Για σχεδόν 50 χρόνια, μετά την αδυσώπητη κούρσα του Διαστήματος της δεκαετίας του 1960 μεταξύ ΗΠΑ και Σοβιετικής Ενωσης, η Σελήνη δεν αποτελούσε προτεραιότητα των διαστημικών αποστολών. Ξαφνικά, στις αρχές της δεκαετίας του 2020, πέντε υπερδυνάμεις –και συνολικά πάνω από 12 χώρες– εστιάζουν εκ νέου στον δορυφόρο της Γης.
Το ινδικό διαστημόπλοιο «Chandrayaan-3», που μόλις προσεληνώθηκε, είναι μέρος μιας νέας εποχής στη σεληνιακή εξερεύνηση. Ενα πλήθος αποστολών –επανδρωμένων και ρομποτικών, κυβερνητικών και ιδιωτικών– επιχειρούν να ξεπεράσουν τα όρια των έως σήμερα αποστολών, με περισσότερες από 12 χώρες να παρατάσσουν διαφορετικά εγχειρήματα.
Η ιαπωνική διαστημική υπηρεσία πρόκειται να εκτοξεύσει μια επιστημονική έρευνα αυτόν τον μήνα, τρία εμπορικά διαστημόπλοια των ΗΠΑ αναμένεται να αποσταλούν μέχρι το τέλος του έτους, ενώ υπάρχουν επίσης σχέδια από τις Ηνωμένες Πολιτείες να επαναφέρουν αστροναύτες στην επιφάνεια της Σελήνης έως το 2027, αναφέρει ρεπορτάζ των Times του Λονδίνου.
Η Κίνα, της οποίας το διαστημικό σκάφος «Chang’e-4» ήταν το πρώτο που προσεδαφίστηκε στη μακρινή πλευρά της Σελήνης το 2019, έχει προγραμματίσει δύο ρομποτικές αποστολές έως το 2030, συμπεριλαμβανομένης εκείνης του «Chang’e-7» σε σεληνιακή τροχιά, και ενός σκάφους μαζί με ένα rover στον νότιο πόλο. Το Πεκίνο ελπίζει επίσης να προσεληνώσει δύο αστροναύτες έως το 2030.
Η Κίνα και η Ρωσία –χώρες που δεν έχουν προσχωρήσει στις πολυεθνικές «Συμφωνίες Αρτεμις», ένα σύνολο διεθνών πρωτοκόλλων για την κοινή, συλλογική εξερεύνηση του φεγγαριού– υπέγραψαν συμφωνία το 2021 για τη δημιουργία ενός σεληνιακού ερευνητικού σταθμού μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030.
Περαιτέρω πρόοδος σε αυτή τη συνεργασία είναι μάλλον απίθανη, και η συζήτηση για μια νέα «διαστημική κούρσα» με τον υπόλοιπο κόσμο θεωρείται απίθανη. Το ρωσικό διαστημικό πρόγραμμα, άλλωστε, προσπαθεί ακόμα να συνέλθει από την πρόσφατη συντριβή του διαστημοπλοίου Luna-25, που έπεσε την επιφάνεια της Σελήνης έπειτα από περιστροφή του σε ανεξέλεγκτη τροχιά.
Η στρατηγική σημασία της Σελήνης υφίσταται ως σταθμός προετοιμασίας για πιο φιλόδοξα πρότζεκτ, όπως αποστολές στον πλανήτη Αρη και σε διάφορους αστεροειδείς. Ο σεληνιακός νότιος πόλος χαρακτηρίζεται από τη NASA ως μια περιοχή «γεμάτη μυστήριο, επιστήμη και ίντριγκες», της οποίας τα μοναδικά χαρακτηριστικά «υπόσχονται πρωτοφανείς ανακαλύψεις στο βαθύ Διάστημα».
Οι ανακαλύψεις του «Chandrayaan-3» «θα μας πουν πολλά για τη χημεία του σεληνιακού εδάφους σε αυτή την περιοχή και θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα την εξέλιξη της Σελήνης κατά τη μακρόχρονη ιστορία της» λέει στους Times η δρ Μέγκαν Αργκο, λέκτορας Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Κεντρικού Λάνκασιρ.
«Εάν αποδειχθεί η ύπαρξη νερού σε επαρκείς ποσότητες, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε μια μόνιμη σεληνιακή βάση κοντά στον νότιο πόλο του φεγγαριού, με έναν διαστημικό σταθμό σε τροχιά και τακτικές εκτοξεύσεις ανθρώπων και εξοπλισμού και προς τις δύο κατευθύνσεις» αποκαλύπτει στη βρετανική εφημερίδα η δρ Αργκο.
«Το “Chandrayaan-3” είναι σίγουρα ένα βήμα προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας σεληνιακής γειτονιάς» καταλήγει η Αργκο. «Η προσελήνωση εξακολουθεί να μην είναι εύκολη και η προσεδάφιση κοντά στον νότιο πόλο είναι πιο δύσκολη από εκείνη κοντά στον ισημερινό, όπως είδαμε με τη ρωσική αποτυχία μόλις πριν από μερικές ημέρες. Αλλά κάθε επιτυχημένη αποστολή μάς επιτρέπει να προχωρήσουμε, τόσο επιστημονικά όσο και μηχανικά. Ακόμα και οι αποτυχίες μάς διδάσκουν κάτι».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News