Η νέα ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ για τη ζωή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη είναι μία από τις πιο αναμενόμενες κυκλοφορίες της χρονιάς· παρ’ όλα αυτά, έχουν αποκαλυφθεί ελάχιστα για αυτή. Οι μόνες πληροφορίες που είχαν ανακοινωθεί ήταν ότι θα επικεντρωνόταν στην άνοδο του αυτοκράτορα στην εξουσία και την επακόλουθη πτώση του και ότι ο Χοακίν Φίνιξ θα ερμήνευε τον γάλλο στρατηλάτη και αυτοκράτορα, ενώ για τον ρόλο της πολυαγαπημένης συζύγου του, αυτοκράτειρας Ιωσηφίνας, είχε επιλεγεί η Βανέσα Κίρμπι.
Πρακτικά, γνωστά ήταν μόνο η ημερομηνία κυκλοφορίας της ταινίας (22 Νοεμβρίου) και ότι χρηματοδοτήθηκε από τα Apple Studios: ο 85χρονος σκηνοθέτης, που έχει γυρίσει στο παρελθόν επικές ταινίες μεγάλης κλίμακας –«Μονομάχος» (2000), «Το Βασίλειο των Ουρανών» (2005), «Η Εξοδος: Θεοί και Βασιλιάδες» (2014)–, είχε λάβει έναν φαινομενικά απεριόριστο προϋπολογισμό για να ζωντανέψει το έπος του Ναπολέοντα.
Ωστόσο, τα πράγματα έχουν πλέον αλλάξει. Η Sony Pictures παρουσίασε τα πρώτα πλάνα της ταινίας στο CinemaCon του Λας Βέγκας στις 24 Απριλίου, στην ετήσια συνάντηση των ιδιοκτητών κινηματογραφικών αιθουσών και παραγωγών. Αν κρίνουμε από τις πρώτες εντυπώσεις, ο βρετανός σκηνοθέτης δημιούργησε ένα αριστούργημα της ύστερης περιόδου του, γράφει ο Αλεξάντερ Λάρμαν στην Telegraph.
Το απόσπασμα που προβλήθηκε είναι μια τρομερή σκηνή μάχης, στην οποία ο Ναπολέων παρασύρει τις ενωμένες δυνάμεις του ρωσικού και του αυστριακού στρατού σε μια παγίδα, πριν τις ρίξει σε μια παγωμένη λίμνη. Ο αυτοκράτορας (Χοακίν Φίνιξ) λέει στα στρατεύματά του «αφήστε τους να πιστεύουν ότι βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση», για να ακολουθήσει ένας τρομακτικός καταιγισμός πυρών από τα γαλλικά κανόνια.
Η κλίμακα και η αγριότητα της σφαγής, με τα ματωμένα σώματα και τους στρατιώτες που πέφτουν στο νερό, έκανε το Deadline να δηλώσει ότι «ο “Ναπολέων” ξεχωρίζει δίπλα σε άλλες αξιόλογες ταινίες με μεγάλες σκηνές μάχης, όπως το “Braveheart” και το “1917”», και το Variety να γράψει ότι «αυτό το καστ των πραγματικά χιλιάδων κομπάρσων θα πρέπει να κόστισε πανάκριβα».
«Κινηματογραφικώς, μπορεί να κάνει πράγματα που λίγοι σκηνοθέτες με τα μισά του χρόνια, αν υπάρχουν, μπορούν να κάνουν» δήλωσε για τον Ρίντλεϊ Σκοτ ο πρόεδρος της Sony Pictures, Τομ Ρόθμαν, σημειώνοντας ότι ο 85χρονος σκηνοθέτης δεν έχει κερδίσει ακόμη το Οσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας. Αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει, ανέφερε· γιατί αυτή τη φορά ο Σκοτ «το κάνει σε μια κλίμακα που δεν έχουμε δει εδώ και χρόνια».
Αν τελικά ο «Ναπολέων» αποδειχθεί η επιτυχία που αναμένεται να είναι, κερδίζοντας τόσο τους κριτικούς όσο και το κοινό, τότε θα ξεπεράσει την κατάρα που έπληξε τις προηγούμενες κινηματογραφικές αφηγήσεις των περιπετειών του αυτοκράτορα, γράφει ο Λάρμαν στην Telegraph. Μετά το αριστούργημα του Αμπέλ Γκανς «Ναπολέων» (1927), έγιναν πολλές προσπάθειες να μεταφερθεί η ιστορία του στους κινηματογράφους· όλες, ωστόσο, είτε απέτυχαν εμπορικά είτε αντιμετώπισαν τρομερές δυσκολίες στο στάδιο της προπαραγωγής.
