Δυο αξιόλογα σουτ, του Μπακασέτα στο 32′ και του Κουλούρη στο 87′, ήταν ό,τι καλύτερο είχε να παρουσιάσει η Εθνική μας απέναντι στη φιλότιμη -πλην μικρομεσαία- Φινλανδία, η οποία στο πρώτο δεκάλεπτο του αγώνα έχασε τον κορυφαίο της παίκτη, τον Τεέμου Πούκι (πέντε γκολ στα τελευταία τέσσερα ματς). Δράμα! Εάν ο Μίχαελ Σκίμπε δεν έχει, ήδη, βγάλει τις βαλίτσες του από την αποθήκη, ας το κάνει τώρα. Η «βασιλεία» του (φαίνεται πως) τελείωσε στο Τάμπερε, 150 χιλιόμετρα μακριά από το Ελσίνκι, όπου τον Σεπτέμβριο του 2001 είχε αρχίσει να ξετυλίγεται η παραμυθένια ιστορία του συμπατριώτη του, Οτο Ρεχάγκελ.
Σχεδόν δυο χρόνια έπειτα από εκείνη την τραυματική «πεντάρα» (5-1), τον Ιούνιο του 2003 ο Οτο βρέθηκε -κι αυτός- μπροστά στο… εκτελεστικό απόσπασμα. Ηταν κοινό μυστικό. Αμέσως μετά το παιχνίδι με την Ισπανία, στη Σαραγόσα, θα τον διαδεχόταν ο Γιάννης Κυράστας. Αλλά η Ελλάδα νίκησε, με γκολ του Στέλιου Γιαννακόπουλου. Ο Ρεχάγκελ παρέμεινε στη θέση του και η Εθνική έζησε τις πιο ένδοξες μέρες της (2003-2014). Δυστυχώς για τον Σκίμπε, ο Στέλιος είναι συνταξιούχος, πια. Οπως και ο Ζαγοράκης, ο Δέλλας, ο Καραγκούνης, ο Κατσουράνης… Η σημερινή ομάδα δεν διαθέτει τέτοιες προσωπικότητες. Ισως, αυτή είναι η πιο μεγάλη του ατυχία.
Φαίνεται άδικο, ένας προπονητής να κρίνεται εκεί που έξι προκάτοχοί του έχουν αποτύχει. Εδώ και μισό αιώνα, η Εθνική δεν έχει νικήσει στη Φινλανδία. Ποτέ! Δεν είναι, όμως, η χθεσινή ήττα, για την οποία κατηγορείται. Ούτε, καν, η αποκαρδιωτική εμφάνιση. Είναι η χρόνια αδυναμία της ομάδας να αλλάξει τρίτη σωστή πάσα στο γήπεδο, να πείσει ότι παίζει με συγκεκριμένο σχέδιο, να παράξει τρεις φάσεις της προκοπής, να κρατήσει το «μηδέν» στην άμυνα (που, κάποτε, ήταν η… σπεσιαλιτέ της), να νικήσει άνετα, έστω μια φορά, έναν αντίπαλο χαμηλότερης δυναμικότητας.
Ο Σκίμπε είναι ένας έντιμος επαγγελματίας -και συμπαθής άνθρωπος- που δεν ήρθε στην Ελλάδα για να κοροϊδέψει, αλλά για να δουλέψει. Κατόρθωσε, πράγματι, να βάλει το ασκέρι που παρέλαβε σε μια σειρά, να σταματήσει τη διετή κατρακύλα της Εθνικής, να πείσει τους διεθνείς να μην την περιφρονούν, να τη σταθεροποιήσει σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο. Αλλά, ως εκεί. Τρία χρόνια μετά την πρόσληψή του, ακόμη και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του αμφιβάλλουν, πλέον, για το αν μπορεί να της δώσει ώθηση για το επόμενο βήμα. Να της βρει μια αγωνιστική ταυτότητα που θα της ταιριάζει, να διαλέξει καμιά εικοσαριά παίκτες ικανούς και πρόθυμους, και να τους εμπνεύσει.
