Η νέα σχολική χρονιά για τα μικρά παιδιά στη Σουηδία άρχισε με μια εντυπωσιακή αλλαγή· στα σουηδικά σχολεία, σε όλη τη χώρα, πολλοί από τους δασκάλους δίνουν και πάλι έμφαση στα τυπωμένα βιβλία, στον ήσυχο χρόνο ανάγνωσης και στην πρακτική της γραφής, και αφιερώνουν λιγότερο χρόνο σε tablets, ανεξάρτητη διαδικτυακή έρευνα και δεξιότητες πληκτρολόγησης, γράφει ο Guardian αναφερόμενος σε δημοσίευμα του Associated Press στη Στοκχόλμη.
Η επιστροφή σε πιο παραδοσιακούς τρόπους μάθησης είναι μια απάντηση σε πολιτικούς και εμπειρογνώμονες που διερωτώνται αν η υπερψηφιοποιημένη προσέγγιση του εκπαιδευτικού μοντέλου της Σουηδίας, συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής tablet σε νηπιαγωγεία, έχει οδηγήσει σε μείωση των βασικών δεξιοτήτων.
Η υπουργός Παιδείας της Σουηδίας, Λότα Εντχολμ, η οποία ανέλαβε τα καθήκοντά της πριν από 11 μήνες ως μέλος μιας κεντροδεξιάς κυβέρνησης συνασπισμού, είναι από τους μεγαλύτερους επικριτές της ολοκληρωτικής υιοθέτησης της τεχνολογίας.
«Οι μαθητές της Σουηδίας χρειάζονται περισσότερα σχολικά βιβλία» είχε δηλώσει η Εντχολμ τον Μάρτιο. «Τα βιβλία Φυσικής είναι σημαντικά για τη μάθηση των μαθητών».
Τον περασμένο Αύγουστο η υπουργός ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση σκόπευε να ακυρώσει την απόφαση που είχε λάβει η εθνική υπηρεσία για την εκπαίδευση, να καταστήσει υποχρεωτικές τις ψηφιακές συσκευές στα νηπιαγωγεία. Σχεδιάζει, δε, να προχωρήσει περαιτέρω και να τερματίσει εντελώς την ψηφιακή μάθηση για παιδιά κάτω των έξι ετών, σύμφωνα με δήλωση του υπουργείου στο Associated Press.
Παρότι οι μαθητές της Σουηδίας βαθμολογούνται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για την ικανότητα ανάγνωσης, το «Progress in International Reading Literacy Study» (PIRLS), μια διεθνής αξιολόγηση των επιπέδων ανάγνωσης της τέταρτης τάξης, αποκάλυψε μια πτώση μεταξύ των ετών 2016 και 2021.
Το 2021, οι Σουηδοί μαθητές της τέταρτης τάξης είχαν κατά μέσο όρο 544 πόντους, λιγότερους από τον μέσο όρο των 555 πόντων το 2016. Ωστόσο, η απόδοσή τους έφερε τη χώρα σε ισοβαθμία με την Ταϊβάν στην έβδομη υψηλότερη συνολική βαθμολογία τεστ.
Συγκριτικά, η Σιγκαπούρη –που βρισκόταν στην κορυφή της κατάταξης– βελτίωσε τις βαθμολογίες PIRLS στην ανάγνωση από 576 σε 587 την ίδια περίοδο· σύμφωνα με το PIRLS, ο μέσος όρος βαθμολογίας της Μεγάλης Βρετανίας στην ανάγνωση μειώθηκε ελαφρώς, από 559 το 2016 σε 558 το 2021.
Ορισμένα μαθησιακά ελλείμματα μπορεί να προήλθαν εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού ή να αντικατοπτρίζουν τον αυξανόμενο αριθμό μεταναστών μαθητών που δεν μιλούν σουηδικά ως πρώτη τους γλώσσα, αλλά η υπερβολική χρήση οθονών κατά τη διάρκεια των σχολικών μαθημάτων ίσως κρατήσει τα παιδιά πίσω στα βασικά μαθήματα, υποστηρίζουν οι ειδικοί στην εκπαίδευση.
