Επί έντεκα ώρες η εισαγγελέας του ΜΟΔ Ευαγγελία Σπυριδωνίδου αποδομούσε έναν προς έναν όλους τους ισχυρισμούς που έχει προβάλει η Ρούλα Πισπιρίγκου για τον θάνατο της Τζωρτζίνας στη δίκη που βρισκόταν σε εξέλιξη ακόμα και μετά τις 9 το βράδυ της Πέμπτης.
Η κυρία Σπυριδωνίδου κατά την πολύωρη αγόρευσή της επικαλέστηκε πολλές από τις καταθέσεις των περίπου 60 μαρτύρων που κατέθεσαν στις 89 συνεδριάσεις του δικαστηρίου και σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία κατέληξε ότι «δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός της κυρίας κατηγορουμένης».
Παράλληλα, έκανε χρήση αποσπασμάτων του υλικού από την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών της κατηγορουμένης διαβάζοντας μηνύματα από τα οποία, όπως ανέφερε, αναδεικνύεται μια μητέρα που ασχολείται με το «εγώ της». Μια μητέρα που, αν και είχε χάσει ήδη δύο παιδιά της, έδειχνε μια απάθεια μπροστά σε όσα συνέβαιναν με την υγεία της Τζωρτζίνας.
«Σε πρώτη μοίρα ήταν ο εαυτός της, όχι το παιδί της. “Εμένα ποιος με σκέφτεται;” έλεγε στα μηνύματα. Οχι το παιδί της που είχε εγκεφαλοπάθεια» ανέφερε.
Κοιτώντας πολλές φορές την κατηγορουμένη, που την άκουγε δείχνοντας ψύχραιμη, η κυρία Σπυριδωνίδου με δεικτικές εκφράσεις και σκληρή γλώσσα επέκρινε τη Ρούλα Πισπιρίγκου για την επιλογή της να ξιφουλκεί με τον εν διαστάσει σύζυγό της, χωρίς καθόλου να επιδιώκει τη συνεννόηση και τη συνεργασία του για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Ειδικά, δε, «από όταν η Τζωρτζίνα, μετά την εγκεφαλοπάθεια που υπέστη από την πρώτη ανακοπή, είχε καταστεί ένα παιδί ιδιαίτερο, που χρειαζόταν φροντίδα, αγάπη και ήρεμο περιβάλλον».
«Η Τζωρτζίνα μπορεί να μη μιλούσε, αλλά αισθανόταν και καταλάβαινε τα πάντα. Αναγνώριζε τους γονείς της, έβλεπε παιδικά και γελούσε, δυσφορούσε όταν ερχόταν να την πάρει ο φυσιοθεραπευτής. Κανείς δεν γνωρίζει και ούτε θα μάθει ποτέ τι εξέλιξη θα είχε αυτό το παιδί αν βρισκόταν στη ζωή…» είπε η εισαγγελέας.
Σχολιάζοντας τις αντιδράσεις της 35χρονης όταν η Τζωρτζίνα, μετά από εμετούς που έκανε τον Ιανουάριο του 2022, μπήκε σε κλινική στο Ρίο, η εισαγγελέας είπε:
«Η κατηγορούμενη ήθελε να βάλει το παιδί σε ΜΕΘ. Για ποιον λόγο δεν ξέρω. Μπορώ να εικάσω κάτι, αλλά δεν θα το πω εδώ. Δεν έχει προκύψει κάτι. Μήπως θέλει να δείξει τη σοβαρότητα της κατάστασης; Σε ποιον;», συμπληρώνοντας πως η διαφορά της κλινικής με τη ΜΕΘ, στην περίπτωση της Τζωρτζίνας ήταν ότι «στη Μονάδα δεν χρειάζεται να βρίσκεται γονιός».
