Εχεις στο μυαλό σου μία εικόνα. Ξέρεις ότι το πιο στενό πέρασμα ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα βρίσκεται στα βόρεια του νησιού. Οι διακινητές μπορεί να το παρουσιάζουν στους πρόσφυγες ως «ποτάμι» αλλά δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κρύα θάλασσα του βορείου Αιγαίου, ενώ η απόσταση από την μία ακτή στην άλλη είναι γύρω στα 8-10 χιλιόμετρα. Πλησιάζοντας τη Σκάλα Συκαμινιάς διακρίνεις απέναντί σου τη γειτονική χώρα. Αυτόματα το βλέμμα σου ακολουθεί μία νοητή γραμμή που αρχίζει από την τουρκική στεριά και αγγίζει την ελληνική παραλία. Τώρα δεν υπολογίζεις χιλιόμετρα ή ναυτικά μίλια, σχηματίζεις στο μυαλό σου κύματα. Κάθε ένα από αυτά που μπορεί να αναποδογυρίσει ένα φουσκωτό -το φαντάζεσαι γκρι, στο ίδιο χρώμα που είχαν τα χαλάσματα που εντόπισες νωρίτερα στην ακτή του αεροδρομίου- φορτωμένο με δεκάδες πρόσφυγες.
Και όταν αυτό φτάσει στη στεριά; «Στην καλύτερη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με πολύ βρεγμένους ανθρώπους που κρυώνουν», μας προετοίμασε ο 24χρονος Νταβίντ, ένας από τους υπεύθυνους του καταυλισμού της Lighthouse Relief, την ώρα που μοίραζε τις βάρδιες. Στη χειρότερη; Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι σε ετοιμότητα -το βαν τους ήταν τότε παρκαρισμένο έξω από τον καταυλισμό- ενώ οι δομές της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, το «stage 2» όπως το αποκαλούν οι εθελοντές, είναι σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων.
Αλλά και εντός της κατασκήνωσης, που έχει στηθεί χάρη σε εξοπλισμό σουηδικής παραγωγής από το φθινόπωρο του 2015, υπάρχει μία σκηνή με τέσσερα κρεβάτια και πρώτες βοήθειες. «Φυσικά τώρα πια η συγκεκριμένη σκηνή δεν πρέπει να αποκαλείται “κλινική”, ενώ πλέον δεν μπορούμε καν να μαγειρεύουμε για τους πρόσφυγες», μας είπε αναφερόμενη στην παρέμβαση του Υγειονομικού, μία αμερικανίδα γιατρός που εργάζεται για την IsraAID και συμμετέχει αυτές τις μέρες στις εργασίες των εθελοντών.
Υπάρχει μία ακόμη σκηνή για καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης -την ονομάζουν «Helios»- η οποία ζεσταίνεται με μία ξυλόσομπα και χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τη θέρμανση των ατόμων που υποφέρουν από υποθερμία. Συνήθως το 30% των προσφύγων που φτάνουν έχουν υποθερμία. Αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος που η 50χρονη Μαρίτ, μία Νορβηγίδα που ζει στο νησί τα τελευταία 27 χρόνια, δυσανασχετεί με την πρόσφατα αυξημένη δραστηριότητα της Frontex: «Τους συλλέγουν από τη θάλασσα και τους πάνε απευθείας στο λιμάνι. Ολη αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει ακόμα και τέσσερις ώρες. Το φαντάζεστε τόσες ώρες να παραμένουν οι άνθρωποι με βρεγμένα ρούχα;»
Στον καταυλισμό της Lighthouse Relief -η οποία συνεργάζεται με τη γειτονική Αυτοδιαχειριζόμενη Δομή του Πλατάνου- οι πρόσφυγες έχουν ένα ολόκληρο βράδυ για να ζεσταθούν και να συνέλθουν, ή έστω για να ανακτήσουν κάποιες δυνάμεις. Δύο σκηνές, πείτε τα βεστιάρια, είναι γεμάτες καθαρά, ζεστά ρούχα. Αυτά έχουν πλυθεί από εθελοντές που βοηθούν τις γνωστές ως «Dirty Girls», και έχουν τοποθετηθεί σε δεκάδες κούτες με ταμπέλες. Πουλόβερ, εσώρουχα, παντελόνια, μπουφάν, γάντια, κασκόλ, παπούτσια για μωρά (1-2 χρ., 3-5 χρ.), για παιδιά (6-8χρ. 9-11χρ. κ.λπ.), για μεγάλους (small, medium, large).
