Μερικές φορές αρκούν τρεις λέξεις. Τρεις μόνον λέξεις: «Τάφος του Αλέξανδρου». Του Μεγαλέξανδρου, βεβαίως. Αρκεί λοιπόν η αναφορά για να ξυπνήσει πάθη, να αναζωπυρώσει κόντρες, να ρίξει λάδι σε μια – πάντοτε – μισοσβησμένη φωτιά, με «εθνικές» ή εθνικιστικές προεκτάσεις (και αγκυλώσεις). Ακόμη και να φέρει αντιμέτωπες την Ιστορία με την Αρχαιολογία. Την εμβριθή ιστορική παρατήρηση και μελέτη πηγών με την αρχαιολογική εξακρίβωση, χρονολόγηση και ταυτοποίηση. Τα κείμενα με τα αντικείμενα (για την ακρίβεια την μελέτη των κειμένων σε αντιπαράθεση με την μελέτη των αντικειμένων), όπως γλαφυρά ετέθη από την ακαδημαϊκό Ελένη Αρβελέρ, στη διάρκεια της παρουσίασης – μετά αποδημίαν – του 500σέλιδου (τρίτου) πονήματος, υπό τον άκαμπτο τίτλο «Ο Μέγας Αλέξανδρος με την οικογένεια του είναι θαμμένοι στους βασιλικούς τάφους ΙΙ και ΙΙΙ της Βεργίνας», του υποστράτηγου εν αποστρατεία Τριαντάφυλλου Παπαζώη (Εκδόσεις Ερμής).
Ηταν, βλέπετε, και ο τόπος της αντιπαράθεσης επιχειρημάτων, ιστοριών, βεβαιοτήτων και αβεβαιοτήτων: το Πολεμικό Μουσείο. Εξ ου και η πολεμική των επιχειρημάτων απλώθηκε σε ένα πυκνό ακροατήριο, επηρεασμένο και από την συζήτηση περί του όρου «Μακεδονία» των τελευταίων εβδομάδων, περί την οποία τέθηκε και – εκτός θέματος και παρά τις παραινέσεις Αρβελέρ «ας μην μιλήσουμε για Αμφίπολη, για Μακεδονίες κ.λπ.» – ερώτημα από το κοινό στο πάνελ του Πολεμικού Μουσείου. Και ακούστηκαν από το κοινό – έτοιμο να ασπασθεί ακόμη και στερεότυπο απαύγασμα σε αυτή την κόντρα – παραινέσεις όπως «αφήστε την να μιλήσει, γαϊδούρια». Ή αποστάγματα, όπως «συσκοτίζετε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος είναι θαμμένος στη Μακεδονία – αυτό μάθαμε από τη διαμάχη». Τόσο μπορούν να οξύνουν, προφανώς, τα πνεύματα τρεις λέξεις: «Τάφος του Αλεξάνδρου».
Είναι, πέρα από την πολεμική των απόψεων, που έχει και πολύ αίμα αυτή η ιστορία. Της ταφής. Σύμφωνα με τις πηγές και την Ιστορία. Είναι που και οι σύγχρονοι αρχαιολόγοι, Έλληνες και ξένοι, όπως το έθεσε η βυζαντινολόγος και άλλοτε πρύτανης των Πανεπιστημίων της Ευρώπης κυρία Αρβελέρ, είναι μοιρασμένοι: «Οι μισοί πιστεύουν ότι στον τάφο της Βεργίνας είναι ο Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας και οι άλλοι μισοί ότι είναι ο Αρριδαίος (σ.σ.: ο Φίλιππος Γ’ της Μακεδονίας, γιός του Φιλίππου Β’ και της Φιλίνας), που ήταν ένας καθυστερημένος και στο πόδι του, στον θρόνο, διοικούσε η Ευριδίκη, η μεγαλύτερη εχθρά της Ολυμπιάδας».
