Μακρόν, Μητσοτάκης, Μπάιντεν δημιουργούν ένα τρίγωνο ασφάλειας | Reuters/ΓτΠ/ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
Επικαιρότητα

Μακρόν και Μπάιντεν ενέταξαν την Ελλάδα στο στρατηγικό τόξο ασφαλείας

Η εφετινή 25η Μαρτίου ήταν μία ιστορική ημέρα για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, αλλά και μια εξαιρετικά αποδοτική ημέρα σε επίπεδο διπλωματίας, με ισχυρά και απτά μηνύματα που ξεπέρασαν κάθε προσδοκία –και σίγουρα τις συνήθεις δηλώσεις διπλωματικής αβρότητος
Protagon Team

It was a good day, λένε οι Αμερικανοί και η 25 Μαρτίου, ήταν όντως μία πολύ καλή ημέρα για την Ελλάδα, που γιόρτασε με λαμπρότητα τη συμπλήρωση 200 ετών από την Επανάσταση του 1821. Στους εορτασμούς συμμετείχαν εξ αποστάσεως –ή εκ του σύνεγγυς, όπως ο διάδοχος του βρετανικού θρόνου, πρίγκιπας Κάρολος– πολλοί ξένοι ηγέτες με εξαιρετικά συγχαρητήρια μηνύματα, αλλά και δηλώσεις απτής υποστήριξης, με πρώτες και σημαντικότερες αυτές από τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν και τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν.

Η επέτειος των 200 ετών από την έναρξη του Αγώνα για την Ανεξαρτησία μετατράπηκε σε ανακοίνωση προς Δυσμάς και προς Ανατολάς για την ένταξη της Ελλάδας σε ένα στρατηγικό τόξο κρίσιμο για την ασφάλειά της.

Ετσι, μετά τα προμηνύματα από την Επιτροπή Διεθνών Σχέσεων του Κογκρέσου υπό τον γερουσιαστή Μενέντεζ και τις τελευταίες τοποθετήσεις του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Αντονι Μπλίνκεν, για την Ανατολική Μεσόγειο, ήρθε πρώτος ο ίδιος ο πρόεδρος Μπάιντεν να ξεπεράσει κάθε προσδοκία για τη νέα εποχή στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Με αποκορύφωμα την τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο πρόεδρος των ΗΠΑ έδωσε τον τόνο με προσωπικές του παρεμβάσεις – τέσσερις τον αριθμό μέσα σε λίγα 24ωρα.

Της συνομιλίας με τον κ. Μητσοτάκη είχαν προηγηθεί η επιστολή του προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, το ένθερμο μήνυμά του περί συμπόρευσης για το μέλλον προς τον ελληνικό λαό και η συζήτησή του μέσω τηλεδιάσκεψης με δεκάδες επιφανείς ομογενείς, πολλοί εκ των οποίων στενοί φίλοι του προέδρου των ΗΠΑ – και ορισμένοι πολύ παλιοί φίλοι, από την εποχή που ξεκινούσε την πολιτική σταδιοδρομία του, πίσω στη δεκαετία του 1970.

Δεν ήταν άλλωστε τυχαία η αναφορά του στους ανωτέρω δεσμούς φιλίας, στο μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό με αφορμή τα 200 χρονιά από την Ελληνική Επανάσταση: «Εχω ευλογηθεί με φιλίες ζωής μέσα στην ελληνοαμερικανική κοινότητα, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου ηγέτη που χάσαμε πρόσφατα, του γερουσιαστή Πολ Σαρμπάνη».

Κοινός παρονομαστής όλων των τοποθετήσεων Μπάιντεν τις τελευταίες ημέρες, η πεποίθηση ότι επί διακυβέρνησής του οι δεσμοί Ελλάδας και ΗΠΑ θα είναι ισχυρότεροι από ποτέ.

«Σήμερα», τόνισε, «η Ελλάδα είναι ένας κρίσιμος σύμμαχος στο ΝΑΤΟ και φίλος των Ηνωμένων Πολιτειών και ηγέτιδα δύναμη για την ειρήνη και την ευημερία στις περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου, της Μαύρης Θάλασσας και των Δυτικών Βαλκανίων» και αφού έκανε ειδική αναφορά στη βάση της Σούδας και τη στρατηγική σημασία της στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου (συμπεριλαμβανομένης της Μέσης Ανατολής), έστειλε σαφές μήνυμα: «Μαζί, θα συνεχίσουμε να κρατάμε ψηλά τον πυρσό της δημοκρατίας, όποιες και αν είναι οι προκλήσεις στον δρόμο μας».

