Ο ιστορικός ηγέτης της Κουβανικής Επανάστασης, Φιντέλ Κάστρο, είχε κάποτε αποκαλέσει την Κούβα «πιο ασφαλή χώρα στον κόσμο». Με τα χαμηλά ποσοστά βίαιης εγκληματικότητας στο νησί και τη σπανιότητα των όπλων στις τάξεις των πολιτών του, ίσως είχε κάποιο δίκιο.
Οι επικριτές του, φυσικά, απαντούν ότι το χαμηλό ποσοστό εγκληματικότητας επιτεύχθηκε μέσω εκφοβισμού, ότι η Κούβα του Κάστρο ήταν –και παραμένει– ένα αστυνομικό κράτος που δεν επιτρέπει καμία κριτική στην κομμουνιστική κυβέρνηση και δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα των επικριτών του.
Οπως και αν επετεύχθη αυτή η αίσθηση ασφάλειας, για αρκετές δεκαετίες ελάχιστοι Κουβανοί μπορούσαν να αρνηθούν ότι οι δρόμοι της Αβάνας και των άλλων πόλεων του νησιού ήταν από τους ασφαλέστερους στην αμερικανική ήπειρο. Η κατάσταση, όμως, έχει αρχίσει να ανατρέπεται τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με ρεπορτάζ του BBC.
Ο Τζαν Φράνκο, επίδοξος μουσικός παραγωγός, υπήρξε ένα από τα θύματα της διαρκώς αυξανόμενης βίας στους δρόμους της Αβάνα. Πριν από δυο μήνες ο 19χρονος μαχαιρώθηκε δύο φορές στο στήθος έξω από ένα στούντιο ηχογράφησης, όταν βρέθηκε στη μέση μιας διαμάχης μεταξύ αντιπάλων συμμοριών.
Η αδελφή του, Σαμάνθα Γκονσάλες, μόλις 20 ετών και μητέρα ενός αγοριού 13 μηνών, λέει στο BBC ότι ο αδελφός της ήταν ένας από τους δεκάδες νεαρούς που δολοφονήθηκαν τους τελευταίους μήνες στους δρόμους της πρωτεύουσας. «Η βία έχει πλέον ξεφύγει από κάθε έλεγχο» εξηγεί. «Συμμορίες τσακώνονται με αντίπαλες συμμορίες και πολλοί περαστικοί, νέοι άνθρωποι, πέφτουν νεκροί από διασταυρούμενα πυρά».
Τις περισσότερες φορές οι διαφορές τους δεν λύνονται με τις παραδοσιακές γροθιές του παρελθόντος, αλλά με μαχαίρια και μεγάλα σπαθιά, συχνά, μάλιστα, και με πυροβόλα όπλα. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί μετά την άφιξη στην Κούβα μιας νέας ναρκωτικής ουσίας που αποκαλείται «κίμικο» –ένα φθηνό χημικό προϊόν με βάση την κάνναβη– η οποία έχει εθίσει τους νέους στα πάρκα και στους δρόμους της Αβάνα.
Στο παρελθόν, ακόμα και μια απλή υπόνοια ενός ξένου μέσου ενημέρωσης ότι η χώρα είχε πρόβλημα με οπιοειδή και συμμορίες οδηγούσε τον καταγγέλλοντα στη φυλακή. Μέχρι σήμερα οι αρχές της Κούβας προσπαθούν με κάθε τρόπο να υποστηρίξουν το αφήγημα ότι οι δρόμοι της είναι απαλλαγμένοι από εγκλήματα και σαφώς πιο ασφαλείς από εκείνους των αμερικανικών μεγαλουπόλεων.
Οτιδήποτε αναδεικνύει τα κοινωνικά προβλήματα της χώρας χαρακτηρίζεται ως προκατάληψη απέναντι στο σοσιαλιστικό καθεστώς ή ως αντεπαναστατική προπαγάνδα με επίκεντρο τους αυτοεξόριστους Κουβανούς του γειτονικού Μαϊάμι και τις μυστικές υπηρεσίες της Ουάσινγκτον. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια οι συζητήσεις γύρω από το πρόβλημα στα κουβανικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν οδηγήσει τις Αρχές να το συζητούν ανοιχτά, πλέον, στην κρατική τηλεόραση.
