξιοζήλευτη σταδιοδρομία του στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο (2004-2017), αλλά για τις ιστορίες που τη συνοδεύουν. Από μικρός λάτρευε να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής, ακόμη και για τους λάθος λόγους.
– Τον Οκτώβριο του 2007, σε ντέρμπι της Εβερτον με την Λίβερπουλ, απέβαλε ποδοσφαιριστή των γηπεδούχων (Τόνι Χίμπερτ), αφού πρώτα συμβουλεύτηκε… τον αρχηγό των φιλοξενούμενων, Στίβεν Τζέραρντ! Δεν ορίστηκε σε άλλον αγώνα της Εβερτον για μια πενταετία.
– Τον Αύγουστο του 2008 ήρθαν στο φως κάποια απειλητικά μηνύματα που είχε ανταλλάξει με συνεταίρο του στην επιχείρηση ηλεκτρολογικών ειδών που διατηρούσε, για χρέη ύψους 180.000 ευρώ. Επειτα από σχετική έρευνα, τον Ιανουάριο του 2009 τιμωρήθηκε με δια βίου αποκλεισμό από τη διαιτησία, όμως ένα μήνα μετά η ποινή μειώθηκε στη μια σεζόν.
– Τον Οκτώβριο του 2012 έμπλεξε σε νέες περιπέτειες. Η Τσέλσι τον κατήγγειλε για ρατσιστικό σχόλιο σε βάρος του ποδοσφαιριστή της, Τζον Ομπι Μίκελ. Αποδείξεις δεν βρέθηκαν και η FA (αγγλική ομοσπονδία) τον αθώωσε. Οταν επέστρεψε στα γήπεδα, τέλη Νοεμβρίου, στο ματς Νόργουϊτς Σίτι – Σαουθάμπτον, οι θεατές τον υποδέχθηκαν με standing ovation!
– Δύο χρόνια αργότερα δεν γλίτωσε την τιμωρία. Υστερα από έναν αγώνα (Γουέστ Μπρομ – Κρίσταλ Πάλας) παράτησε τους συνεργάτες του στο γήπεδο και έφυγε μόνος του, οδικώς, για να προλάβει μια συναυλία στο Νιούκαστλ.
– Το 2016 τιμωρήθηκε με επίπληξη, όταν αποκαλύφθηκε πως -ο αθεόφοβος- είχε υπογράψει συμβόλαιο συνεργασίας με γραφείο ατζέντηδων. Από αυτά που εκπροσωπούν τους παίκτες και τους προπονητές. Ο ίδιος, πάντως, ένιωθε και συμπεριφερόταν, ανέκαθεν, σαν ένας σούπερ-σταρ των γηπέδων. Ποτέ δεν επέτρεψε στον εαυτό του να περάσει απαρατήρητος. Επιανε κουβέντα με τους ποδοσφαιριστές, τους έβγαζε τη γλώσσα, έκανε διάφορες γκριμάτσες, και πριν από τις εκτελέσεις φάουλ στεκόταν με τα πόδια ανοιχτά, μιμούμενος το στιλ που είχε λανσάρει ο Κριστιάνο Ρονάλντο.
Εδινε και συνεντεύξεις, συχνά χωρίς να έχει ζητήσει σχετική άδεια. Σε κάποιες από αυτές δεν δίστασε να παραδεχθεί λανθασμένες αποφάσεις του, που έκριναν σημαντικούς αγώνες, ή να αφηγηθεί περιστατικά που δεν τον τιμούσαν. Αλλά, η εξομολόγηση που θα μείνει στην ιστορία, είναι αυτή που έκανε στο αμερικανικό δίκτυο NBC για το ντέρμπι Τσέλσι – Τότεναμ, τον Μάιο του 2016. Σε εκείνο το ματς, που έληξε ισόπαλο (2-2) και «κλείδωσε» τον τίτλο για τη Λέστερ, έπρεπε να είχε αποβάλει τουλάχιστον τρεις παίκτες της Τότεναμ. Η εξήγησή του -γιατί δεν το έκανε- δεν έχει προηγούμενο στα χρονικά της διαιτησίας: «Προτίμησα να αφήσω την Τότεναμ να… αυτοκαταστραφεί. Αυτό ήταν το σχέδιό μου. Αν είχα αποβάλει τρεις παίκτες της, όπως θα έπρεπε, την επόμενη μέρα οι εφημερίδες θα έγραφαν πως ο Κλάτενμπεργκ δεν επέτρεψε στην Τότεναμ να πάρει το πρωτάθλημα. Θα υπήρχε η δικαιολογία της διαιτησίας. Την άφησα, λοιπόν, να το χάσει μόνη της»!
Ο παλαίμαχος ρέφερι από το Νιούκαστλ, που άρχισε να υπηρετεί τη διαιτησία όταν ακόμη ήταν ανήλικος, υιοθέτησε ένα lifestyle που μοιάζει περισσότερο με εκείνο των ποδοσφαιριστών, κι όχι ενός διαιτητή που φροντίζει να περνάει απαρατήρητος. Συνταξιοδοτήθηκε τον Φεβρουάριο του 2017. Εγινε αρθρογράφος και αναλυτής (στους Times, στο BT Sport, στο ITV Sport και στην Daily Mail). Κατόπιν, διοικητικό στέλεχος: στη Σαουδική Αραβία, στην Κίνα και, τώρα, στην Ελλάδα.
Εδώ δεν θα αμείβεται τόσο γενναιόδωρα, όμως κουράστηκε να ζει στην ποδοσφαιρική εξορία. Εμπλεξε; Ή, μήπως, μπλέξαμε; Θα δείξει…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News