Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συμφώνησε σ’ ένα τρίτο μνημόνιο που όποιος το διαβάσει, θα συμφωνήσει πως έχει μέτρα που ούτε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δεν θα τολμούσε, ούτε θα μπορούσε ποτέ να φέρει στην Βουλή. Το αντικειμενικό αποτέλεσμα επιβεβαιώνει μια ιστορική πολιτική αλήθεια. Ότι τα σκληρά μέτρα περνάνε πιο εύκολα από κυβερνήσεις που αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικές, σοσιαλιστικές κ.ο.κ. Στην Ελλάδα τουλάχιστον, αυτό συμβαίνει. Όσα δεν κατάφερε η κυβέρνηση Μητσοτάκη να περάσει στην τριετία 1990-93, τα κατάφερε η κυβέρνηση Παπανδρέου που την διαδέχτηκε. Είναι ενδεικτικό πως πολλά από τα μέτρα στα οποία συμφώνησε ο Τσίπρας τώρα, είχαν συμφωνηθεί αλλά δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.
Γιατί συμβαίνει αυτό, γιατί δηλαδή οι αυτοπροσδιοριζόμενες προοδευτικές κυβερνήσεις προωθούν πιο σκληρά μέτρα, είναι εύκολο να κατανοηθεί. Ελέγχονται σε μεγαλύτερο βαθμό τα συνδικάτα και διαχέεται στην κοινωνία η άποψη ότι τα μέτρα αποτελούν ιστορική αναγκαιότητα. Και είναι διαφορετικό να επικαλείται αυτή την αναγκαιότητα μια συντηρητική κυβέρνηση από μια προοδευτική. Γίνεται πιο πειστική η δεύτερη και καταφέρνει παράλληλα ν’ ακυρώσει τις όποιες αντιδράσεις.
Αυτό συνέβη και τώρα με την κυβέρνηση Τσίπρα. Αφού για πολλά χρόνια είχε χτίσει έναν αντιμνημονιακό λόγο, κατάφερε να συσπειρώσει πίσω από αυτόν ένα συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, το οποίο ήδη είχε δοκιμαστεί από τα δυο μνημόνια που προηγήθηκαν. Ο λόγος του ΣΥΡΙΖΑ δεν βασιζόταν σ’ ένα εναλλακτικό πειστικό σχέδιο, σ’ ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, σε ισοδύναμα μέτρα που θα προκαλούσαν μια έστω μικρή αναδιανομή του εισοδήματος. Δεν υπήρξε τίποτα απ’ όλα αυτά.
Ο λόγος και τα συνθήματα βασίστηκαν αποκλειστικά και μόνο στο θυμικό και εκμεταλλεύτηκε τους πιο αδύναμους, οι οποίοι έβλεπαν τον λόγο αυτό ως μοναδική διέξοδο. Άκριτα και χωρίς δόσεις ρεαλισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν ό,τι ήθελε ν’ ακούσει το ακροατήριό του. Δεν είχε κανένα πρόβλημα ως προς αυτό, κανενός είδους ηθική δεν υπήρξε όταν αφειδώς έλεγε ναι σε όλα. Το επιδιωκώμενο ήταν η αναρρίχηση στην εξουσία και μπροστά στον στόχο αυτό, όλα λειτουργούσαν ισοπεδωτικά. Και στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ ισοπέδωσε και αρκετά αξιακά προτάγματα της αριστεράς. Όπως τον διαχωρισμό εκκλησίας με το κράτος, για παράδειγμα. Είπαμε, όλα για την εξουσία. Οι ψηφοφόροι που απορούσαν βλέποντας πέρυσι τον Τσίπρα να επισκέπτεται το Άγιο Ορος ή να αναπτύσσει σχέσεις αμοιβαίας στοργής με φορείς (οικονομικά συμφέροντα, κ.α.) που είχαν παραδοσιακά ταυτιστεί με τις συντηρητικές δυνάμεις, έβαζαν στην άκρη τις απορίες τους· το πρόταγμα ήταν να φύγουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις.
Οι μνημονιακές κυβερνήσεις έφυγαν και αυτή που τις διαδέχτηκε, αποδεικνύεται εξίσου μνημονιακή. Με μια σημαντική διαφορά ωστόσο. Οι κοινωνικές αντιδράσεις τώρα, θα ειναι θεαματικά μικρότερες. Τα πλήθη που φώναζαν για «προδότες, γερμανοτσολιάδες και μνημονιακούς», τώρα ή θα δεχτούν τα νέα μέτρα σαν αναγκαιότητα και θα χάψουν το νέο αφήγημα του Τσίπρα (το πάλεψε, αλλά είχε απέναντί του όλα τα θηρία) ή θ’ απογοητευτούν και θα κάτσουν σπίτι τους ή θα οδηγηθούν σε απόλυτα αρνητικές επιλογές, όπως της ακροδεξιάς.
Και η κυβέρνηση, αν δεν είχε την ομάδα Λαφαζάνη να την απειλεί με απώλεια της δεδηλωμένης, θα συνέχιζε να κυβερνά ανενόχλητη. Η δεύτερη και πιο πιθανή επιλογή -αυτή των εκλογών- δεν νομίζω θ’ αλλάξει θεαματικά τα δεδομένα. Για πολλούς λόγους που έχουν εξηγηθεί πρόσφατα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα εξακολουθεί να κυριαρχεί στο πολιτικό σκηνικό. Ενδεχομένως, ν’ αλλάξει κυβερνητικό εταίρο, αλλά τα δεδομένα δεν φαίνεται ν’ αλλάζουν σύντομα. Η μνημονιακή κυβέρνηση Τσίπρα (η σημερινή ή η αυριανή), ακολουθώντας τις ίδιες πολιτικές συμπεριφορές των προηγούμενων, θα διαχειρίζεται τις τύχες μας. Χωρίς δυστυχώς καμιά ελπίδα να φαίνεται έστω στο βάθος του ορίζοντα και με ψαλιδισμένες πολλές προσδοκίες πολλών ανθρώπων που νοιώθουν προδομένοι. Για μια ακόμα φορά…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News