Οταν το έργο «Νεκρή Φύση» του Βίνσεντ Βαν Γκογκ, που απεικονίζει λουλούδια λιβαδιού και τριαντάφυλλα πέρασε από ακτίνες Χ, επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη ενός άλλου έργου τέχνης πίσω από αυτό. Ο ολλανδός ζωγράφος, σπουδαστής ακόμα τότε, είχε μιλήσει γι’ αυτό στον αδελφό του, Τέο, στις 22 Ιανουαρίου του 1886: «Αυτή την εβδομάδα ζωγράφισα κάτι μεγάλο με δύο γυμνούς κορμούς, δύο παλαιστές».
Το έργο, που τώρα βρίσκεται στο μουσείο Kröller-Müller στην Ολλανδία αναδημιουργήθηκε με τη βοήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας, 135 χρόνια αφότου ο Βαν Γκογκ το ζωγράφισε στον διαστάσεων 100×80 εκατοστών καμβά και ακολούθως το κάλυψε με τα λουλούδια της «Νεκρής Φύσης».
Δύο βρετανοί ειδικοί έδωσαν ξανά «ζωή» στην προηγούμενη σύνθεση σε πλήρες χρώμα και με τρισδιάστατες πινελιές με υφή, σε μία προσπάθεια που διήρκεσε πέντε μήνες.
Ο νευροεπιστήμονας Αντονι Μπούρατσντ και ο φυσικός Τζορτζ Καν -και οι δύο υποψήφιοι διδάκτορες στο University College του Λονδίνου- συνεργάστηκαν μαζί με τον μαθηματικό Γιέσπερ Ερικσον στη χρήση ακτίνων Χ, Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) και τρισδιάστατης εκτύπωσης.
Ο Μπούρατσντ, ειδικός στις νευροεπιστήμες υψηλών διαστάσεων, που προσπαθεί να μοντελοποιήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, είπε στην Telegraph ότι η ομάδα εργάστηκε με έναν αλγόριθμο για να προσομοιώσει το πώς θα μπορούσε να φαινόταν ο αρχικός πίνακας, αναλύοντας τις πινελιές του Βαν Γκογκ σε εκατοντάδες πίνακες: «Το πόσο μοιάζει με τον αρχικό πίνακα είναι αδύνατον να το πούμε με σιγουριά, επειδή δεν έχουμε άλλες πληροφορίες. Νομίζω ότι αυτό που φτιάξαμε είναι πολύ πειστικό – μακράν η καλύτερη εικασία που μπορούμε να έχουμε με την τρέχουσα τεχνολογία». Με απλά λόγια, ουδείς μπορεί να πει πως πρόκειται για πιστό αντίγραφο του αρχικού έργου, ωστόσο είναι η ιδανικότερη προσέγγιση στην τεχνοτροπία του Βαν Γκογκ, με βάση τα γενικά περιγράμματα που απεικονίζονται στην ακτινογραφία. Είναι «μια στατιστική μέθοδος ερμηνείας».
Φτώχεια ή απογοήτευση;
Πολλοί καλλιτέχνες συνήθιζαν να επαναχρησιμοποιούν καμβάδες, είτε επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν νέα υλικά, είτε γιατί ήταν δυσαρεστημένοι με αυτό που είχαν φτιάξει αρχικά και ξεκινούσαν να ζωγραφίζουν από πάνω κάτι καινούργιο. Ο λόγος για τον οποίο το έκανε ο μελαγχολικός ολλανδός ζωγράφος, ωστόσο, είναι άγνωστος.
Tο 1885, ο 35άχρονος ήδη Βαν Γκογκ είχε γραφτεί στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αμβέρσας και μέρος των μαθημάτων που έπαιρνε ήταν η ζωγραφική με παλαιστές. «Μου αρέσει πολύ να το κάνω αυτό», έλεγε ο ίδιος στον αδελφό του, έναν χρόνο αργότερα, στο Παρίσι.
Η ακτινογραφία που αποκάλυψε τους παλαιστές του Βαν Γκογκ ήταν μεταξύ των ανακαλύψεων που έγιναν το 2012 από ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Αμβέρσας, με επικεφαλής τον καθηγητή Κόεν Γιάνενς.
Το έργο, όπως αναδημιουργήθηκε, θα εκτεθεί τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου στο υπόγειο εμπορικό κέντρο Carrousel du Louvre στο Παρίσι και οι προσφορές για την αγορά του αναμένεται να ξεπεράσουν τις δέκα χιλιάδες λίρες (περίπου 11,5 χιλιάδες ευρώ).
Αυτή είναι η πρώτη προσπάθεια που γίνεται για να αναδημιουργηθεί ένας «κρυμμένος» Βαν Γκογκ. Στο παρελθόν, ακολουθήθηκε η ίδια διαδικασία για έναν πίνακα του Πικάσο με μια γυμνή γυναίκα, σχεδόν 120 χρόνια αφότου ο καλλιτέχνης ζωγράφισε πάνω της το κάτι εντελώς διαφορετικό: το The Blind Man’s Meal (Το γεύμα του τυφλού) που εκτίθεται στη συλλογή του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι πρέπει να υπάρχουν χιλιάδες έργα τέχνης κρυμμένα κάτω από υπάρχοντες πίνακες ζωγραφικής.
Η ανάσταση της χαμένης τέχνης
«Η “ανάσταση” της χαμένης τέχνης του κόσμου μόλις ξεκίνησε». Ο Ντέιβιντ Τζ. Στορκ, συγγραφέας ενός βιβλίου που πρόκειται να κυκλοφορήσει με τίτλο «Pixels & Paintings: Foundations of Computer-Assisted Connoisseurship» δήλωσε: «Αυτά είναι αποτελέσματα που σίγουρα στο μέλλον θα βελτιωθούν. Το χρώμα και οι πινελιές είναι σίγουρα μια σωστή βάση και βαδίζουμε προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά έχουμε δρόμο να κάνουμε. Αυτή είναι μόνο μια τεχνική στην επανάσταση που έρχεται, χρησιμοποιώντας τους υπολογιστές ως εργαλεία στη γνώση».
Η αναδημιουργία του έργου προκάλεσε ανάμεικτες αντιδράσεις, αναφέρει το δημοσίευμα της Telegraph.
Η καθηγήτρια και ιστορικός τέχνης Εμιλι Σπρατς στο Sotheby’s Institute of Art της Νέας Υόρκης το περιέγραψε ως «ένα τολμηρό έργο», για το οποίο χρησιμοποιήθηκε τεχνολογία για την κατανόηση του έργου.
«Νομίζω ότι εγείρεται και μία σειρά από ηθικά προβλήματα», επισημαίνει. «Ισως ο Βαν Γκογκ να μην ήθελε ο κόσμος να δει τι είχε ζωγραφίσει. Μπορεί και γι’ αυτό να μην το ολοκλήρωσε. Δεν πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι για κάποιο λόγο δεν το τελείωσε;».
Απαντώντας σε αυτή την κριτική άποψη, ο Μπούρατσντ είπε: «Οταν μελετάμε την Ιστορία, δεν εξετάζουμε τι ήθελαν να μάθουμε για αυτούς οι πολιτικοί. Είναι πολύ πιο σημαντικό για εμάς να γνωρίζουμε την απόλυτη αλήθεια όσο το δυνατόν περισσότερο… Γιατί το σκεφτόμαστε διαφορετικά όσον αφορά τους καλλιτέχνες;».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News