Οι χώρες που επιθυμούν να άρουν τα περιοριστικά μέτρα και να επιτρέψουν στους εργαζομένους να επιστρέψουν στην εργασία τους θα πρέπει να παρακολουθούν προσεκτικά τις νέες μολύνσεις και να προσαρμόζουν τους ελέγχους που έχουν στη διάθεσή τους, έως ότου υπάρξει εμβόλιο για την Covid-19, σύμφωνα με νέα μελέτη που βασίζεται στην κινεζική εμπειρία.
Οι επιθετικοί περιορισμοί που εφάρμοσε η Κίνα έφεραν το τέλος του πρώτου κύματος της επιδημίας, λένε ερευνητές από το Χονγκ Κονγκ. Αλλά ο κίνδυνος ενός δεύτερου κύματος είναι υπαρκτός, προειδοποιούν.
«Ενώ αυτά τα μέτρα ελέγχου φαίνεται ότι έχουν μειώσει τον αριθμό των λοιμώξεων σε πολύ χαμηλά επίπεδα, χωρίς ανοσία αγέλης ενάντια στον νέο κορονοϊό τα κρούσματα θα μπορούσαν εύκολα να αναζωπυρωθούν καθώς οι επιχειρήσεις, τα εργοστάσια και τα σχολεία θα επανεκκινούν τις δραστηριότητές τους και ο κοινωνικός συγχρωτισμός θα αυξάνεται, ιδίως από τη στιγμή που υπάρχει υψηλός κίνδυνος εισαγόμενων κρουσμάτων από το εξωτερικό, καθώς ο κορονοϊός συνεχίζει να εξαπλώνεται παγκοσμίως», υποστηρίζει ο καθηγητής Τζόζεφ Γου από το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, επικεφαλής της έρευνας.
Οι Κινέζοι κατάφεραν να μειώσουν τον ρυθμό μετάδοσης του ιού – τον αριθμό των ατόμων που κατά μέσο όρο θα μολύνει ένα άτομο που είναι φορέας – από το δύο με τρία κάτω από το ένα, όπου η επιδημία αρχίζει να «συρρικνώνεται».
Ομως, οι ερευνητές προειδοποιούν ότι αν επανέλθει γρήγορα η κανονικότητα και η άρση των ελέγχων είναι πολύ εκτεταμένη, ο αριθμός θα αυξηθεί ξανά. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να παρακολουθούν προσεκτικά τι συμβαίνει, τονίζουν.
«Αν και οι πολιτικές ελέγχου όπως η φυσική απομάκρυνση και η αλλαγή συνηθειών είναι πιθανό να διατηρηθούν για κάποιο χρονικό διάστημα, η επίτευξη μιας ισορροπίας μεταξύ της επανεκκίνησης των οικονομικών δραστηριοτήτων και της διατήρησης του ρυθμού μετάδοσης κάτω από τον αριθμό 1 είναι πιθανόν η καλύτερη στρατηγική μέχρι να καταστούν ευρέως διαθέσιμα τα αποτελεσματικά εμβόλια» είπε ο Γου.
Οπως γράφει ο Guardian, αναφερόμενος στην έρευνα που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet, τα αποτελέσματα αυτά βασίζονται στη μοντελοποίηση της επιδημίας στην Κίνα. Δείχνουν ότι το ποσοστό θνησιμότητας στην ηπειρωτική Κίνα ήταν πολύ χαμηλότερο, λιγότερο από 1%, από ό,τι στην επαρχία Χουμπέι, όπου ξεκίνησε η επιδημία, η οποία είχε ποσοστό θνησιμότητας σχεδόν 6%. Το ποσοστό διαφέρει επίσης ανάλογα με την οικονομική κατάσταση κάθε επαρχίας, η οποία σχετίζεται με την διαθέσιμη υγειονομική περίθαλψη
Η ανάλυσή των επιστημόνων βασίστηκε σε στοιχεία ατόμων που νόσησαν με Covid-19 από τα μέσα Ιανουαρίου μέχρι τις 29 Φεβρουαρίου σε τέσσερις πόλεις, Πεκίνο, Σαγκάη, Σενζέν, Γουενζού, καθώς και στις δέκα επαρχίες με τον μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων, εκτός της Χουμπέι. Τα αποτελέσματα τους οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα πρέπει να χαλαρώνουν μόνο σταδιακά.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News