Οι άνδρες αλλάζουν στη μία σκηνή, τον «Δία» (Zeus), τα γυναικόπαιδα στην άλλη, την «Ηρα» (Hera). Επεξεργάζομαι τις κούτες και βλέπω ότι για τις γυναίκες υπάρχει η επιλογή να φορέσουν μακριές φούστες ή φορέματα αντί για παντελόνια. «Πολλές δεν τολμούν να βάλουν παντελόνι και να βγουν από τη σκηνή», μου εξηγεί η 19χρονη Μάρσι που έχει ταξιδέψει στο νησί από τις ΗΠΑ για μερικές εβδομάδες. Πού και πού όμως τυχαίνει κάποια γυναίκα να απορρίπτει τα φουστάνια και να ζητά ένα παντελόνι: «τώρα βρίσκομαι στην Ευρώπη».
«Δώστε τους ό, τι θέλουν, αλλά πρέπει πάνω απ’ όλα να στεγνώσουν», μας εξηγεί ο Νταβίντ, που, όπως πολλοί εθελοντές του νησιού, κατάγεται από την Ισπανία. «Υστερα μπορούν να φάνε ό,τι μπορούμε να προσφέρουμε (σάντουιτς, κονσέρβες, μπανάνες, μέχρι γλειφιτζούρια), θα τους φτιάξουμε τσάι και καφέ, θα καπνίσουν όσα τσιγάρα έχουν μαζί τους, θα μιλήσουν, θα ξαπλώσουν, θα περπατήσουν, θα μείνουν ξύπνιοι όσο χρειαστεί για να συνειδητοποιήσουν τι πέρασαν», προσθέτει δείχνοντας πρώτα τα υλικά της κουζίνας και ύστερα τους χώρους «αναψυχής» όπου έχουν στηθεί καρέκλες γύρω από τρεις ξυλόσομπες.
Αργότερα θα κοιμηθούν χωρισμένοι σε τρεις σκηνές, μία για τα γυναικόπαιδα, μία για τους άνδρες και η τρίτη, πιο μικρή, για κάποια μεγάλη οικογένεια – έχει τύχει να φτάσει στο νησί γυναίκα με 16 παιδιά. Ανοίγω τις πόρτες τους, ανάβω το φως που τροφοδοτείται από τη γεννήτρια της κατασκήνωσης και βλέπω ότι οι υπνόσακοι και οι κουβέρτες είναι ήδη στρωμένα. Αν κοιμηθούν οι φιλοξενούμενοι κολλητά ο ένας στον άλλον όλες οι σκηνές του καταυλισμού χωρούν συνολικά 200 άτομα.
Και μετά; Ο προορισμός τους είναι φυσικά το λιμάνι. Πριν εμφανιστούν οι εθελοντές, οι ΜΚΟ, οι κρατικοί φορείς και ο ΟΗΕ στο νησί, το καλοκαίρι του 2015, η μόνη λύση ήταν να διασχίσουν τα 45 χιλιόμετρα με τα πόδια. Αργότερα άρχισαν να «προσφέρονται» ταξί ενώ τώρα η διαδρομή γίνεται με λεωφορεία και χωρίζεται σε δύο διαφορετικά στάδια.
Στη Μόρια
Η Μόρια έχει δύο όψεις. Η πρώτη είναι οι αριθμοί. Πόσοι πρόσφυγες έφτασαν στο νησί, από πού προέρχονται, αν πράγματι κατάγονται από εκεί που ισχυρίζονται, πού θέλουν να πάνε και ποιο χαρτί θα παραλάβουν, τελικά, από τις Αρχές. Αυτές είναι οι διαδικασίες που πραγματοποιούνται στο hot spot της Μόριας, δηλαδή στις πρώην φυλακές της Λέσβου. Η είσοδος, φυσικά, απαγορεύεται για όποιον δεν έχει ειδική άδεια, ο χώρος φυλάσσεται από αστυνομικές δυνάμεις και άνδρες της Frontex, ενώ οι λίγες πληροφορίες που βγαίνουν προς τα έξω είναι αριθμοί. Το περασμένο Σαββατοκύριακο καταγράφηκαν συνολικά 3.000 άτομα.
Στην άλλη πλευρά του δρόμου βρίσκεται η δεύτερη όψη της Μόριας. Είναι ο «λόφος των Αφγανών», ή το «Better days for Moria» -όπως ονομάζεται μία από τις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις- στην πράξη. Οι πρόσφυγες που φιλοξενούνται εκεί δεν έχουν τις εγκαταστάσεις ύδρευσης ή τη θέρμανση που παρέχονται στο hot spot ούτε απολαμβάνουν κάποια επιβεβαίωση για το πότε θα αποχωρήσουν από το νησί για την Αθήνα. Παρ’ όλα αυτά, ίσως επειδή τους παρατηρώ μόνο για λίγες ώρες, και σίγουρα λόγω της καλοκαιρίας, τους βλέπω να χαμογελούν.