Η άποψη Αρβελέρ –και η αντίστοιχη μελέτη στην έκδοση του υποστράτηγου Παπαζώη– θέλει τα οστά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αρπαγμένα από την Αλεξάνδρεια και τον Πτολεμαίο, να επιστρέφουν σε αυτήν ακριβώς τη Μακεδονία. Με βάση τη μελέτη πηγών, από τα χρόνια των «ματωμένων χεριών», από τα ελληνιστικά δηλαδή χρόνια, που καθένας (ηγέτης τουλάχιστον) είχε σκοτώσει κάποιον άλλον. Στις Αιγές λοιπόν (τη Βεργίνα, αν θέλετε) δεν έθαψαν, λόγω ακριβώς αυτών των πολιτικών ισορροπιών, τα οστά σε μεγαλόπρεπο τάφο, αλλά απλά τα σκέπασαν, «για να μην γίνει ιστορία». Ας πούμε εδώ ότι η σορός του Μεγάλου Αλεξάνδρου θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως σύμβολο ισχύος για όποιον τα «κατείχε».
Πού είμασταν; Στην προσεκτική ταφή. «Και φτάνει η Ολυμπιάδα», κατά τη συνέχεια του ιστορικού ειρμού της Ελένης Αρβελέρ, «που είχε φύγει μεταξύ 330 και 317 π.Χ. και σκοτώνει και τον Αριδαίο και την Ευριδίκη, τους μεγάλους της εχθρούς. Ώσπου να έρθει ο Κάσσανδρος και να την δολοφονήσει κι εκείνην». Τι σημασία έχει όμως ο απλός τύμβος για το Μεγαλέξανδρο; Όταν έφτασαν οι Γαλάτες που σύλησαν τάφους, δεν τον βρήκαν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κατά την κυρία Αρβελέρ. Και φτάνει ο Αντίγονος Β’ Γονατάς (319– 239 π.Χ.) και καλύπτει και τους τρεις τάφους – και τον εν λόγω ασύλητο – με τύμβο. Η ίδια δε στάθηκε στην παρουσίαση του βιβλίου, με το θέμα που προκάλεσε κόντρες, και στα λεγόμενα του ανασκαφέα της Βεργίνας και των βασιλικών τάφων, Μανόλη Ανδρόνικου. «Κανείς δεν μιλάει για τον Αλέξανδρο διότι όλοι δέχονται ότι είναι θαμμένος στην Αλεξάνδρεια. Αν άρχιζαν να ψάχνουν ότι δεν είναι θαμμένος στην Αλεξάνδρεια, τελικά, ας μου πουν που είναι».
Είμασταν όμως στο βιβλίο του γεννημένου το 1919, έξω από την Κοζάνη, Τριαντάφυλλου Παπαζώη, το τρίτο κατά σειράν στην «δεύτερη ζωή» του. Η καριέρα του, αν θέλετε, μετά την αποστράτευσή του ως υποστρατήγου, ακριβώς μετά τη χούντα, το 1974. Βιβλίο που ολοκληρώθηκε και συμπληρώθηκε λίγο πριν από τον θάνατό του, το 2011, και μόλις τώρα η τελική συμπληρωμένη εκδοχή του βρήκε φιλόξενο εκδότη, τον «Ερμή». Τα δύο προηγούμενα, αυτοεκδόσεις (μαζί με μία ακόμη για το αστέρι της Βεργίνας), ήταν το 1993, το υπό ερωτηματικό τίτλο «Στον Φίλιππο Β’ ή στον Μέγα Αλέξανδρο ανήκει ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας;» και το 2001 το «Ο ΙΙος βασιλικός τάφος της Βεργίνας αποκαλύπτει τον Μέγα Αλέξανδρο». Όπως παρουσίασαν τον υποστράτηγο Παπαζώη η κόρη του, Βίκυ, και συνάδελφός του στα όπλα, επί 23 χρόνια έσκυψε μεθοδικά και επίμονα πάνω από το θέμα της ταφής, μελετώντας αρχαίες πηγές, δίχως όπως δήλωνε να είναι ούτε ιστορικός ούτε αρχαιολόγος. Κάπου εκεί η Ελένη Αρβελέρ απευθυνόμενη στον αντιστράτηγο εν αποστρατεία Αλέξανδρο Αλευρομάγειρο έκανε την πρώτη νύξη: «Οι στρατιωτικοί έχετε κάποια αλληλεγγύη μεταξύ σας. Οι αρχαιολόγοι, καμία!»
