Αβέβαιη παραμένει η μοίρα του βασικού νόμου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος στην επικράτειά της, αφού τα μέλη της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επέλεξαν μεν να μην απορρίψουν πλήρως το νομοσχέδιο, αλλά στη συνέχεια δεν πρόλαβαν να καθορίσουν το περιεχόμενό του.
Οι ευρωπαίοι νομοθέτες αντιπαρατίθεται εδώ και εβδομάδες για την πρόταση της ΕΕ με στόχο την αποκατάσταση της Φύσης (τουλάχιστον στο 20% των εδαφών και των υδάτων της έως το 2030), ούτως ώστε να σταματήσει η καταστροφή των οικοσυστημάτων και η επιδείνωση της υγείας όλων των ειδών. «Ξέρουμε τι δεν θέλουμε αλλά δεν φαίνεται να ξέρουμε τι θέλουμε» έγραψε στο Twitter ο Πράσινος ευρωβουλευτής Μπας Αϊκχουτ κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας.
Ωστόσο, αποτελεί γεγονός ότι κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Επισιτιστικής Ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) υπέστη ένα μάλλον αναπάντεχο πλήγμα, καθώς η πρότασή του για απόρριψη του νομοσχεδίου δεν πέτυχε την πλειοψηφία και απορρίφθηκε (με 44 ψήφους υπέρ και 44 κατά).
Στη συνέχεια ξεκίνησε η διαδικασία της ψηφοφορίας επί των συμβιβαστικών τροπολογιών που συνέταξε ο επικεφαλής εισηγητής του νομοσχεδίου (Σέζαρ Λουένα, από την ομάδα των Σοσιαλιστών και των Δημοκρατών) και επί μεμονωμένων τροπολογιών που κατατέθηκαν από άλλους ευρωβουλευτές, αλλά οι νομοθέτες δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν το έργο τους (παρότι αφιέρωσαν περισσότερο από τρεις ώρες), με τη σχετική διαδικασία να συνεχίζεται στις 27 του τρέχοντος μήνα στις Βρυξέλλες, πριν από μια αποφασιστική ψηφοφορία στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οσον αφορά την καταψήφιση της πρότασης του ΕΛΚ για απόρριψη του νομοσχεδίου, ο ευρωβουλευτής Πίτερ Λίζε προέβλεψε ότι η πρόταση για την αποκατάσταση της Φύσης στην ΕΕ θα απορριφθεί, τελικά, στην ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, καθώς η ψηφοφορία της Πέμπτης κατέδειξε πως οι ευρωβουλευτές είναι «απόλυτα διχασμένοι». Πού οφείλεται, όμως, η εναντίωση της μεγαλύτερης ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο νομοσχέδιο της ΕΕ, το οποίο αποτελεί βασικό κομμάτι της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας με στόχο την κλιματική ουδετερότητα έως το 2050;
ΕΛΚ: Το νομοσχέδιο πλήττει τους αγρότες
Το ΕΛΚ υποστηρίζει καταρχάς ότι πλήττει τους αγρότες στερώντας τους καλλιεργήσιμες εκτάσεις, αλλά και ότι δύναται να αποτελέσει απειλή για την επισιτιστική ασφάλεια, ισχυρισμό τον οποίο απορρίπτουν όχι μόνον η Κομισιόν, αλλά και πλήθος επιστημόνων. Πριν από την ψηφοφορία της Πέμπτης ο αρχηγός του ΕΛΚ Μάνφρεντ Βέμπερ σημείωνε πως η ομάδα του θα καταψήφιζε την πρόταση για την αποκατάσταση της Φύσης, όχι επειδή αντιτίθεται σε μια πράσινη μετάβαση για τον αγροτικό τομέα, αλλά επειδή «η αλλαγή αυτού του μεγέθους δεν μπορεί να είναι αυτοσχέδια».
«Οι επαγγελματίες χρειάζονται συγκεκριμένους, σαφείς κανόνες, ένα ακριβές χρονοδιάγραμμα και μια λίστα με προβλέψιμες συνέπειες, δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από τον κατάλογο των τραβηγμένων και αφηρημένων μέτρων που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή» υποστήριξε ο βαυαρός πολιτικός.
Οπως αναφέρει το Politico σε ρεπορτάζ του, το ΕΛΚ συνεργάζεται επίσης με οργανώσεις αγροτών, βάλλοντας κατά ενός άλλου πράσινου νομοσχεδίου, που επίσης «στοχεύει» τους αγρότες, με κανόνες για τον περιορισμό της χρήσης φυτοφαρμάκων κατά 50% και τη μείωση των εκπομπών από τις μεγάλες αγροτικές μονάδες.
Οι αντίπαλοι του επικεφαλής του ΕΛΚ τον κατηγορούν ότι είναι διατεθειμένος να φτάσει στα άκρα ούτως ώστε να πετύχει τους πολιτικούς στόχους της ομάδας του, με τον Πασκάλ Κανφέν, πρόεδρο της Επιτροπής Περιβάλλοντος και μέλος της φιλελεύθερης ομάδας Renew Europe, να λέει ότι ο Βέμπερ έφτασε στο σημείο να «εκβιάζει» τους ευρωβουλευτές του, απειλώντας τους με αποβολή, ενόψει της ψηφοφορίας της Πέμπτης επί του νομοσχεδίου για την αποκατάσταση της Φύσης.
