Η καθυστέρηση στην έναρξη συναυλιών είναι μια διαχρονική σταθερά στον χώρο της ποπ μουσικής. Κάποιες φορές οι λόγοι είναι τεχνικής φύσεως, κάποιες άλλες οφείλονται στη χαμηλή ή καθυστερημένη προσέλευση θεατών. Οπως και να έχει, η συντριπτική πλειονότητα των λάιβ παγκοσμίως ξεκινούν, κατά μέσο όρο, με καθυστέρηση μισής ώρας.
Αυτό προκαλεί συνήθως εκνευρισμό στους παρευρισκόμενους, καθώς είναι υποχρεωμένοι να περιμένουν όρθιοι μέσα στη ζέστη (ή στο κρύο), έχοντας ήδη ταλαιπωρηθεί με την κίνηση μέχρι την άφιξη στον συναυλιακό χώρο, με την ουρά στην είσοδο και με τον συνωστισμό μπροστά στη σκηνή – όλοι θέλουν να βρίσκονται όσο πιο κοντά στην μπάντα.
Η ταλαιπωρία είναι μία από τις παραμέτρους κάθε συναυλίας –ειδικά εκείνων που γίνονται σε αχανή ποδοσφαιρικά στάδια–, για την οποία οι θεατές είναι συνήθως προετοιμασμένοι. Ο εκνευρισμός δύο οπαδών της Μαντόνα για την καθυστέρηση έναρξης της συναυλίας της στη Νέα Υόρκη, όμως, φαίνεται ότι ξεπέρασε τον ενθουσιασμό τους για το ίδιο το σόου, όπως αναφέρει δημοσίευμα του Guardian.
Οι νεοϋορκέζοι θαυμαστές της σούπερ σταρ της ποπ την εγκαλούν υποστηρίζοντας ότι «έπρεπε να σηκωθούν νωρίς για να πάνε στη δουλειά τους» το επόμενο πρωί. Στην αγωγή που κατέθεσαν στο ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μπρούκλιν, ο Μάικλ Φέλοους και ο Τζόναθαν Χάντεν αναφέρουν ότι αγόρασαν εισιτήρια για το σόου της Μαντόνα στο Barclays Center στις 13 Δεκεμβρίου.
Η παράσταση είχε ως επίσημη ώρα έναρξης τις 20:30, αλλά η 65χρονη τραγουδίστρια ανέβηκε στη σκηνή μετά τις 22:30, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μήνυση. Οταν οι δυο θεατές βγήκαν από το στάδιο, στη 01:00, «βρέθηκαν μόνοι τους στη μέση της νύχτας» και «αντιμέτωποι με περιορισμένα μέσα μαζικής μεταφοράς, περιορισμένο μοίρασμα της διαδρομής και/ή αυξημένο κόστος δημόσιας και ιδιωτικής μεταφοράς».
Ο αργοπορημένος τερματισμός του βραδινού σόου επηρέασε παράλληλα την ικανότητά τους «να αναλάβουν τις οικογενειακές τους ευθύνες την επόμενη μέρα», υποστηρίζεται στην αγωγή, καθώς ήταν υποχρεωμένοι να ξυπνήσουν μετά από ελάχιστο ύπνο για να πάνε στις δουλείες τους.
Οι Φέλοους και Χάντεν κατηγορούν τη Μαντόνα, το Barclays Center και τη διοργανώτρια εταιρεία της περιοδείας, τον διεθνή κολοσσό Live Nation, για «ασυνείδητες, αθέμιτες ή/και παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές» όσον αφορά την καθυστερημένη έναρξη, κάτι που οι δύο μηνυτές υποστηρίζουν ότι συνιστά παραβίαση της σύμβασης και «αθέμιτη άσκηση ψευδούς διαφήμισης».
Η αγωγή αναζητά καθεστώς ομαδικής δράσης για λογαριασμό και των παρευρισκομένων σε άλλα σόου της τουρνέ «Celebration» που ξεκίνησαν αργά, συμπεριλαμβανομένων των επόμενων δύο συναυλιών της Μαντόνα στη Νέα Υόρκη, στις 14 και 16 Δεκεμβρίου.
Η Μαντόνα έχει αντιμετωπίσει παρόμοιες αγωγές στο παρελθόν. Το 2019, ένας θαυμαστής της στη Φλόριντα υποστήριξε ότι οι καθυστερήσεις της στην περιοδεία της με τίτλο «Madame X» συνιστούσαν παραβίαση της σύμβασης του εισιτηρίου, ενώ το 2020 σε ανάλογη αγωγή προχώρησαν δυο θεατές στη Νέα Υόρκη. Αργότερα και οι δύο αγωγές απορρίφθηκαν οικειοθελώς.
Η τρέχουσα περιοδεία της Μαντόνα, με τίτλο «Celebration Tour», επαναπρογραμματίστηκε μετά την αρχική εκκίνησή της τον περασμένο Ιούλιο, καθώς στο μεταξύ η τραγουδίστρια νοσηλεύθηκε για βακτηριακή λοίμωξη. Η περιοδεία συνεχίζεται μέχρι την τελευταία της στάση στο Μεξικό, τον ερχόμενο Απρίλιο.
Στη χώρα μας, μια από τις μεγαλύτερες καταγεγραμμένες καθυστερήσεις έναρξης συναυλίας υπήρξε εκείνη των «γερόλυκων» της βρετανικής ροκ Status Quo στο νεόκοπο τότε Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, στο Φάληρο, το καλοκαίρι του 1986. Η παράσταση ξεκίνησε με πάνω από μία ώρα καθυστέρηση, χωρίς καμία επίσημη εξήγηση, με το κοινό να στάζει ιδρώτα μέσα στο κλειστό στάδιο προτού καν βγει η μπάντα στη σκηνή.
Οι μεγάλες καθυστερήσεις δεν είναι το μοναδικό απρόοπτο στις ροκ συναυλίες της Αθήνας. Η εμφάνιση των Βρετανών Blur στις εγκαταστάσεις του Αγίου Κοσμά το 1999 στιγματίστηκε από τη δυσανασχέτηση του κοινού, όταν η μπάντα ξεκίνησε με τραγούδια από το πειραματικό, καινούργιο τότε, άλμπουμ της «13».
Οι θεατές, που περίμεναν να ακούσουν τις μεγάλες επιτυχίες του γκρουπ, άρχισαν χαλαρά γιουχαΐσματα, με τον τραγουδιστή Ντέιμον Ολμπαρν, εμφανώς εκνευρισμένο, να ρωτάει ξαφνικά το κοινό: «Θέλετε να παίξουμε ή να πάμε να γ—–με;». Μετά από 20 λεπτά το συγκρότημα αποχώρησε από τη σκηνή, για να επιστρέψει και να παίξει όλες τις επιτυχίες του, γνωρίζοντας την αποθέωση του κοινού.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News