Η απόδειξη, ότι τα αφεντικά της ιταλικής Μαφίας έχουν επενδύσει εδώ και καιρό τις τεράστιες εισπράξεις τους από τη διακίνηση ναρκωτικών στις καλές τέχνες, βρίσκεται στο Palazzo Reale του Μιλάνο, όπου από τις 3 Δεκεμβρίου 2024 έως τις 26 Ιανουαρίου 2025 φιλοξενείται η έκθεση «SalvArti. Dalle confische alle collezioni pubbliche» («SalvArti: Από τις κατασχέσεις στις δημόσιες συλλογές»).
Πρόκειται για μια έκθεση που επιστρέφει στο κοινό μια σειρά από σύγχρονα έργα τέχνης, όπως πίνακες ζωγραφικής, εγκαταστάσεις, χαρακτικά, κολάζ και γλυπτά καλλιτεχνών, όπως οι Τζιόρτζιο ντε Κίρικο, Μάριο Σιρόνι, Λούτσιο Φοντάνα, Μάσιμο Καμπίλι, Σαλβαδορ Νταλί, Αντι Γουόρχολ, Μάριο Σκίφανο, Κιθ Χάρινγκ, Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ, Κρίστο και άλλοι, από κατασχέσεις που έγιναν από τις δημόσιες αρχές στο οργανωμένο έγκλημα.
Περισσότερα από 80 έργα παρουσιάζονται τοποθετημένα με χρονολογική και θεματική σειρά, καθιστώντας δυνατή την αναδρομή στην εξέλιξη της τέχνης από το πρώτο μισό του 20ού αιώνα έως τις αρχές της δεκαετίας του 2000, και ιδίως στην εξέλιξη των εκφραστικών γλωσσών και των καλλιτεχνικών ρευμάτων της εποχής.
Η έκθεση σηματοδοτεί το δεύτερο στάδιο του project «Arte per la cultura della legalità» («Τέχνη για τον πολιτισμό της νομιμότητας»), το οποίο επιμελήθηκαν η Γενική Διεύθυνση Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού, η Εθνική Υπηρεσία Κατασχέσεων και Δήμευσης Περιουσιακών Στοιχείων από το Οργανωμένο Εγκλημα (ANBSC), ο Δήμος του Μιλάνου και η Μητροπολιτική Πόλη Ρέτζιο Καλάμπρια, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εσωτερικών. Μια προεπισκόπηση της έκθεσης παρουσιάστηκε αρχικά στο Μουσείο Hendrick Christian Andersen στη Ρώμη (16 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου 2024) και θα ολοκληρωθεί στο Palazzo della Cultura στο Ρέτζιο Καλάμπρια (8 Φεβρουαρίου – 27 Απριλίου 2025).
Περισσότερα από 20 έργα που εκτίθενται στο Palazzo Reale του Μιλάνου, συμπεριλαμβανομένης μιας λιθογραφίας του Νταλί με τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, ήταν κάποτε ιδιοκτησία ενός αφεντικού της μαφιόζικης οργάνωσης Ντράνγκετα, η οποία διευθύνει παγκόσμια δίκτυα κοκαΐνης από την Καλαβρία στη νότια Ιταλία, γράφει τους Times ο Τομ Κίνγκτον, ανταποκριτής της βρετανικής εφημερίδας στη Ρώμη.
Αλλα έργα, όπως το «Summer Arts in the Parks» του Γουόρχολ, συγκεντρώθηκαν από ένα διεθνές δίκτυο ξεπλύματος χρήματος, που διαλύθηκε το 2013.
«Τα έργα που προορίζονταν να παραμείνουν θαμμένα στα δίκτυα του οργανωμένου εγκλήματος επιστρέφονται τελικά στην κοινότητα, αναλαμβάνοντας συμβολικό ρόλο ως αντίσταση στο έγκλημα», δήλωσε στους Times η Μαρία Ροζάρια Λαγκάνα, η οποία διευθύνει την κρατική υπηρεσία, που διαχειρίζεται τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία του εγκλήματος. Συνήθως πρόκειται για αυτοκίνητα, που στέλνονται σε δημοπρασία, ή αγροκτήματα και διαμερίσματα, τα οποία δίνονται σε φιλανθρωπικά ιδρύματα.
Τα έργα τέχνης, ωστόσο, αφού εκτεθούν και στο Ρέτζιο Καλάμπρια, (το Ρήγιον, μια από τις αρχαιότερες ελληνικές αποικίες και πιο σημαντικές πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας), καρδιά της επικράτειας της Ντράγκετα, στην άκρη της νότιας Ιταλίας, θα διανεμηθούν, στη συνέχεια, σε κρατικά μουσεία σε όλη τη χώρα. «Πρόκειται για μια αναγέννηση αυτών των έργων. Είναι κατά κάποιον τρόπο σαν να τα ξεθάβουμε από τη γη, όπως οι αρχαιολόγοι, και να τα εκθέτουμε έτσι ώστε να μπορούν να τα δουν όλοι», δήλωσε η Λαγκάνα.
Στους εγκληματίες με προτίμηση στην τέχνη, οι οποίοι έχουν συλληφθεί, περιλαμβάνεται και ο Ραφαέλε Ιμπέριαλε, ένας ιταλός βαρόνος ναρκωτικών με στενούς δεσμούς με τη Μαφία. Ο Ιμπεριάλε κατάφερε να ξεφύγει από ένα ένταλμα σύλληψης το 2016, αφήνοντας κρυμμένους στη βίλα του δύο πίνακες Βαν Γκογκ που είχαν κλαπεί από μουσείο του Αμστερνταμ.
Ενας πίνακας που, ωστόσο, δεν θα εκτεθεί είναι η «Γέννηση με τον Αγιο Φραγκίσκο και τον Αγιο Λαυρέντιο» του Καραβάτζιο, ο οποίος κλάπηκε από μια εκκλησία στο Παλέρμο το 1969, υποτίθεται από τη σικελική Μαφία. Ενας αποστάτης από τη Μαφία είπε ότι κρεμόταν σε συναντήσεις κορυφής της Κόζα Νόστρα στη Σικελία, ενώ έχει επίσης υποστηριχθεί ότι το έργο ήταν κρυμμένο σε μια φάρμα, όπου αρουραίοι και γουρούνια το κατέστρεψαν μασώντας τον καμβά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News