Ανάλογο και το μήνυμα μέσα από την ομιλία του στους εκπροσώπους της ομογένειας: «Υπό την κυβέρνησή μου θα είμαστε όσο πιο κοντά γίνεται. Σας το υπόσχομαι αυτό. Εχω δεσμευτεί να οικοδομήσουμε μια ισχυρότερη εταιρική σχέση από ό,τι ήδη έχουμε και να προωθήσουμε τα κοινά μας συμφέροντα. Αυτό ήταν το βασικό θέμα για το οποίο μιλήσαμε με τον Πρωθυπουργό», τους είπε, πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε ο τέως υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο κατά την τελευταία επίσκεψή του στη χώρα μας, σε Θεσσαλονίκη και Κρήτη.

Η σχέση συνεργασίας της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών μετατρέπεται πια σε στρατηγική και η οπτική της Ουάσινγκτον για τον ρόλο της Ελλάδας αποδεσμεύεται πλέον από το γνωστό ελληνοτουρκικό δίπολο. Η Ελλάδα, κατέδειξε ο πρόεδρος Μπάιντεν, αποτελεί πυλώνα σταθερότητας πάνω στον οποίο μπορεί να στηριχθούν οι ΗΠΑ, αλλά και γενικότερα η Δύση, σε αντίθεση με την Τουρκία του Ερντογάν, που αν και σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, χάνει σταθερά την εμπιστοσύνη των Αμερικάνων (βλ. S-400, προσέγγιση Ρωσίας και Ιράν κ.ά.).

Δεν περνάει απαρατήρητο βέβαια το γεγονός ότι ο Μπάιντεν επέλεξε να επικοινωνήσει πρώτα με τον κ. Μητσοτάκη και όχι με τον Ταγίπ Ερντογάν. Ούτε ότι ανακοίνωσε, μιλώντας σε εκπροσώπους της ομογένειας, ότι ο Πρωθυπουργός έχει προσκληθεί να επισκεφτεί τον Λευκό Οίκο μόλις το επιτρέψει η πανδημία της Covid-19.

Ο ξεκάθαρος Μακρόν και ο συγκινητικός Κάρολος

Από κοντά και ο στενότερος –και ισχυρότερος– υποστηρικτής των ελληνικών δικαίων στην ΕΕ, Εμανουέλ Μακρόν, που χωρίς περιστροφές κατέστησε σαφές προς πάσα κατεύθυνση: «Είμαστε εδώ και θα είμαστε στο πλευρό σας, όταν η Ιστορία γίνεται άδικη μαζί σας, όταν η αλληλεγγύη μερικές φορές μπορεί να απουσιάζει ή όταν υπάρχει απειλή. Γιατί η δική σας ελευθερία είναι η δική μας» (εδώ).

Αλλα και στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ ο γάλλος πρόεδρος ήταν εξίσου ξεκάθαρος. Και έγινε ακόμα πιο συγκεκριμένος για την κάλυψη της Ελλάδας σε περίπτωση απειλής ή ευθείας αμφισβήτησης της εθνικής κυριαρχίας της (δείτε το εδώ):

«Εχουμε τα μέσα. Εχουμε τους στρατούς, τον εξοπλισμό, τη διπλωματική και οικονομική δύναμη που μας επιτρέπουν να το κάνουμε (…) Η Ελλάδα είναι σημαντική για την κυριαρχία μας, για την οικονομική μας ζωή, διότι είναι ένας τόπος πλούτου, ανταλλαγών και σημαντική για τη σχέση μας με την Εγγύς και Μέση Ανατολή και την Αφρική» και «είμαι ένας από αυτούς που πιστεύουν ακράδαντα ότι πρέπει πάντα να είμαστε στο πλευρό των ευρωπαίων συμμάχων όταν δέχονται επίθεση στην κυριαρχία τους, όταν απειλείται η ανεξαρτησία τους, ο σεβασμός των συνόρων τους. Άλλωστε αυτό έκανε η Γαλλία το καλοκαίρι του 2020, όταν συνέβη αυτό».

«Οπότε, ναι», συμπλήρωσε, «έχουμε αρκετές ασκήσεις, μερικές που μόλις πραγματοποιήθηκαν, μια άλλη που έχει προβλεφθεί επίσης από τον Πρωθυπουργό, όπου θα συνεργαστούμε, θα αναπτυχθούμε μαζί, θα βελτιώσουμε περαιτέρω τη συνεργασία μας, είτε πρόκειται για το πολεμικό ναυτικό, το στρατό ξηράς ή την αεροπορία μας. Έχουμε αυτή την παράδοση, εργαζόμαστε από κοινού και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, διότι θεωρώ ότι μια μεγάλη χώρα της ΕΕ πρέπει να μπορεί να ζήσει ειρηνικά σήμερα. Πιστεύω ότι εάν η Ευρώπη θέλει να ζήσει ειρηνικά, πρέπει να ξέρει να προστατεύει τα σύνορά της και να οικοδομεί αυτούς τους χώρους ειρήνης».