Στις περισσότερες περιπτώσεις ο Ναπολέων παρουσιάστηκε στον κινηματογράφο ως εμβληματική καρικατούρα με δίκοχο καπέλο, είτε σε κάμεο εμφανίσεις στις κωμωδίες «Υπέροχοι Ληστές και τα Κουλουβάχατα της Ιστορίας» (1981) και «Μπιλ και Τεντ, τα Κακά Παιδιά Πάνε Παντού» (1989), είτε ως μέρος μιας άλλης ιστορίας, όπως στο «Πόλεμος και Ειρήνη» (1966) ή στο δράμα για τον μαρκήσιο Ντε Σαντ «Quills, η Πένα της Αμαρτίας» (2000).
Η μόνη σημαντική ταινία που γυρίστηκε για τη ζωή του το τελευταίο μισό του 20ού αιώνα ήταν το «Βατερλώ» (1970) του Σεργκέι Μποτσαρτσούκ, μια επική συμπαραγωγή Ιταλίας-ΕΣΣΔ με πρωταγωνιστή τον Ροντ Στάιγκερ στον ρόλο του Ναπολέοντα και τον Κρίστοφερ Πλάμερ στον ρόλο του εχθρού του, δούκα του Ουέλινγκτον. Οπως υποδηλώνει ο τίτλος, η ταινία ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με τη Μάχη του Βατερλο, τον Ιούνιο του 1815, και κόστισε το τεράστιο ποσό των 12 εκατ. στερλινών (περίπου 120 εκατ. σημερινές λίρες), καθιστώντας την μια από τις πιο ακριβές ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ.
Η ταινία απέσπασε καυστικές κριτικές για την ασυνέπειά της και την έλλειψη ανθρώπινου ενδιαφέροντος (ο Ρότζερ Εμπερτ έγραψε ότι «οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες αποδεικνύονται ελάχιστα πιο ανθρώπινοι από τους υπόλοιπους»), ενώ υπήρξε και τεράστια αποτυχία, αποφέροντας μόνο 1 εκατ. λίρες στο box office.
Ο άνθρωπος που εκνευρίστηκε περισσότερο από την καταστροφική υποδοχή της ήταν ο σπουδαίος Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Δύο χρόνια πριν είχε γυρίσει το «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» (1968), που αποδείχτηκε σημαντική οικονομική επιτυχία για τα MGM Studios. Ετσι, ο Κιούμπρικ προσέγγισε το στούντιο με τα σχέδιά του για μια ταινία για τη ζωή του Ναπολέοντα, η οποία θα ήταν η πρώτη μεγάλη ταινία μετά από εκείνη του Γκανς, με πρωταγωνιστή είτε τον Τζακ Νίκολσον είτε τον Ντέιβιντ Χέμινγκς.
Ο προηγούμενος επικεφαλής της MGM, Ρόμπερτ Ο’Μπράιεν, θαύμαζε την οραματική δουλειά του Κιούμπρικ, δυστυχώς όμως, ο διάδοχός του Λούις Φ. Πολκ τζούνιορ ήταν προσανατολισμένος περισσότερο στα οικονομικά και άρχισε να ακυρώνει την παραγωγή κάθε ταινίας που δεν εγγυόταν τεράστια επιτυχία, γράφει ο Λάρμαν στην Telegraph.
Σύμφωνα με τον Φιλίπο Ουλιβιέρι, συγγραφέα του βιβλίου «Kubrick Unmade», ο σκηνοθέτης απελπίστηκε με την αλλαγή φρουράς. Οπως το έθεσε, «τα φώτα έσβησαν στο Χόλιγουντ». Δυστυχώς, στα τέλη του 1969, το project του για τη ζωή του Ναπολέοντα κατέρρευσε. Το στούντιο επικαλέστηκε ανησυχίες για το μπάτζετ, αν και ο Κιούμπρικ είχε ήδη ρυθμίσει το σενάριο έτσι ώστε να κρατηθεί το κόστος σε διαχειρίσιμο επίπεδο· σε τελική ανάλυση, όμως, η ιδέα του σκηνοθέτη για το «προσιτό» ήταν σαφώς διαφορετική από εκείνη ενός λογιστή του Χόλιγουντ.
Ωστόσο, ο αμερικανός σκηνοθέτης αρνήθηκε να εγκαταλείψει την ιδέα να γυρίσει το αγαπημένο του έργο. Το 1971 έγραψε ένα γράμμα στο στούντιο, λίγο μετά την ολοκλήρωση της ταινίας «Κουρδιστό Πορτοκάλι», με το οποίο δήλωνε: «Είναι αδύνατο να σας πω τι θα κάνω, εκτός από ότι περιμένω να κάνω την καλύτερη ταινία που έγινε ποτέ…».