Προτού δώσει τον λόγο στην αρχαιολόγο, μαθήτρια του Μανόλη Ανδρόνικου (οι άλλες δύο, Χρυσούλα Παλιαδέλη και Στέλλα Δρούγου, δεν πήγαν τελικά στην παρουσίαση) Αγγελική Κοτταρίδη. Την «αρχαιολόγο ακτιβίστρια», όπως την παρουσίασε, προτού εκείνη αντιτεθεί ουσιαστικά, με τα «αυστηρά επιστημονικά», όπως τα χαρακτήρισε, αρχαιολογικά επιχειρήματα και στον άτεγκτο τίτλο στο βιβλίο του Τριαντάφυλλου Παπαζώη και στην ίδια. Άλλωστε, όπως θύμισε στο ακροατήριο η εκδότρια του Ερμή, Λένα Σαββίδη, η Ελένη Αρβελέρ ξεκίνησε το 2012 να ετοιμάζει την δική της, ιστορική μελέτη των πηγών, «όταν διαβάζαμε για την ανασκαφή στην Αμφίπολη και βλέπαμε την απαράδεκτη ενημέρωση». Έτσι προέκυψε το τομίδιό της «Εικασίες, Βεργίνα-Αμφίπολη» (Εκδόσεις Ερμής, 2014). Καθώς «μόνον ένας ιστορικός που έχει μελετήσει την πολύπλοκη βυζαντινή πολιτική μπορεί να εξιχνιάσει την εποχή του Αλεξάνδρου».
Είμασταν όμως στην κόντρα, ή, πιο σωστά, στην αντιπαράθεση επιχειρημάτων, από την αρχαιολογική πλευρά (ή, έστω, από μία αρχαιολογική πλευρά, με χρόνια ενασχόλησης στην Βεργίνα), μέσω της Αγγελικής Κοτταρίδη. Στην οποία ο δάσκαλός της Μανόλης Ανδρόνικος είχε δώσει το έργο του σχεδιασμού της στρωματογραφίας στη μεγάλη τούμπα της Βεργίνας, όπου και οι βασιλικοί τάφοι. Χώρια οι άλλοι 1.700, όπως είπε, τάφοι τους οποίους έχει ανασκάψει έκτοτε, 30 από τους οποίους βασιλικοί, από τις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα έως το θάνατο του τελευταίου γιού του Κασσάνδρου.
Για τη σύληση από τους Γαλάτες και την ταφή των οστών του Αλεξάνδρου από τον Αντίγονο, το 276 π.Χ., ισχυρισμό του βιβλίου, παραθέτοντας στοιχεία περί χρονολόγησης και κεραμικής, που είναι αδιάψευστοι «χρονικοί» μάρτυρες, κατέληξε ότι «η στρωματογραφία στη μεγάλη τούμπα λέει ότι δεν έγινε έτσι». Εξήρε δε τον «αγαπησιάρη και φιλότιμο ερευνητή Παπαζώη», αλλά θεώρησε ότι με βάση τα αυστηρά αρχαιολογικά στοιχεία της ανασκαφής κάνει λάθος. Άλλωστε, όπως είπε, αν είχαν πάρει τα οστά του Αλεξάνδρου, σύμβολα ισχύος για όποιον τα κατείχε, «η διαφήμιση που θα έκαναν, θα ήταν τόσο μεγάλη που θα ακουγόταν μέχρι σήμερα», όπως κατέληξε χαριτολογώντας. «Κι εμένα θα μου άρεσε να είναι ο Αλέξανδρος εκεί, αλλά στην Επιστήμη δεν θέλεις. Ερευνάς».