Από τις δηλώσεις του, μετά τους αγώνες, αντιλαμβάνεται κανείς και τη δική του σύγχυση. Οι χθεσινές του δικαιολογίες ήταν το πέναλτι που δεν δόθηκε στον Κουλούρη, στο 88′, και η αναγκαστική αλλαγή του Παπασταθόπουλου. Αυτά θα μπορούσαν να εξηγήσουν την ήττα, όχι όμως και μια, ακόμη, μετριότατη εμφάνιση. Η Εθνική μας έχει δώσει τέσσερα ματς για το Nations League, έχει κάνει μόνον ένα καλό ημίχρονο (το πρώτο με την Εσθονία, στο Ταλίν), όμως από το στόμα του Σκίμπε δεν έχει ακουστεί ούτε μια λέξη αυτοκριτικής. Εάν δεν είναι τόσο εγωϊστής, ώστε να μην παραδέχεται τα λάθη του (που δεν είναι), τότε δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος ποιο είναι το πρόβλημα. Πώς να το διορθώσει;
Μια φρικτή υποψία, που φαίνεται να επιβεβαιώνεται, είναι ότι οι αλλόκοτες επιλογές του Γερμανού μοιάζουν βγαλμένες από τη λογική της διπλωματίας, κι όχι του ποδοσφαίρου. Οι κλήσεις του -και οι ενδεκάδες του- «φωνάζουν» πως θέλει να έχει όλους τους «μεγάλους» συλλόγους ικανοποιημένους. Σε κάθε περίπτωση, η πιο μεγάλη του αποτυχία -σε σχέση με τον Ρεχάγκελ ή τον Σάντος- είναι ότι οι δικοί τους «εκλεκτοί» δεν ίδρωναν, απλώς, τη φανέλα. Τη μάτωναν. Εκαναν πολύ περισσότερα απ’ όσα στους συλλόγους τους. Αρκετοί από τους σημερινούς διεθνείς παίζουν στην Εθνική λες και κάνουν αγγαρεία. Για να βγάλουν την υποχρέωση.
Παρά την πρόσφατη διάψευση του προέδρου, Βαγγέλη Γραμμένου, η ΕΠΟ κάνει… πονηρές σκέψεις για τον Σκίμπε. Δεν ξέρει εάν θα πρέπει να τον διώξει, ή να του δώσει άλλη μια ευκαιρία (τα παιγνίδια του Νοεμβρίου). Αλήθεια, όμως, ποιος από τους κυρίους συμβούλους διαθέτει τις τεχνικές γνώσεις που απαιτούνται, ώστε να τον κρίνει αντικειμενικά και σωστά; Κανείς. Επιπλέον, η διοίκηση της Ομοσπονδίας δεν έχει ιδέα για το τι μπορεί να συμβαίνει στην ομάδα, αφού δεν μιλάει με τον προπονητή. Εάν συζητούσαν για τα προβλήματα, ο Σκίμπε δεν θα μάθαινε από δημοσιογράφο ότι η ΕΠΟ έδιωξε τον Κώστα Τσάνα, τον πιο άμεσο συνεργάτη του (αργότερα πήρε την απόλυση πίσω, όταν ο Γερμανός πήγε στην Ομοσπονδία για να ζητήσει εξηγήσεις, πιο… μελιτζανί και από τον Ομπράντοβιτς).
Το 25ο του ματς, χθες στο Τάμπερε, μπορεί να ήταν το τελευταίο του Γερμανού στον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας. Ας είναι. Αλλά, ποιος θα τον αντικαταστήσει; Και, κυρίως, ποιος θα επιλέξει τον διάδοχό του; Μήπως οι ίδιοι οι διεθνείς, που πριν από λίγους μήνες είχαν αποφασίσει ότι ο Σκίμπε «τους κάνει»; Να δούμε τι άλλο θα σκεφτεί η Ομοσπονδία, για να πετάξει την «καυτή πατάτα» από τα χέρια της
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News