Η καπετάνισσα Καρόλα Ρακέτε άλλαξε ρότα. Παραμένει o ίδιος άνθρωπος, μια γυναίκα ατίθαση και προσηλωμένη στους στόχους της, αλλεργική στους συμβιβασμούς αλλά με χαλαρή διάθεση και σχεδόν πάντα χαμογελαστή και με ένα σακίδιο στην πλάτη, γιατί δεν σταματά σχεδόν ποτέ να ταξιδεύει. Αλλά ο προορισμός της αυτήν τη φορά δεν είναι το λιμάνι της Λαμπεντούζα. Η Ρακέτε δεν κρατάει πλέον το τιμόνι του Sea Watch 3 κατά τις αποστολές διάσωσης προσφύγων και μεταναστών στα νερά της Μεσογείου. Εννοείται πως εάν τη χρειαστούν ξανά εκείνη θα επιστρέψει αμέσως στο παλιό της πόστο. Tώρα, όμως, η 31χρονη Γερμανίδα βάλθηκε να σώσει ολόκληρο τον πλανήτη από την κλιματική κρίση. Ο στόχος της είναι σίγουρα εξαιρετικά φιλόδοξος, συγχρόνως, όμως, δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί στη Γη, είναι και επιτακτικός.
«Ηρθε η ώρα να δράσουμε, το να ελπίζουμε δεν επαρκεί πλέον», επαναλαμβάνει συνεχώς στο βιβλίο της «Δράση αντί Ελπίδας – Εκκληση στην τελευταία γενιά» το οποίο συνέγραψε με τη συμβολή της δημοσιογράφου Αν Βάις και κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες στη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αφορμή για να αναδείξει και γραπτώς η Ρακέτε την άκρως ριζοσπαστική οικολογική και κοινωνική συνείδησή της, στάθηκαν τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του περασμένου Ιουνίου: έπειτα από 17 ημέρες που ήταν ακινητοποιημένη εν πλω ελάχιστα ναυτικά μιλιά μακριά από τα χωρικά ύδατα της Ιταλίας, η καπετάνισσα του Sea Watch 3 το πλήρωμα του οποίου είχε περισυλλέξει 53 ανθρώπους που επέβαιναν σε ένα φουσκωτό σκάφος ανοιχτά της Λιβύης, αψήφησε τις απειλές και κατεδάφισε με το πλοίο της το αόρατο τείχος που είχε προλάβει να ανεγείρει κατά μήκος των ιταλικών ακτών ο ακροδεξιός πρώην υπουργός Εσωτερικών της χώρας.
Ετσι έγινε ευρέως γνωστή η γερμανίδα ακτιβίστρια, ορθώνοντας το ανάστημά της στον Ματέο Σαλβίνι. Η μεταξύ τους αντιπαράθεση έληξε το βράδυ της 29ης Ιουνίου, με τον αναγκαστικό ελλιμενισμό του Sea Watch 3 στον εμπορικό λιμένα της Λαμπεντούζα και την ανεπιτυχή απόπειρα μιας ιταλικής ακταιωρού να παρεμποδίσει την πορεία του.
Η απόφαση της Ρακέτε να εισέλθει στο ιταλικό λιμάνι δίχως να έχει λάβει σχετική άδεια είχε ως αποτέλεσμα να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό για δύο ημέρες. Στη συνέχεια, ωστόσο, δικαστής του Αγκριτζέντο διέταξε να αφεθεί ελεύθερη, δεδομένου ότι έπραξε όλα όσα ορίζει το διεθνές ναυτικό δίκαιο για τη διάσωση ανθρώπων που κινδυνεύουν στη θάλασσα.
Στο βιβλίο της η Καρόλα Ρακέτε περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια όλα όσα συνέβησαν εκείνες τις ημέρες. Αναφέρεται στις αλλεπάλληλες εκκλήσεις για τον ελλιμενισμό του πλοίου, στους πολιτικούς που μόνον υπόσχονταν και δεν αντιδρούσαν, στο κίνδυνο κάποιοι από τους πρόσφυγες να αυτοκτονούσαν, στη σύσκεψη όλων των μελών του πληρώματος κατά την οποία η πλοίαρχος τους κοινοποίησε τη «συλλογική απόφασή» τους.
Ομως οι ημέρες της Λαμπεντούζα αποτελούν μονάχα το προοίμιο του βιβλίου της. Η Ρακέτε τις αξιοποιεί για να γράψει για τα ζητήματα που πραγματικά την απασχολούν – κυρίως για τη συσχέτιση μεταξύ της κλιματικής κρίσης και του φαινομένου της προσφυγιάς και της μετανάστευσης.
