1024
| Nikos Libertas / SOOC

Μάτι: «Ηρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει “αγάπη μου” και λιποθύμησε – Πέθανε μήνες μετά»

Protagon Team Protagon Team 9 Δεκεμβρίου 2022, 11:57
|Nikos Libertas / SOOC

Μάτι: «Ηρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει “αγάπη μου” και λιποθύμησε – Πέθανε μήνες μετά»

Protagon Team Protagon Team 9 Δεκεμβρίου 2022, 11:57

«Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ηταν ένα πράγμα ασύλληπτο»: μία ακόμα εφιαλτική περιγραφή για το τι συνέβη στο Μάτι εκείνη τη μοιραία ημέρα του Ιουλίου του 2018 έδωσε μάρτυρας ο οποίος κατέθεσε την Παρασκευή στη δίκη για τους υπεύθυνους της πολύνεκρης τραγωδίας.

Αυτή η δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι εξελίσσεται σε έναν κόλαφο για τις κρατικές αρχές –καθώς και τους αιρετούς εκείνης της περιόδου– καθώς πολίτες που έχασαν αγαπημένους τους μέσα στις φλόγες περιγράφουν καθημερινά ασύλληπτες καταστάσεις φρίκης αλλά και ασχετοσύνης των αρμοδίων: ένας άνθρωπος δεν βρέθηκε να πει στους κατοίκους του Ματιού να φύγουν για να σωθούν, μια καμπάνα δεν ήχησε, ούτε μια σειρήνα· και έπειτα, ένας πολιτικός δεν βρέθηκε να δείξει τη στοιχειώδη ενσυναίσθηση απέναντι στους επιζώντες.

Οπως πάντως επεσήμανε η δημοσιογράφος Τζούλη Βινιεράτου, στο σχετικό τηλεγράφημα του ΑΠΕ-ΜΠΕ, η διαδικασία της Παρασκευής σημαδεύτηκε και από αντίδραση ενός εκ των συνηγόρων υπεράσπισης. Η αντίδραση αφορούσε την κίνηση συγγενών θυμάτων οι οποίοι την Πέμπτη τοποθέτησαν φωτογραφίες των νεκρών στις θέσεις του κοινού στη δικαστική αίθουσα. Ο δικηγόρος Θρασύβουλος Κονταξής, αναφερόμενος στην «ανοχή του δικαστηρίου» στην ενέργεια των θυμάτων, έκανε λόγο «για δικονομική εκτροπή».

Ο ποινικολόγος ανέφερε προς τους δικαστές ότι «κλονίζεται η αμεροληψία σας έναντι των κατηγορουμένων. Δημιουργείται απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας», αφού το δικαστήριο δεν επέδειξε όπως αρμόζει «ψυχραιμία και απάθεια». Ο κ. Κονταξής είπε επίσης ότι «Θα ενημερώσω την πρόεδρο του Αρείου Πάγου και τα αρμόδια όργανα», ενώ δήλωσε προς στην πρόεδρο ότι «ζητώ να δηλώσετε αυτοεξαίρεση. Εχετε εγγράψει υποθήκη για αγωγή κακοδικίας… Δεν είμαστε στα λαϊκά δικαστήρια της Τεχεράνης».

Πρόεδρος: Δεν καταλαβαίνω γιατί γίνεται όλο αυτό. Αυτό έγινε εχθές. Σήμερα δεν έγινε κάτι.

Κονταξής: Και τι με αυτό; Δεν καταλαβαίνω γιατί έγινε όλο αυτό χθες.

Πρόεδρος: Δόθηκε η αίσθηση ότι μεροληπτεί το δικαστήριο;

Κοντάξης: Ο ορισμός της αίσθησης αυτής.

Το δικαστήριο, αφού διέκοψε τη διαδικασία για λίγο προκειμένου να διασκεφθεί, επανήλθε, με την πρόεδρο να ανακοινώνει ότι «δεν τίθεται για κανένα μέλος της σύνθεσης ζήτημα αποχής ή αυτοεξαίρεσης. Ο καθένας από εμάς μπορεί να ασκήσει αμερόληπτα τα καθήκοντά του».

Στο βήμα του μάρτυρα βρέθηκαν δύο γυναίκες που έχασαν οικείους τους χωρίς να μπορέσουν να κάνουν το παραμικρό για να αποτρέψουν τους θανάτους, αφού, όπως είπαν, ουδείς τους ενημέρωσε για την επικινδυνότητα της φωτιάς.

Η Ευανθία Σιδέρη, που έχασε την μητέρα και το σύζυγο της από την φωτιά, περιέγραψε την κατάσταση με τους απανθρακωμένους ανθρώπους σαν «Πομπηία», ενώ όπως ανέφερε μετά από αυτά που βίωσε «και που σώθηκα είναι σαν να έχω πεθάνει».