Ο Ουλιβιέρι αποκαλεί αυτή τη «μάλλον καυχησιολογική πρόθεση» άτυπη ύβρι και αμφισβητεί ότι η επιστολή στάλθηκε ποτέ με αυτή τη μορφή: «Ο Κιούμπρικ ήταν πάντα πολύ σίγουρος για την ικανότητά του να κάνει καλές ταινίες, αλλά αυτή η φράση ακούγεται αχαρακτήριστα επιδεικτική. Νομίζω ότι προσπαθούσε να τους πιέσει χρησιμοποιώντας όλη την πειθώ και την επιρροή του. Φαίνεται σχεδόν σαν μια απελπισμένη προσπάθεια, σαν να ένιωθε ήδη ότι οι πιθανότητές του να τους κερδίσει ήταν ελάχιστες» παρατηρεί ο βιογράφος του.
Μετά τη σκανδαλώδη επιτυχία του «Κουρδιστού Πορτοκαλιού», ο Κιούμπρικ γύρισε το «Μπάρι Λίντον» (1975), μεταφορά του βιβλίου του Γουίλιαμ Θάκερεϊ, που εξιστορεί την κοινωνική άνοδο και την αναπόφευκτη πτώση ενός τυχοδιώκτη στη Βρετανία των αρχών του 18ου αιώνα.
Τοποθετημένο εν μέρει κατά τη διάρκεια του Επταετούς Πολέμου, το φιλμ τού επέτρεψε να χρησιμοποιήσει ένα μεγάλο μέρος της έρευνας για τον Ναπολέοντα, τόσο αναφορικά με τις στρατιωτικές λεπτομέρειες όσο και με τις τεχνικές απαιτήσεις.
Αν και αριστούργημα, το «Μπάρι Λίντον» απέτυχε εμπορικά, οπότε ο σκηνοθέτης απομακρύνθηκε από τις πανάκριβες ταινίες εποχής· ωστόσο, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σκέφτηκε να αναστήσει τον Ναπολέοντα σε μια τηλεοπτική σειρά 20 επεισοδίων στην οποία θα πρωταγωνιστούσε ο Αλ Πατσίνο.
Μετά τον θάνατο του Κιούμπρικ υπήρξαν επίμονες φήμες ότι το project του Ναπολέοντα με κάποιον τρόπο θα επανερχόταν. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ –ο οποίος γύρισε και την «Α.Ι. Τεχνητή Νοημοσύνη» (2001), μια άλλη σπουδαία ταινία την οποία είχε ξεκινήσει ο Κιούμπρικ– άρχισε να αναπτύσσει το 2013 μια μίνι σειρά βασισμένη στο αρχικό σενάριο του «Ναπολέοντα» του Κιούμπρικ, με την πρόθεση να τη σκηνοθετήσει ο ίδιος.
Μάλιστα, τον Φεβρουάριο, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, ο Σπίλμπεργκ δήλωσε ότι «σε συνεργασία με την Κριστιάν Κιούμπρικ και τον (αδελφό της, παραγωγό) Γιαν Χάρλαν, ετοιμάζουμε μια μεγάλη παραγωγή για το HBO βασισμένη στο αρχικό σενάριο του Στάνλεϊ για τον Ναπολέοντα. Θα είναι μια μίνι σειρά επτά επεισοδίων», χωρίς να αναφέρει ποιος θα είναι ο σκηνοθέτης· κάποτε είχε ακουστεί ο Κάρι Φουκουνάγκα του «No Time to Die», αλλά το όνομά του απουσίαζε από την πρόσφατη δημοσιότητα.
Σε κάθε περίπτωση, αν η ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ αποδειχτεί επιτυχημένη, η σειρά του Σπίλμπεργκ ίσως αποδειχτεί περιττή, εκτός αν εστιάζει σε κάτι ουσιαστικά διαφορετικό, γράφει στην Telegraph ο Αλεξάντερ Λάρμαν.
Η ειρωνεία είναι ότι, μετά από έναν αιώνα κατά τον οποίο στάθηκε αδύνατο να αποτυπωθεί σε ταινία η ζωή του μεγάλου αυτοκράτορα, δύο μεγάλα projects ανταγωνίζονται θέλοντας να προσφέρουν τον οριστικό απολογισμό. Ωστόσο, όπως γράφει ο Λάρμαν, τον Νοέμβριο, όταν θα προβληθεί το πολυαναμενόμενο έπος του Ρίντλεϊ Σκοτ, θα φανεί τελικά αν έχει αρθεί η «κατάρα του Ναπολέοντα» ή αν, δύο αιώνες μετά τον θάνατό του, παραμένει ένα θέμα άπιαστο όσο ποτέ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News