Η Ιαπωνία, μία από τις πιο ασφαλείς κοινωνίες στον κόσμο, είναι συγκλονισμένη από την απόπειρα δολοφονίας και τον θάνατο του Σίνζο Αμπε, του μακροβιότερου πρωθυπουργού της χώρας, ο οποίος υπέκυψε στα τραύματά του από τα πυρά του ενόπλου που τον πυροβόλησε πισώπλατα, ενώ εκείνος απηύθυνε προεκλογική ομιλία σε υπαίθριο χώρο στη πόλη Νάρα.
Ομως αυτό που συνέβη «έχει αρχαίες ρίζες. Στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου, η πολιτική δολοφονία θεωρούνταν επί αιώνες μια “ακραία αλλά αποδεκτή” μορφή πολιτικής διαμαρτυρίας», αναφέρει ο Πάολο Σάλομ της Corriere della Sera σε ρεπορτάζ του, σημειώνοντας πως αυτό είχαν επισημάνει και οι New York Times την 26η Φεβρουαρίου του 1936, την επομένη της (αποτυχημένης σε εκείνη την περίπτωση) απόπειρας δολοφονίας του Τατσουκίτσι Μινόμπε, ενός επιφανούς νομικού, καθηγητή στον Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκιο, ο οποίος τόλμησε να “αμφισβητήσει” τη θεϊκή φύση του αυτοκράτορα, υποστηρίζοντας πως είναι απλά το «ανώτατο όργανο του κράτους».
Πιο πρόσφατα, την 12η Οκτωβρίου του 1960 ο Ινετζίρο Ασανούμα, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ιαπωνίας, δολοφονήθηκε από τον Οτόγια Γιαμαγκούτσι, έναν 17χρονο ακροδεξιό υπερεθνικιστή, κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης παρουσία χιλίων ατόμων που μεταδιδόταν ζωντανά από την τηλεόραση. Το όπλο του εγκλήματος ήταν παραδοσιακό σπαθί των σαμουράι.
Αυτό που συνδέει τα παραπάνω και άλλα παρόμοια περιστατικά «είναι το γεγονός ότι οι δράστες ανήκουν, περισσότερο ή λιγότερο, σε μυστικές ακροδεξιές οργανώσεις/εταιρείες, ή μάλλον σε μια πολιτιστική παράδοση η οποία – στο πλαίσιο ενός άκρατου φανατισμού – από πάντα απορρίπτει τη μεταμόρφωση της χώρας που άρχισε με τη Μεταρρύθμιση Μεϊτζί από το 1868», εξηγεί ο ιταλός δημοσιογράφος. Ο σταδιακός και καταναγκαστικός εκμοντερνισμός της Ιαπωνίας που έβαλε τέλος στο σογκουνάτο (και στον ιαπωνικό μεσαίωνα), επίδρασε αντίστροφα σε σημαντικό μέρος του πληθυσμού, κυρίως σε όσους ήταν πιο πιστοί στις χιλιετείς παραδόσεις της πατρίδας τους.
Αποτελεί, όμως, η δολοφονία του Σίνζο Αμπε μια παρόμοια περίπτωση; O 41χρονος δράστης της επίθεσης που συνελήφθη δήλωσε ότι ήθελε να σκοτώσει τον Σίνζο Αμπε επειδή ήταν δυσαρεστημένος μαζί του αλλά για λόγους άσχετους με την πολιτική. Είπε, όμως, επίσης πως μισούσε μια «συγκεκριμένη οργάνωση» στην οποία θεωρούσε πως ανήκε και ο νεκρός πρώην πρωθυπουργός. Του αφαίρεσε τη ζωή, καταφέροντάς του δύο θανάσιμα πλήγματα με αυτοσχέδιο όπλο στο στήθος και στο λαιμό. Επειτα από έρευνα στην κατοικία του εντοπίστηκαν και άλλα αυτοσχέδια όπλα καθώς και εκρηκτικές ύλες.
Προς το παρόν οι αρχές δεν έχουν αποκλείσει κανένα ενδεχόμενο, οπότε θα μπορούσε να επρόκειτο για πολιτική δολοφονία ενώ έως το απόγευμα της Παρασκευής δεν είχε ακόμη εξακριβωθεί σε ποια οργάνωση αναφέρεται ο δράστης της δολοφονίας, ούτε εάν έδρασε μόνος του ή είχε συνεργούς.
Ωστόσο ο Αμπε δεν βρισκόταν στην εξουσία εδώ και μία διετία ενώ ως πρωθυπουργός (από το 2006 έως το 2007 και από το 2012 έως το 2020) και ηγέτης του κόμματος ων Φιλελεύθερων Δημοκρατών κατέληξε να είναι μία διχαστική προσωπικότητα που απεχθάνονταν οι προοδευτικοί αλλά λάτρευαν οι συντηρητικοί και οι εθνικιστές, λόγω των στρατιωτικών του, ανοιγμάτων, κυρίως αλλά και των αναθεωρητικών του απόψεων.
Για τη διαλεύκανση του εγκλήματος συστάθηκε ειδική 90μελής ομάδα, οπότε αργά ή γρήγορα τα κίνητρα του εγκλήματος θα εξακριβωθούν. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και εάν επρόκειτο για πράξη ενός παράφρονα, καταλήγει ο ιταλός δημοσιογράφος, «θα συνεχίσουν να υπάρχουν περισσότερα ερωτήματα παρά βεβαιότητες στην Ιαπωνία, μια χώρα που το 1945 αποφάσισε να απορρίψει τον πόλεμο ως πολιτικό εργαλείο στη διεθνή σκηνή, αλλά διατήρησε, ή δεν μπόρεσε να εξαλείψει οριστικά, την ιδέα ότι η βία μπορεί μερικές φορές να είναι η μόνη λύση στις πολιτικές συγκρούσεις».