Αντίθετο επιχείρημα είχε η αρχαιολόγος και για την χρυσελεφάντινη ασπίδα – της οποίας ολοκληρώθηκε, όπως ανακοίνωσε, η αρχαιολογική φροντίδα. Κατά Παπαζώη, ο Αλέξανδρος την είχε πάρει από την Τροία και είχε παράσταση του Αχιλλέα. «Η ασπίδα λοιπόν που βρέθηκε στη Βεργίνα θα έπρεπε να είναι αρχαϊκή. Είναι όμως μια κλασική ασπίδα του 4ου αιώνα». Το ομηρικό θέμα – ο Αχιλλέας – στην ασπίδα είναι κατά Αρβελέρ, ένα ακόμη επιχείρημα της πλευράς των ιστορικών, λόγω της δεδηλωμένης αγάπης του Αλεξάνδρου για τον Όμηρο.
Η Αγγελική Κοτταρίδη, πάντως, απάντησε και στην παρατήρηση της ιδίας ότι θώρακα, όπως αυτόν που βρέθηκε στον τάφο, φαίνεται να φοράει ο Μέγας Αλέξανδρος στην Μάχη της Ισσού και των Γαυγαμήλων (στο γνωστό ψηφιδωτό του 150-100 π.Χ., που βρέθηκε στην Πομπηία και θεωρείται αντίγραφο έργου του ζωγράφου Απελλή, του 4ου αιώνα π.Χ.): «Αντίστοιχο θώρακα θα μπορούσε να φοράει και ο Φίλιππος» και μάλιστα κατασκευής του διάσημου τότε κατασκευαστή όπλων Θεόφιλου. «Δεν πρέπει να βλέπουμε τους Μακεδόνες σαν κουζίνα σουλτάν χαρέμ. Είναι πολλή πολιτική και καθόλου έρωτας», ήταν η παραίνεσή της όταν η αντιπαράθεση επιχειρημάτων μπήκε στον κύκλο του αίματος.
«Η πιο εμπεριστατωμένη αντίρρηση», πρόσθεσε η Αγγελική Κοτταρίδη, «ήταν της Ολγας Παλαγγιά, που σκεφτόταν τον Αρριδαίο, ετεροθαλή αδελφό του Αλέξανδρου, αντί για τον Φίλιππο Β’. Όμως δεν ισχύει, καθότι στον τάφο βρήκαμε όλα τα υπολείμματα της ταφικής πυράς του ίδιου του νεκρού και ο Αρριδαίος δεν τάφηκε με πυρά αλλά με ανακομιδή».
Στο σημείο αυτό η Ελένη Αρβελέρ μίλησε για έρευνα ξένου ειδικού σε οστά που είχαν βρεθεί στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, στην Κομοτηνή, σε εργαστήριο και αποδόθηκαν στα υπολείμματα της πυράς στον τάφο της Βεργίνας. «Δεν έχουν σχέση αυτά τα οστά και δεν υπάρχει κανένα πρωτόκολλο παράδοσης οστών στο εργαστήριο», ήταν η αντίρρηση της Αγγελικής Κοτταρίδη.
Αντιστοίχως, θύμισε ότι οι ανθρωπολογικές μελέτες που έγιναν για τον νεκρό του εν λόγω τάφου, δεν έδειξαν νεαρό άνδρα, αλλά ενήλικα, μεταξύ 40 και 50 ετών, κάτι που αποκλείει και τον Αλέξανδρο. «Ο Αλέξανδρος είναι στην Αλεξάνδρεια. Ας συμφιλιωθούμε με αυτό», πρόσθεσε η αρχαιολόγος της Βεργίνας. «Τον άρπαξε ο Πτολεμαίος και ακόμη και ο Περδίκας εισέβαλε στην Αίγυπτο για να του πάρει το σώμα, σύμβολο ισχύος. Ο Αλέξανδρος είχε ξεπεράσει τα όρια του ανθρώπινου. Και τον ταρίχευσαν στη Βαβυλώνα. Στην Αίγυπτο τον διέλυσαν οι φανατικοί Χριστιανοί, όπως δολοφόνησαν την Υπατία και διέλυσαν τόσα. Όσο για τα ματωμένα χέρια, την ελληνιστική περίοδο, που ελέχθη, ας μην ξεχνάμε ότι είναι και Πολιτισμός. Ας συμφιλιωθούμε, εν τέλει, με το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος είναι όλων των ανθρώπων και δεν τον έχουμε στα χέρια μας ως διαλυμένα οστά», κατέληξε εισπράττοντας όπως και άλλοι «αντίπαλοί» της, εν επιχειρήματι, χειροκρότημα από το ακροατήριο.
