Κεντρικός ήρωας της παράστασης με τον τίτλο «The Drag-Μία ομοφυλοφιλική κωμωδία σε τρεις πράξεις» είναι ο Ρόλι Κίνγκσμπερι ο οποίος προέρχεται «από μία εκ των πιο διακεκριμένων οικογενειών» αλλά είναι παγιδευμένος σε έναν γάμο δίχως αγάπη. Ο πατέρας του είναι δικαστής και ομοφοβικός. Ο πεθερός του είναι θεραπευτής με ειδίκευση στον «γκέι προσηλυτισμό».
Ο Ρόλι είναι ένας ανομολόγητος ομοφυλόφιλος. Το έργο κορυφώνεται σε έναν χορό με drag queens στο δωμάτιο ζωγραφικής του αρχοντικού σπιτιού του. Εκεί η κατάσταση εκτραχύνεται με διαλόγους φάρσας και με ζωντανή μουσική τζαζ πάνω στη σκηνή.
Το γράψιμο της Μέι Γουέστ είναι ζουμερό, κοφτερό και με μηνύματα. Επρόκειτο για μία γυναίκα-σύμβολο του σεξ, η οποία ήξερε καλά τι σημαίνει ανδρικό βλέμμα και ως εκ τούτου μπορούσε να αποδώσει τέλεια το γκέι ανδρικό φλερτ στα έργα της.
Όταν το «Drag» ανέβηκε για πρώτη φορά, το 1927 στο Κονέκτικατ, η Μέι Γουέστ υποδυόταν μια πόρνη στη σκανδαλιστική παράσταση «Σεξ» που ανέβαινε στο Μπρόντγουεϊ. Το έργο κρίθηκε προσβλητικό της δημοσίας αιδούς και η πρωταγωνίστρια φυλακίστηκε για 10 ημέρες. Όταν αποφυλακίστηκε έφυγε με τη λίμο της. Και δήλωσε στους δημοσιογράφους που την περίμεναν έξω από τα κάγκελα πως μέσα στο κελί φορούσε όλες τις μέρες μόνο τα μεταξωτά εσώρουχά της.
Το «Drag» η Γουέστ το υπογράφει με το ψευδώνυμο Τζέιν Μαστ και βασικά το θέμα του είναι η δυστυχία και το βάρος και το κόστος του να ζεις μια μυστική ζωή. Ο Ρόλι Κίνγκσμπερι δεν τόλμησε ποτέ να δηλώσει ανοιχτά στον περίγυρό του ποια είναι η ζωή που θα τον έκανε ευτυχισμένο.
Τέτοιους φίλους είχε πολλούς η Μέι Γουέστ. Και, βασικά την είχε συγκινήσει πολύ ο καθημερινός αγώνας τους να είναι ανοιχτοί για τις σχέσεις τους, να γίνουν αποδεκτοί γι’ αυτό που είναι στην κοινωνία.
Όταν ήρθε η ώρα για τη συγγραφέα να κάνει κάστινγκ απευθύνθηκε σε γκέι ηθοποιούς. Προσέξτε όμως: τότε, στη Βρετανία, οι γκέι απαγορευόταν να ερμηνεύουν ρόλους που είχαν λόγια. Μπορούσαν να παίξουν στη σκηνή αλλά μόνο ρόλους χωρίς καμία ατάκα!
Την οντισιόν η επαναστατική Μέι (μη μου πείτε πως αυτό δεν είναι ακτιβισμός καραμπινάτος!) την έκανε το 1927 μέσα σε ένα γκέι μπαρ στο Γκρίνουιτς Βίλατζ. Όταν η παράσταση ανέβηκε το κοινό τη λάτρεψε, ωστόσο το περιοδικό των θεαμάτων, «Variety» έγραψε πως πρόκειται για μία ανεκδιήγητη, χυδαία απόπειρα κεφαλαιοποίησης ενός βρώμικου ζητήματος, για το κέρδος.
Η Γουέστ ήθελε το έργο να ανέβει στο Μπρόντγουεϊ αλλά δεν τα κατάφερε. Ενας από τους παραγωγούς εκεί είπε: «Είναι το χειρότερο έργο που άκουσα ποτέ να εισβάλλει στη Νέα Υόρκη. Χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά τη αποσύνθεσης». Η δε ηθοποιός, τραγουδίστρια και σεναριογράφους είχε δηλώσει κάποια στιγμή πως «το κοινό είναι πολύ παιδιάστικο για να αντιμετωπίσει με ωριμότητα ενηλίκου το θέμα της ομοφυλοφιλίας».
Το «Drug» ήταν πολύ τολμηρό για τον μέσο όρο της συμβατικότητας στο Μπρόντουγεϊ. Κι έτσι η Μέι Γουέστ ξαναέγραψε το έργο με τίτλο «The Pleasure Man» και με ετεροφυλόφιλο κεντρικό ήρωα. Η παράσταση ανέβηκε, αλλά χαρακτηρίστηκε προσβλητική και τελικά η συγγραφέας οδηγήθηκε για μία ακόμη φορά στον εισαγγελέα.
Η Μέι Γουέστ βεβαίως ήταν συνηθισμένη σ΄αυτά. Στη μακρά ζωή της (1893-1980) και στην εβδομηκονταετή καριέρα της ήρθε πολλές φορές αντιμέτωπη με τον νόμο και ακόμη περισσότερες με τη λογοκρισία. Ηταν μία καλλιτέχνης με τόλμη. Ηθελε να προβοκάρει την κοινωνική σεμνοτυφία και την υποκρισία ειδικά σε ζητήματα που σχετίζονταν με τον ερωτισμό και το σεξ. Όταν κάποτε τη ρώτησαν πώς αισθάνεται που λογοκρίνεται η δουλειά της και που τραβιέται κάθε τρεις και λίγο στα δικαστήρια η απάντηση που έδωσε ήταν η εξής: «Μα εγώ πιστεύω στη λογοκρισία. Εκανα περιουσία χάρη σ’ αυτήν!».
Τελικά η προσφορά της αναγνωρίστηκε. Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε ανάμεσα στις 15 μεγαλύτερες σταρ του κλασσικού αμερικανικού σινεμά.
*Αυτό το Σαββατοκύριακο, το έργο της «The Drag-Μία ομοφυλοφιλική κωμωδία σε τρεις πράξεις», ανεβαίνει για λίγες μέρες από το Εθνικό Θέατρο του Λονδίνου στο πλαίσιο του αφιερώματος Queer Theatre.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News