Επικαλούμενη τα μηνύματα της Πισπιρίγκου το διάστημα από τον Ιούλιο του 2021, οπότε, μετά από τις νοσηλείες, η Τζωρτζίνα επιστρέφει στο σπίτι με αναπηρικό καροτσάκι, έως τον θάνατο εννέα μήνες μετά, η κυρία Σπυριδωνίδου επεσήμανε:
«Εχουμε ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή της Τζωρτζίνας στο σπίτι. Ξέρουμε ότι δεν κοιμόταν από τον διάλογο μέσω μηνυμάτων της μητέρας με τον εντατικολόγο Ανδρέα Ηλιάδη, όπου του αναφέρει πως αύξησε την μελατονίνη. “Δεν παίζουμε με τα φάρμακα. Δεν το συνιστώ”, της απαντά ο γιατρός. Από αυτό φαίνεται μια ιδιαίτερη ευκολία της κατηγορουμένης με τα φάρμακα της μικρής».
Η εισαγγελέας τόνισε, επίσης, ιδιαίτερα κάποιους διαλόγους της Πισπιρίγκου με τον Δασκαλάκη λίγες μέρες πριν υποστεί την μοιραία ανακοπή η Τζωρτζίνα, στις 29 Ιανουαρίου 2022. Οπως είπε η κυρία Σπυριδωνίδου, στις 17 Ιανουαρίου 2022, ενώ η Τζωρτζίνα έκανε μαγνητική τομογραφία, όταν ο πατέρας έστειλε στην 35χρονη μήνυμα για να μάθει τι γίνεται, η κατηγορούμενη του ζητά να πάει να πάρει τα ρούχα του για να φύγει από το σπίτι, απειλώντας πως θα τα βγάλει στον δρόμο. Δια των μηνυμάτων το ζευγάρι επικοινωνεί με ένταση, ενώ το παιδί βρισκόταν στον τομογράφο.
Σε ένα από τα μηνύματα που διάβασε η εισαγγελέας ο πατέρας γράφει: «Αν πάθει κάτι το παιδί μου θα σας διαλύσω». Και η μητέρα απαντά: «Αν δεν ήθελες να πάθει κάτι το παιδί σου, ας καθόσουν στο σπίτι». Η εισαγγελέας επεσήμανε πως «στην απολογία της η κυρία κατηγορουμένη μάς είπε πως “όταν κάνεις παιδιά, αυτά είναι σε πρώτη μοίρα”. Μάλλον το είχε ξεχάσει τότε αυτό. Το παιδί είναι στον τομογράφο, έχει αργήσει να ξυπνήσει από την ύπνωση και η ίδια ασχολείται με τι; Φαίνεται από τα μηνύματα! Είναι την ίδια μέρα που ο κ. Ηλιάδης της έχει πει πως αυτά τα παιδιά έχουν χαμηλό προσδόκιμο ζωής και δεν λέει τίποτα για αυτό στον πατέρα. Καμία αναφορά…»
Επικαλούμενη τα ιατρικά στοιχεία και ανάλογες καταθέσεις, η εισαγγελική λειτουργός απάντησε σε κάθε ισχυρισμό της κατηγορουμένης, για την οποία είπε πως από μηνύματα της αλλά και τις αναζητήσεις της στο διαδίκτυο «δείχνει μια εξοικείωση με όλα τα ιατρικά. Είναι σε συγκεκριμένο πεδίο οι αναζητήσεις της. Τη θεραπευτική υποθερμία που έγινε στο παιδί στη ΜΕΘ στο Ρίο δεν την έψαξε ποτέ… Ψάχνει συγκεκριμένα φάρμακα».