«Κατά τους πρώτους έξι μήνες του τρέχοντος έτους επτά εκατομμύρια άνθρωποι μετακινήθηκαν εντός των χωρών τους εξαιτίας πλημμυρών, κυκλώνων και φυσικών καταστροφών που προκλήθηκαν από την υπερθέρμανση του πλανήτη. Αυτή η δυναμική έχει ως συνέπεια την αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που εκπατρίζονται, ακόμα και με τρόπο απελπιστικό, όπως συμβαίνει στην περίπτωση όλων όσοι διασχίζουν τη Μεσόγειο Θάλασσα με φουσκωτές βάρκες», υπογράμμισε η ίδια, μιλώντας στον Φάμπιο Τονάτσι, απεσταλμένο της La Repubblica στη Βιέννη, όπου ο ιταλός δημοσιογράφος μετέβη με τρένο, αφού του το ζήτησε προσωπικά η Ρακέτε, υπενθυμίζοντάς του ότι το αεροπλάνο μολύνει υπερβολικά το περιβάλλον.
Μέσω του βιβλίου της η Καρόλα επιδιώκει να υπογραμμίσει την επείγουσα ανάγκη να δράσουμε για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης ούτως ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα. Και απευθύνει κάλεσμα για τη συνειδητή μείωση της κατανάλωσης στις δυτικές, κυρίως, κοινωνίες, οι οποίες φέρουν την ευθύνη για την πλειονότητα των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα που εκλύονται στο περιβάλλον.
Γνωρίζει, ωστόσο, πως «η οικολογική κρίση είναι ένα πρόβλημα δομικό, παγκόσμιο, συστημικό που δεν μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσω προσωπικών επιλογών όσον αφορά τον τρόπο ζωής. Η αποκήρυξη της κατανάλωσης σε προσωπικό επίπεδο είναι σίγουρα μια κίνηση που θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη εάν αντιλαμβανόμαστε την κρισιμότητα της κατάστασης, αλλά θα πρέπει να συνοδεύεται από συλλογικές δράσεις και πολιτική δέσμευση που θα μας ωθήσουν να αλλάξουμε το σύστημα», αναφέρει. Και τάσσεται υπέρ της ειρηνικής εξέγερσης και της πολιτικής ανυπακοής των πολιτών όλου του κόσμου, υπογραμμίζοντας πως πρέπει άμεσα να πάψουμε να ελπίζουμε και να αρχίσουμε να αντιδρούμε γιατί «είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να κάνει κάτι ώστε να σώσουμε τον κόσμο».
Η Ρακέτε δεν εμπιστεύεται τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις. Θεωρεί ότι ενεργούν με γνώμονα κυρίως τα συμφέροντα των διάφορων λόμπι και των πολυεθνικών, αντί να ενδιαφέρονται πρωτίστως για τις ανάγκες των πολιτών. Αρκεί να σημειωθεί ότι «οι κίνδυνοι της υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι γνωστοί από το 1990, ωστόσο μέσα σε 30 χρόνια οι εκπομπές αυξήθηκαν κατά 60%. To «Πράσινο New Deal είναι μια πολιτική αφελής και λανθασμένη γιατί δεν θέτει όρια στην κατανάλωση πόρων. Οι ρήτρες της Συμφωνίας του Παρισιού παραβιάζονται συστηματικά από χώρες όπως η Γερμανία. Η πολιτική δεν κάνει πολλά και γι αυτόν τον λόγο πρέπει να επανεφευρεθεί η δημοκρατία», υποστήριξε.
Οσον αφορά το πώς μπορεί να συμβεί αυτό, η Ρακέτε βασίζεται κυρίως στους απλούς πολίτες.
«Πολύ θεωρούν πως η πολιτική ανυπακοή αποτελεί πρόβλημα γιατί προκαλεί εξεγέρσεις και διαταράσσει την τάξη. Ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία η τάξη είναι λανθασμένη και καταστροφική. Πρέπει να καταστραφεί γιατί διαφορετικά οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να πεθαίνουν. Γιατί διαφορετικά επιτρέπουμε στο σύστημα και την πίστη του στη διαρκή ανάπτυξη να μας υφαρπάζει κάτι απίστευτα πολύτιμο και αναντικατάστατο. Γιατί δεν πρόκειται να σταματήσουν οικειοθελώς. Και γιατί δεν μπορούμε να αποδεχτούμε ότι εξαιτίας του συστήματος η πλειονότητα των ανθρώπων ληστεύεται, εξαπατάται και καταπιέζεται στο όνομα της τάξης. Αυτό πρέπει να κάνουμε αντί να συνεχίζουμε να ελπίζουμε ότι θα διασφαλίσουμε τα δικαιώματά μας και το μέλλον μας, ικανοποιώντας όλους όσοι κατέχουν ακόμα την εξουσία. Το πρόβλημα είναι η πολιτική υπακοή, όχι η κοινωνική υπακοή. Ας δράσουμε αντί να ευελπιστούμε», σημειώνει, μεταξύ άλλων στο βιβλίο της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News