Οσο περνάνε οι ημέρες μετά το τραγικό συμβάν που σημειώθηκε στην Αίγινα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τέσσερα άτομα και να τραυματιστούν άλλα πέντε, βγαίνουν στην επιφάνεια νέες λεπτομέρειες για τη σύγκρουση του ταχύπλοου με το τουριστικό σκάφος και για τα όσα ακολούθησαν τα επόμενα λεπτά. Αυτή τη φορά, η μαρτυρία ενός από τους πέντε τραυματίες, πιθανώς δημιουργεί νέα δεδομένα τα οποία πρέπει να εξετάσουν οι Αρχές κατά την εξιχνίαση της υπόθεσης και την απόδοση ευθυνών για την τραγική κατάληξη τεσσάρων ανθρώπων.
Μιλώντας στον «Ελεύθερο Τύπο», ο Γιώργος Λαμπρακόπουλος περιέγραψε ότι αφού έπεσε στη θάλασσα, και ενώ βρισκόταν στο νερό, ψάχνοντας για τον αδερφό του παρατήρησε μόνο ένα νεότερο ζευγάρι πάνω στο ταχύπλοο, έναν άνδρα και μία γυναίκα, κάτι που αντιβαίνει στους ισχυρισμούς του 77χρονου φερόμενου ως χειριστή του ταχύπλοου, ότι μαζί του επέβαιναν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι και μία γυναίκα 65 ετών.
«Ετσι όπως τον έψαχνα, ρίχνω μια πολύ γρήγορη μάτια και βλέπω έναν άνδρα και μια γυναίκα. Οχι ηλικιωμένους. Επειδή όμως έψαχνα τον αδελφό μου και επειδή ποτέ δεν πίστεψα ότι θα μας παρατήσει και θα γίνει όλο αυτό που γίνεται τώρα -να ψάχνουμε να βρούμε ποιοι ήταν πάνω- δεν έδωσα σημασία στα χαρακτηριστικά τους και συνέχιζα να ψάχνω τον αδελφό μου, ο οποίος βγήκε στην επιφάνεια περίπου μετά από ένα λεπτό. Εκεί εγώ ησύχασα, του είπα ότι όλα είναι καλά και να πάει κοντά στο φίλο μου. Εμένα μου είχαν βγει οι ώμοι, δεν μπορούσα να κολυμπήσω με τα χέρια».
Συνεχίζοντας την περιγραφή του για τα είκοσι λεπτά που πέρασαν εκείνος και οι υπόλοιποι επιβάτες της λάτζας μέσα στο νερό, ο ίδιος επιβεβαιώνει το πόρισμα που προκύπτει από το βούλευμα με το οποίο αποφασίστηκε η προφυλάκιση του 77χρονου Θρασύβουλου Λυκουρέζου, που θέλει τον ίδιο να αδιαφόρησε για τους ναυαγούς.
«Ημασταν στο νερό είκοσι λεπτά, έβλεπα δίπλα μου το κοριτσάκι να είναι μπρούμυτα στο νερό έχοντας χάσει τη ζωή του», τονίζει ο ίδιος και προσθέτει πως «αυτοί που ήταν τελικά στο ταχύπλοο, αν είχαν πετάξει έστω μια πετσέτα, ένα δείγμα – βοήθειας, μπορεί να μην είχαμε τέσσερις νεκρούς».
Αντίστοιχα, την Παρασκευή, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά έκρινε κατά πλειοψηφία ότι ο κατηγορούμενος δεν προσέφερε βοήθεια στους ναυαγούς, δεν ενημέρωσε ο ίδιος τις λιμενικές αρχές και ότι προέβη σε «προπαρασκευαστικές ενέργειες διευκόλυνσης της διαφυγής του». Επίσης στο βούλευμα, σύμφωνα με την «Καθημερινή», αναφέρεται ότι: «οι ισχυρισμοί του ότι ο ίδιος έκανε σήματα σε παραπλέοντα σκάφη, φώναζε, πατούσε το κλάξον και κουνούσε ένα κοντάρι στο χέρι του κάνοντας σινιάλο, ουδόλως επιβεβαιώνονται από τις μαρτυρικές καταθέσεις». Σε μία από αυτές τις καταθέσεις, διασωθείς του ναυαγίου δηλώνει: «Ακουγα έναν από τους ναυαγούς να φωνάζει προς το σκάφος: “Πέτα ένα σωσίβιο, ρε!” Αυτός μας αγνόησε πλήρως».
Ο 77χρονος χειριστής του ταχυπλόου «Duende» όφειλε, «κατά τον νόμο και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής», να ενημερώσει τις λιμενικές αρχές, προσθέτει το βούλευμα. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, ο κατηγορούμενος κάλεσε αρχικά τον φίλο του και συντηρητή του ταχυπλόου, Π.Ι. «Θα ανέμενε κανείς να ειδοποιήσει πρώτα το Λιμενικό και να μεταβεί ο ίδιος στο πλησιέστερο λιμάνι της Πέρδικας, αφού ήδη είχε υπάρξει μέριμνα για τη ρυμούλκηση του σκάφους, μαζί με τους λοιπούς τρεις συνεπιβαίνοντες και όχι να καταλήξει, ύστερα από τηλεφωνικές συνεννοήσεις με φίλους του, σε άλλο μέρος όπου αναμένει να τον παραλάβει αυτοκίνητο», σημειώνεται στο βούλευμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News