Οσον αφορά ειδικά τους αγρότες, το Politico υπογραμμίζει καταρχάς πως η επιδίωξη των Βρυξελλών να καταρτίσουν άμεσα ένα ρυθμιστικό πλαίσιο για τον τελευταίο μεγάλο ρυπαντή στην ΕΕ (τη γεωργία) που εξακολουθεί ακόμα να λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτα, προκάλεσε «έναν τοξικό πόλεμο λάσπης […] Αφού ξεπέρασε την αντίσταση σε μέτρα με στόχο τη μείωση των εκπομπών στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και της βιομηχανίας, η ΕΕ θέλει να κάνει το ίδιο και με τη γεωργία, αλλά αυτό αποδεικνύεται ακόμα πιο δύσκολο».
Αγρότες: Μη ρεαλιστική και πρακτική πρόταση
Οι αγρότες, από την πλευρά τους, υποστηρίζουν ότι ήδη κάνουν πολλά ούτως ώστε να καταστούν πιο «πράσινες» οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, και ζητούν από την Κομισιόν να περιμένει έως ότου αρχίσουν να γίνονται εμφανή τα αποτελέσματα των όποιων προσπαθειών τους, πριν προβεί στην εφαρμογή νέων κανόνων.
«Είμαστε πρόθυμοι να κάνουμε ό,τι μας αναλογεί» για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας της βιοποικιλότητας, ανέφερε σχετικά ο Πέκα Πεσόνεν, επικεφαλής του λόμπι Copa & Cogeca, που εκπροσωπεί περισσότερους από 22 εκατομμύρια ευρωπαίους αγρότες και τις οικογένειές τους. Υπογράμμισε, όμως, πως η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «δεν είναι ρεαλιστική ούτε πρακτική» και αυτό οδηγεί «σε τεράστια απογοήτευση την αγροτική κοινότητα» της ΕΕ.
Οι επικριτές των εξεγερμένων αγροτών αντιτείνουν ότι προωθείται ένα ξεπερασμένο αγροτικό μοντέλο, που απλώς δεν θα είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα. «Οι αγρότες οδηγούνται στο να πιστεύουν ότι αν δεν έχουν μια συγκεκριμένη συνθετική χημική ουσία, δεν θα μπορούν να βγάζουν τα προς το ζην» ανέφερε σχετικά ο Ερικ Γκαλ, αναπληρωτής διευθυντής της IFOAM Organics Europe, μιας επιχειρηματικής ένωσης που προωθεί τη βιολογική γεωργία.
Σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη γεωργία, «η ΕΕ διοχετεύει το ένα τρίτο του ετήσιου προϋπολογισμού της στον τομέα μέσω της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής – αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να μειώσει το αποτύπωμα άνθρακα της γεωργίας. Το 2020, στη γεωργία αντιστοιχούσε το 11% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της ΕΕ, ένα ποσοστό που παραμένει σχετικά σταθερό από το 2005» σημειώνει το Politico.
Ερευνητές και ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι για αυτή την απουσία προόδου ευθύνεται εν μέρει το γεγονός ότι δεν υπάρχει η απαραίτητη πολιτική βούληση για την εφαρμογή αυστηρών κανονισμών, με την Ελιζαμπετ Ναντέου, αναλύτρια στο Ινστιτούτο για την Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Πολιτική, να κάνει λόγο για «αγροτικό εξαιρετισμό».
«Πονοκέφαλος» η ισχύς των λόμπι
Το Politico εξηγεί ότι η Κοινή Αγροτική Πολιτική προέκυψε από την ανάγκη εξασφάλισης της επισιτιστικής ασφάλειας στην ΕΕ – και ενώ τώρα στρέφεται (παρότι βραδέως) σε πιο πράσινες πρακτικές, η δομή της εμποδίζει έναν μετασχηματισμό μεγάλης κλίμακας. Ομως η στάση των Βρυξελλών απέναντι στη γεωργία αντανακλά επίσης την ισχύ των εδραιωμένων γεωργικών συμφερόντων στις Βρυξέλλες και στις πρωτεύουσες της ΕΕ.
Τα «μεγαλύτερα και ισχυρότερα λόμπι» υπερασπίζονται ένα σύστημα διατροφής και γεωργίας που είναι επιβλαβές για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και τους μικρούς αγρότες, «που εξαφανίζονται με ανησυχητικούς, στην καλύτερη περίπτωση, ρυθμούς» δήλωσε ο Μάρκο Κοντιέρο, διευθυντής γεωργικής πολιτικής της Greenpeace στην ΕΕ.
Η εντατική γεωργία συνδέεται με υψηλές εκπομπές μεθανίου και οξειδίου του αζώτου, και χαρακτηρίζεται ως βασικός παράγοντας ρύπανσης και απώλειας της βιοποικιλότητας. Η μείωση αυτού του αντίκτυπου είναι εξαιρετικά επείγουσα, καθώς η κλιματική αλλαγή και η μείωση της βιοποικιλότητας μακροπρόθεσμα συνιστούν τις μεγαλύτερες απειλές για τη γεωργία και τα μέσα διαβίωσης των αγροτών, όπως υπογραμμίζουν οι επιστήμονες.
Οσον αφορά την επισιτιστική ασφάλεια, οι ειδικοί υποστηρίζουν και προειδοποιούν ότι έως τα μέσα του αιώνα θα αποτελεί τεράστιο ζήτημα εάν δεν αλλάξουν άμεσα οι μέθοδοι αγροτικής παραγωγής.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News