Εχουν πρόσβαση σε ρουχισμό που παρέχουν οι οργανώσεις, φαγητό και τσάι που ετοιμάζουν οι εθελοντές, έναν αυτοσχέδιο χώρο για προσευχές, μία μπασκέτα στηριγμένη σε ένα δέντρο ελιάς και μία σκηνή για τη δημιουργία τέχνης. Και τα μικρά παιδιά έχουν αυτό που χρειάζονται περισσότερο απ’ όλα, έναν άνθρωπο που έχει θέσει ως σκοπό της παραμονής του στη Λέσβο να τους κάνει να γελάνε. Ο «Φρεντ Νόρμαλ» είναι γνωστός σε όποιον έχει περάσει από τον «Λόφο των Αφγανών». Περπατά σε ξυλοπόδαρα, κουνιέται, χορεύει και τραγουδά για το πολυπολιτισμικό κοινό του. Διασχίζει τον χώρο περνώντας ανάμεσα από τα δέντρα ελιάς και τις σκηνές και τον ακολουθεί μία ουρά από μικρά παιδιά που μοιάζουν να ξέχασαν τι πέρασαν για να φτάσουν μέχρι τον καταυλισμό ενός νησιού μίας ξένης χώρας.
Καρά Τεπέ
Στον «λόφο των Αφγανών» συγκεντρώνονται περίπου 20 διαφορετικές εθνικότητες. Στο Καρά Τεπέ, όμως, διαμένουν μόνο Σύροι. Αυτός είναι ο τελευταίος σταθμός πριν από το λιμάνι της Μυτιλήνης. Μπαίνουμε σε ένα κοντέινερ μίας ΜΚΟ και συναντάμε έναν 28χρονο Αγγλο ο οποίος εργαζόταν σε τράπεζα του Λονδίνου μέχρι να αποφασίσει να τα παρατήσει όλα και να ταξιδέψει στη Λέσβο. Εχει δύο ώρες μέχρι να διπλώσει τα ρούχα που θα διαμοιραστούν στις οικογένειες. Κάθε τόσο εμφανίζεται στην πόρτα ένα μικρό παιδί με μεγάλα μάτια, ενας νέος με κουρασμένο πρόσωπο ή μία μάνα με δύο-τρία παιδιά. «Ραντεβού στις 3», τους επαναλαμβάνει ο Αγγλος σηκώνοντας τρία δάχτυλα.
Οι περισσότεροι πρόσφυγες του καταυλισμού δεν μιλούν αγγλικά αλλά προσπαθούν να μου απαντήσουν με όποιο τρόπο μπορούν. Ο δίχρονος Αχμεντ βρίσκεται στην αγκαλιά του πατέρα του όταν τον ρωτάω πως τον λένε. «Bousni, bousni» του λέει ο πατέρας του. Απευθείας ο μικρός ενώνει τα δάχτυλά του, τα αγγίζει στο στόμα του, σουφρώνει τα χείλη του, στέλνει ένα φιλί και τινάζει το χέρι του στον αέρα.
Μόλις πριν από τρεις μέρες πέρασε ένα-ένα τα κύματα που χωρίζουν τη Λέσβο από την Τουρκία. Εφτασε σε μία παραλία άγνωστη αλλά σίγουρα πιο φιλόξενη από αυτήν που άφησε πίσω του, κάποιος τον τύλιξε με μία πετσέτα και έτριψε βιαστικά τα σγουρά μαλλιά του, κάποιος άλλος τον απάλλαξε με αστραπιαίες κινήσεις από τα βρεγμένα ρούχα που κολλούσαν στο δέρμα του τόσο πολύ που τον πονούσε και άλλος ένας τον προσέγγισε με ένα ζεστό βλέμμα που τον κατεύθυνε σε ένα μπολ γεμάτο ζαχαρωτά, όλα στη διάθεσή του.
Ξάπλωσε ανάμεσα σε άλλες γυναίκες και παιδιά, δίπλα στη μητέρα του, ή μάλλον, κολλημένος σαν στρείδι πάνω της, γατζωμένος στον υπνόσακό της. Το έδαφος κουνιόταν πέρα δόθε, ήταν σχεδόν σίγουρος, αλλά τα βλέφαρά του βάραιναν και δεν είχε τη δύναμη να σηκωθεί για να εξετάσει εάν και γιατί κουνιόταν η σκηνή. Εδωσε ένα φιλί στη φουσκωμένη κοιλιά της μαμάς του και έπεσε για ύπνο.
Υ.Γ. Αυτό που χρειάζονται περισσότερο απ’ όλα οι οργανώσεις και οι εθελοντές που δραστηριοποιούνται στο νησί είναι παπούτσια και κατά προτίμηση ανδρικά, ανάμεσα στα νούμερα 40-44.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News