Στο ίδιο μήκος, τέλος, και η αναφορά από τον πρίγκιπα της Ουαλίας Κάρολο στην ιστορική του ομιλία στο Προεδρικό Μέγαρο το βράδυ της παραμονής της εθνικής μας επετείου:

«Η Ελλάδα μπορεί να υπολογίζει στους φίλους της στο Ηνωμένο Βασίλειο (…) Οι δεσμοί μεταξύ μας είναι ισχυροί και ζωτικοί και κάνουν τεράστια διαφορά στην κοινή μας ευημερία και ασφάλεια. Όπως ακριβώς οι Ιστορίες μας είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους, έτσι είναι και το μέλλον μας», δήλωσε ο διάδοχος του βρετανικού θρόνου σε μία τοποθέτηση σαφώς διαφορετική από τη στάση που τηρεί έναντι της Τουρκίας σε μία σειρά από θέματα (Κυπριακό, ενεργειακά κ.ά.) ο σημερινός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον.

Οπως γράφουν «Τα Νέα» στην έκδοση της Παρασκευής, πίσω από την υψηλής διπλωματικής αξίας και συμβολισμού επικοινωνία Μητσοτάκη – Μπάιντεν,  η κυβέρνηση «διαβάζει» διαβεβαιώσεις για πλήρη στήριξη και αναγνώριση της Ελλάδας ως πυλώνα σταθερότητας. Και επιπλέον διακρίνει τα πρώτα «μετρημένα» αμερικανικά μηνύματα προς την Τουρκία.

Δεν είναι μόνο ο συμβολισμός της συγκυρίας της 25ης Μαρτίου, γράφει η Ελένη Ευαγγελοδήμου, αφού η γραμμή ανάμεσα σε Λευκό Οίκο και Μαξίμου άνοιξε και μία ημέρα αφότου επαναδιατυπώθηκε η αμερικανική δυσφορία προς την Αγκυρα σχετικά με το ρωσικό σύστημα S-400. Και πολύ περισσότερο συνέβη χωρίς να προηγηθεί, ούτε να συνδυαστεί, συνομιλία του Μπάιντεν και με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Οπως υπογραμμίζεται στην ανάλυηση της Αλεξάνδρας Φωτάκη για «Τα Νέα», μέσα και από την τηλεφωνική επικοινωνία Μπάιντεν – Μητσοτάκη, ο Λευκός Οίκος εξέπεμψε τουλάχιστον τρία μηνύματα:

1. ΠΡΩΤΑ Η ΑΘΗΝΑ. Η επιλογή Μπάιντεν να επικοινωνήσει πρώτα με την Αθήνα αφήνοντας για αργότερα την Αγκυρα μετρά για την ελληνική πλευρά στο φόντο αφενός της αποστροφής Μπάιντεν ότι «οι ΗΠΑ επιστρέφουν» στους συμμάχους της, αφετέρου της διαφορετικής, σε επίπεδο ισορροπιών, περιόδου του Ντόναλντ Τραμπ. Στο πλαίσιο αυτό είναι ξεκάθαρο ότι η πρώτη τηλεφωνική συνάντηση Μητσοτάκη και Μπάιντεν έγινε σε καλό κλίμα και δεν περιορίστηκε σε εθιμοτυπικό πλαίσιο.

2. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΣΟΥΔΑΣ. Αντίθετα, στα 30 λεπτά της συνομιλίας τέθηκαν όλες οι πτυχές δύο θεμάτων: μια ατζέντα διεύρυνσης της διμερούς σχέσης και το κεφάλαιο Τουρκία. Η Αθήνα έλαβε σήματα από την άλλη άκρη του Ατλαντικού, όπως φαίνεται να διαβεβαίωσε ο Μπάιντεν, για προσπάθειες εμβάθυνσης της συνεργασίας Ελλάδας – ΗΠΑ τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Ειδικό βάρος έχει άλλωστε η στρατιωτική συνεργασία με κυρίαρχη αιχμή τη ναυτική βάση της Σούδας και με «ζωντανό» όπως όλα δείχνουν το πρότζεκτ επέκτασης των αμερικανικών στρατιωτικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.

3. ΘΕΜΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. Επιπλέον ο Πρωθυπουργός συζήτησε το θέμα της στάσης της Αγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο, με τον Μπάιντεν προβληματισμένο και για τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας μετά και την αποχώρησή της από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την καταπολέμηση της έμφυλης βίας. Σχετικές αναφορές άλλωστε έκανε και στην παρέμβασή του στην τηλεδιάσκεψη των Ευρωπαίων, μιλώντας για «δημοκρατική οπισθοδρόμηση», σύμφωνα με αξιωματούχους που επικαλείται το Bloomberg, αλλά και εκφράζοντας επιπλέον ανησυχία για τους στενότερους δεσμούς της Αγκυρας με τη Ρωσία.