Ιδιαίτερα επικριτική ήταν η εισαγγελέας για τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης σε βάρος του κ. Ηλιάδη περί πρόθεσής του να πάρει όργανα της Τζωρτζίνας. Σε πολύ έντονο ύφος, αφού τόνισε πως η συζήτηση για όργανα για μεταμόσχευση αρχίζει εφόσον έχουμε εγκεφαλικό θάνατο, είπε ότι «ο κ. Ηλιάδης είχε πρώτο του μέλημα να σώσει τον εγκέφαλο του παιδιού. Αυτός ήταν ο γιατρός που την προσέγγισε για όργανα; Ολα αυτά είναι πομφόλυγες και απορώ που η κυρία κατηγορουμένη το επέτρεψε αυτό (να ακουστεί στο δικαστήριο). Είναι δυνατόν να μιλάμε για μεταμοσχεύσεις σε έναν γιατρό που έχει κάνει τα πάντα για να σώσει το παιδί;»
Η κυρία Σπυριδωνίδου απέρριψε τους ισχυρισμούς της υπεράσπισης ότι ενδέχεται να έγινε από λάθος χορήγηση κεταμίνης κατά τη διάρκεια ανάνηψης της Τζωρτζίνας στο Αγλαΐα Κυριακού. Διαβάζοντας τη βεβαίωση του νοσοκομείου ότι δεν χορηγήθηκε αυτή η ουσία, ούτε στην ανάνηψη ούτε κατά τη νοσηλεία της εννιάχρονης, αλλά και τα πρωτόκολλα για το φάρμακο, η εισαγγελέας ανέφερε ότι «είναι μια ουσία που αν πέσει σε λάθος χέρια μπορεί να επιφέρει τον θάνατο».
«Δεν υπάρχει στοιχείο που να αποδεικνύει πως οι γιατροί χορήγησαν κεταμίνη στο παιδί» τόνισε η εισαγγελέας αναφερόμενη στη διαδικασία που ακολουθούν οι νοσηλευτές, αποκλείοντας το ενδεχόμενο να έγινε λάθος και να μπέρδεψαν την κεταμίνη με την αδρεναλίνη. «Η κεταμίνη στο μπουκαλάκι της έχει κόκκινη γραμμή γιατί εντάσσεται στα ναρκωτικά. Δεν είχαν κανένα λόγο να πουν ψέματα γιατροί και νοσηλευτές» ανέφερε τονίζοντας παράλληλα πως η κεταμίνη είναι αδιαμφισβήτητη στο αίμα της Τζωρτζίνας.
Για τη μέρα του θανάτου στο Παίδων, η εισαγγελέας υπογράμμισε πως η κατηγορούμενη, ενώ γνώριζε σε τι κατάσταση ήταν το παιδί, περπατώντας σαν να «ψάχνει κάτι», πλησίασε στη στάση νοσηλευτών και πως ήταν η νοσηλεύτρια που την ρώτησε αν το παιδί κάνει νέο επεισόδιο. Οταν οι γιατροί μπήκαν στο δωμάτιο το παιδί ήταν μελανιασμένο, «δεν είχε σφίξεις, ήταν σε ανακοπή» σημείωσε η εισαγγελέας, και μίλησε για τις προσπάθειες των γιατρών να επαναφέρουν το παιδί, αλλά και για τα φάρμακα που του χορηγήθηκαν.
Σχολιάζοντας την επιθυμία της κατηγορουμένης να γίνει η νεκροτομή, αφού επρόκειτο για αιφνίδιο θάνατο εντός νοσοκομείου, στην Πάτρα αντί της Αθήνας, επιθυμία που εξέφρασε αμέσως μόλις της είπαν ότι η Τζωρτζίνα δεν τα κατάφερε, η εισαγγελέας ανέφερε: «Μας είπε πως το ζήτησε γιατί είχαν αντιδικία με την ιατροδικαστική υπηρεσία της Αθήνας μετά τη μήνυση που είχαν υποβάλει για τη Μαλένα. Μα η μήνυση ήταν σε βάρος γιατρών. Σε κάθε περίπτωση, ήταν τόσο “τεχνικό” αυτό το κομμάτι, που προκαλεί εντύπωση, τη στιγμή που έχει χάσει το παιδί της να ενδιαφέρεται για αυτό».
Η κυρία Σπυριδωνίδου δεν άφησε, ακόμη, ασχολίαστες τις καταθέσεις των επιστημόνων που κλήθηκαν από την υπεράσπιση. Ειδικά για τις καταθέσεις των δυο ιατροδικαστών που κατέθεσαν ως μάρτυρες από την πλευρά της κατηγορουμένης, η εισαγγελέας, μεταξύ άλλων, είπε πως «καλό θα ήταν να μείνουν στα ιατροδικαστικά νεκροτομικά ευρήματα και να μην υπεισέρχονται σε κλινικά ζητήματα».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News