Αυτή η επιχειρηματολογία ήταν κάτι σαν απάντηση και στην επιστολή της εκδότριας της επιθεώρησης «Αρχαιολογία και Τέχνες», Άννας Λαμπράκη, η οποία διαβάστηκε καθώς η ίδια δεν παρέστη στην εκδήλωση: «Τα κείμενα του Παπαζώη δημοσιεύτηκαν στην «Αρχαιολογία», αλλά κανένας αρχαιολόγος δεν αντέδρασε. Μάλλον από φόβο μη θεωρηθεί αιρετικός, συζητώντας τη γνώμη του Ανδρόνικου». Ή στην διαπίστωση της Ελένης Αρβελέρ ότι οι αρχαιολόγοι δεν τοποθετήθηκαν απέναντι στην εκδοχή Παπαζώη και τη δική της, επιστημονικά.
«Ας μιλήσουμε ιστορικά. Η Αρχαιολογία, άλλωστε, είναι υπηρέτις της Ιστορίας», ήταν η συνέχεια που έδωσε η ίδια η Ελένη Αρβελέρ, μετά το χειροκρότημα. Και συνέχισε με επιχειρήματα, βάσει πηγών: «Γιατί ο Αλέξανδρος να είναι στην Αλεξάνδρεια, όταν ξέρουμε ότι η σορός του πέρασε από τη Δαμασκό και από το Τριπαράδεισο της Συρίας (σ.σ. όπου το 321 π.Χ. έγινε η Συμφωνία για την δεύτερη διαίρεση της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου). Δεν είχε λόγο να πάει εκεί αν κατευθυνόταν προς την Αλεξάνδρεια. Εξ ου και πιστεύω ότι πήγε στη Μακεδονία. Και επικαλούμαι και ένα επίγραμμα του ήσσονα Μακεδόνα ποιητή Αδαίου (σ.σ.: επιγράμματά του περιλαμβανόταν στην ανθολογία Στέφανος του Μελεάγρου και ποιήματα στην περίφημη Παλατινή Ανθολογία): Όποιος θέλει να δει και να υμνήσει τον τύμβο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πρέπει να τον ψάξει σε δύο ηπείρους».
Και κατέληξε με την δική της παραίνεση: «Περιμένω απάντηση επιστημονική στην ιστορική μελέτη». Προσθέτοντας, ένα κερασάκι σε αυτή την τούρτα της διαμάχης επιχειρημάτων, δίχως φόβο αλλά με πάθος: «Στο νεκροκρέββατο του λεγόμενου Φιλίππου υπάρχουν δύο ελεφάντινες κεφαλές, μία του Διονύσου και μία Σατύρου. Τι γυρεύουν με τον Φίλιππο; Οταν από τις πηγές ξέρουμε ότι όταν ο Αλέξανδρος έφτασε στην Τύρο, συνάντησε μεγάλη αντίσταση. Μέχρι που είδε στον ύπνο του έναν Σάτυρο. Που όμως του ερμηνεύθηκε ως Σα Τύρος. Δική σου η Τύρος. Με δυο λόγια, θα την κατακτήσεις. Και έτσι επέμεινε. Όταν δε έφτασε να γίνει ο μεγάλος κατακτητής έστειλε γράμμα σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας να τον ανακηρύξουν Θεό. Ο φίλος του Αλέξανδρου στην Αθήνα, ο Δημάδης, πρότεινε στους Αθηναίους να τον κάνουν 13ο ολύμπιο Θεό. Εκείνοι θύμωσαν και του έβαλαν πρόστιμο. Η απάντηση ήταν: Όποιος κρατεί τον ουρανό, χάνει την γη. Οι Αθηναίοι φοβήθηκαν ότι ο Αλέξανδρος θα τους στείλει κανένα άγημα να διαλύσει την πόλη και τον έκαναν, τελικά, Διόνυσο. Διόνυσος και Σάτυρος στο νεκροκρέββατο είναι για μένα υπογραφή».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News