«Γύρω στις έξι παρά βλέπω καπνό. Τρέχω στο κομπιούτερ… κλειστό. Είχε κοπεί το ρεύμα. Η κόρη μου μυρίζει καπνό και επειδή είχε μια παλαιότερη εμπειρία παθαίνει κρίση πανικού. “Θα καούμε, θα πεθάνουμε!”. Εγώ πάγωσα. Βγαίνουμε έξω. Αυτοκίνητα παντού. Ετρεχε μπροστά η κόρη μου η Περσεφόνη, πίσω εγώ και η μητέρα μου και πιο πίσω ο άντρας μου. Κάποια στιγμή τον χάσαμε. Μπήκαμε στο μονοπάτι. Η μαμά μου εκείνη την ώρα μου λέει “δεν θα τα καταφέρω, άφησέ με”. Της λέω πάμε. Φτάνουμε στα σκαλοπατάκια και ξαφνικά η κόρη μου φωνάζει “μαμά, καίγεσαι!”. Πετάω ρούχα και πέφτω στη θάλασσα, βλέπω δευτερόλεπτα πριν την κόρη μου να αρπάζει τη μάνα μου και να την τραβάει στη θάλασσα. Τις έχασα. Επεσε μαύρο πέπλο παντού. Βρήκα μια ξέρα και κάθισα. Ούρλιαζα για ώρες. Και που σώθηκα, είναι σαν να έχω πεθάνει… Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ηταν ένα πράγμα ασύλληπτο. Ημασταν μόνοι μας, τελείως. Μετά από ώρες ήρθε ένα μεγάλο καΐκι. Να γίνεται χαμός. “Τους καμένους πρώτα!” να φωνάζουν. Ηρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει “αγάπη μου” και λιποθύμησε. Παίρνω την κόρη μου τηλέφωνο, μου λέει δε βρίσκω τη γιαγιά. Αρχισα να ψάχνω σε ξέρες, μέσα στη θάλασσα. Τα είδα όλα. Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Τη χάσαμε τη μητέρα μου και ο άντρας μου, μερικούς μήνες μετά, κατέρρευσε από αυτό και πέθανε στο νοσοκομείο. Ζητώ δικαίωση για τη μνήμη της μητέρας μου, του αντρούλη μου, της Χρύσας Σπηλιώτη, που ήταν φίλη μου, για όλους όσους χάθηκαν άδικα».

Στη δική της κατάθεση η Μαγδαληνή Τσέκου, η οποία άνοιξε τη διαδικασία της Παρασκευής, περιέγραψε πώς είδε για τελευταία φορά τον πατέρα της όταν χωρίστηκαν έξω από το σπίτι τους στο Μάτι για να σωθούν.

Η γυναίκα που το σπίτι της απέχει μόλις 200 μέτρα από τη Λεωφόρο Μαραθώνος κατέθεσε ότι πήρε τους γονείς της να φύγουν όταν είδε να μαυρίζει ο ουρανός και φλόγες να πλησιάζουν.

«Ο αέρας ήταν πολύ δυνατός. Εμοιαζε να πηγαίνει Νέα Μάκρη. Η φωτιά δεν περνάει ποτέ τη Μαραθώνος, λέγαμε. Η φωτιά δυναμώνει. Ενα κουκουνάρι περνάει την Μαραθώνος. Ο πατέρας μου φωνάζει “φεύγουμε τώρα!”. Μαζέψαμε χαρτιά. Είχε κοπεί το ρεύμα. Κάποια στιγμή οι φλόγες έρχονται πιο κοντά. “Μπροστά εσύ με τη μαμά κι εγώ από πίσω σας με το αμάξι”, μου λέει. Ραντεβού στη Ραφήνα. Φεύγω με το αμάξι και τη μητέρα μου. Ο δρόμος είναι γεμάτος φωτιά. Ενας άνθρωπος πηδάει στο καπό του αυτοκινήτου. Τον έβαλα μέσα. Μπροστά μας φωτιά. Μου λέει “πέρνα, θα καούμε”. Του λέω “αν περάσω με το αμάξι θα πάρουμε φωτιά”. Πήδηξε και έφυγε με κατεύθυνση στη θάλασσα. Δεν ξέρω τι απέγινε. Εγώ έκανα αναστροφή, βγήκα στο αντίθετο ρεύμα της Μαραθώνος και αρχίζω να καλώ τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Κόσμος φωνάζει. “Η φωτιά θα σας κάψει, τρέξτε μη μένετε εδώ!”. Σε όλη τη διαδρομή δεν έχω δει κανέναν υπεύθυνο. Καμία σειρήνα, καμία καμπάνα, κάτι! Μόνο άνθρωποι φώναζαν. Στη διασταύρωση με τη Ραφήνα, παίρνω ξανά τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει…».

Οπως είπε η μάρτυρας, κάποια στιγμή, επειδή διασώστης απάντησε στο τηλέφωνο του πατέρα της, έμαθαν πως τον πήγαν στον «Ευαγγελισμό». «Είχε 85% εξωτερικά εγκαύματα και 35% εσωτερικά, ήταν από τις χειρότερες περιπτώσεις. Τον διασωλήνωσαν. Μας είπαν να περιμένουμε. Ο πατέρας μου έφυγε στις 27 Ιουλίου. Από εκείνο το απόγευμα που φύγαμε από το σπίτι, δεν κατάφερα να του ξαναμιλήσω ποτέ. Ο πατέρας μου προσπάθησε να βοηθήσει μια οικογένεια που είχαν ένα ανάπηρο άνθρωπο. Εγκλωβίστηκαν μέσα στο αμάξι, που είχε πάρει φωτιά. Ο πατέρας μου σύρθηκε στο έδαφος. Αυτό συνέβη στις 19.30 και μέχρι τις 21.00 κείτονταν κάτω. Τα ξέρω αυτά, γιατί η γειτόνισσα κατάφερε να επιβιώσει και έδωσε συνέντευξη και τα έμαθα. Ο ανάπηρος σύζυγός της απανθρακώθηκε μαζί με την τετραμελή οικογένεια, βρισκόταν μαζί τους στο αμάξι. Αργότερα πέθαναν κι εκείνοι από επιπλοκές».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...