Τον Αύγουστο, μια εκπομπή του νυχτερινού τηλεοπτικού τοκ σόου «Mesa Redonda» –όπου στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος προσκαλούνται για να παρουσιάσουν τη γραμμή του κόμματος– είχε τίτλο «Η Κούβα κατά των ναρκωτικών». Στη διάρκεια του προγράμματος ο επικεφαλής της μονάδας αντιμετώπισης ναρκωτικών αναγνώρισε τη διάδοση του κίμικο στις τάξεις της νεολαίας και τόνισε ότι οι Αρχές αντιμετωπίζουν το πρόβλημα.
Αλλά σε διαφορετική εκπομπή, η κουβανική κυβέρνηση αρνήθηκε ότι η κατάσταση χειροτερεύει, υποστηρίζοντας ότι μόνο το 9% των εγκλημάτων στην Κούβα ήταν βίαια – και μόλις το 3% ήταν δολοφονίες. Ωστόσο οι επικριτές αμφισβητούν τη διαφάνεια των στατιστικών της κυβέρνησης, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπάρχει ανεξάρτητη εποπτεία των φορέων που τα παράγουν ή των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούν.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση κατηγορεί σε μεγάλο βαθμό τον παραδοσιακό εχθρό του καθεστώτος, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο για την ύπαρξη συνθετικών οπιοειδών στην Κούβα όσο και για το επί δεκαετίες οικονομικό εμπάργκο των ΗΠΑ στο νησί – το οποίο, όπως λένε, είναι ο λόγος που ορισμένοι Κουβανοί έχουν καταφύγει στο έγκλημα.
Σε μια σπάνια συνέντευξή της, η αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κούβας, Μαρισέλα Σόσα Ραβέλο, είπε στο BBC ότι το πρόβλημα έχει λάβει δυσανάλογες διαστάσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παράλληλα διέψευσε τους ισχυρισμούς ότι πολλά εγκλήματα δεν καταγγέλλονται στις Αρχές λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης του κόσμου στην αστυνομία.
«Στα 30 χρόνια που είμαι δικαστής δεν έχω ενδείξεις ότι οι πολίτες της Κούβας δεν εμπιστεύονται τις Αρχές» ισχυρίστηκε. «Στη χώρα μας η αστυνομία έχει υψηλό ποσοστό επιτυχίας στην εξιχνίαση εγκλημάτων και οι άνθρωποι δεν παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής – γεγονός που υποδηλώνει την εμπιστοσύνη του πληθυσμού στο κουβανικό δικαστικό σύστημα».
Αυτή η άποψη, όμως, δεν συνάδει με την εμπειρία ενός άλλου πρόσφατου θύματος καιροσκοπικής ληστείας στους αμυδρά φωτισμένους νυχτερινούς δρόμους της Αβάνα. Η Σίρα, μια τρανς ακτιβίστρια που μιλάει ανοιχτά για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κούβα, λέει στο BBC ότι η ληστεία που υπέστη ένα βράδυ από έναν άνδρα που κρατούσε μαχαίρι δεν συνιστά καθόλου σπάνιο φαινόμενο. Η αντίδραση της αστυνομίας στο περιστατικό, όμως, την απογοήτευσε βαθιά.
Μετά την επίθεση που δέχτηκε, η Σίρα συνάντησε δυο αστυνομικούς με μοτοσικλέτες σε έναν παράδρομο. Παρά την εμφανή αγωνία της, η αστυνομία αγνόησε τις εκκλήσεις της για βοήθεια. «Μου είπαν ανοιχτά: “Δεν είμαστε εδώ για τέτοια πράγματα”» εξομολογείται στο BBC.«Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Τους είπα τι είχε συμβεί, τους περιέγραψα τα ρούχα του δράστη, τους έδειξα την κατεύθυνση που είχε πάρει, αλλά δεν μου έδωσαν καμία σημασία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News