«Υπάρχουν σαφείς επιστημονικές αποδείξεις ότι τα ψηφιακά εργαλεία επηρεάζουν, αντί να ενισχύουν, τη μάθηση των μαθητών» δήλωσαν τον περασμένο Αύγουστο εκπρόσωποι του Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Σουηδίας, υψηλού κύρους ιατρικής σχολής που επικεντρώνεται στην έρευνα σχετικά με την εθνική στρατηγική ψηφιοποίησης της εκπαίδευσης.
«Πιστεύουμε ότι η εστίαση θα πρέπει να επιστρέψει στην απόκτηση γνώσης μέσω έντυπων εγχειριδίων και τεχνογνωσίας των εκπαιδευτικών, αντί της απόκτησης γνώσης κυρίως από ελεύθερα διαθέσιμες ψηφιακές πηγές που δεν έχουν ελεγχθεί για την ακρίβειά τους» ανέφεραν.
Η ταχεία υιοθέτηση εργαλείων ψηφιακής μάθησης έχει προκαλέσει επίσης ανησυχία στην Υπηρεσία Εκπαίδευσης και Πολιτισμού του ΟΗΕ. Σε μια έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο, η UNESCO απηύθυνε «επείγουσα έκκληση για κατάλληλη χρήση της τεχνολογίας στην εκπαίδευση».
Η έκθεση προτρέπει τις χώρες να επιταχύνουν τις διαδικτυακές συνδέσεις στα σχολεία, αλλά ταυτόχρονα προειδοποιεί ότι η τεχνολογία στην εκπαίδευση θα πρέπει να εφαρμόζεται με τρόπο που να μην αντικαθιστά ποτέ την παραδοσιακή διδασκαλία, και να υποστηρίζει τον κοινό στόχο της ποιοτικής εκπαίδευσης για όλους.
Στη Στοκχόλμη, ο Λίβεον Πάλμερ, εννιάχρονος μαθητής της τρίτης τάξης στο δημοτικό σχολείο Djurgardsskolan, εξέφρασε την αποδοχή του να περνάει περισσότερες σχολικές ώρες εκτός σύνδεσης: «Μου αρέσει περισσότερο να γράφω σε χαρτί, γιατί απλά νιώθω καλύτερα» ανέφερε στο Associated Press.
Η δασκάλα του, Καταρίνα Μπρανέλιους, είπε ότι ζητούσε από τους μαθητές της να χρησιμοποιούν επιλεκτικά tablet κατά τη διάρκεια των μαθημάτων της, ακόμη και πριν από τον έλεγχο σε εθνικό επίπεδο: «Χρησιμοποιούμε tablet στα Mαθηματικά και κάνουμε κάποιες εφαρμογές, αλλά δεν χρησιμοποιούμε tablet για να γράφουμε κείμενο» σημείωσε η σουηδή δασκάλα και τόνισε ότι οι μαθητές κάτω των 10 ετών «χρειάζονται χρόνο εξάσκησης στη γραφή… προτού τους εισάγεις στη γραφή σε tablet».
Η διαδικτυακή διδασκαλία είναι ένα ζήτημα που συζητείται έντονα σε όλη την Ευρώπη και γενικότερα στη Δύση. Στην Πολωνία, για παράδειγμα, μόλις ξεκίνησε ένα πρόγραμμα παροχής φορητού υπολογιστή σε κάθε μαθητή, από την τέταρτη τάξη, το οποίο χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση, με την ελπίδα η χώρα να γίνει τεχνολογικά πιο ανταγωνιστική.
Στις ΗΠΑ ο κορονοϊός ώθησε τα δημόσια σχολεία να παρέχουν εκατομμύρια φορητούς υπολογιστές σε μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που αγοράστηκαν με ομοσπονδιακά χρήματα για την ανακούφιση από την πανδημία. Αλλά εξακολουθεί να υφίσταται ένα ψηφιακό χάσμα, το οποίο αποτελεί μέρος του λόγου που τα αμερικανικά σχολεία τείνουν να χρησιμοποιούν ταυτόχρονα έντυπα και ψηφιακά εγχειρίδια, δήλωσε ο Σον Ράιαν, πρόεδρος του σχολικού τμήματος των εκδόσεων αμερικανικών σχολικών βιβλίων McGraw Hill.
«Σε μέρη όπου δεν υπάρχει σύνδεση στο σπίτι, οι εκπαιδευτικοί απεχθάνονται τη στροφή στην ψηφιακή τεχνολογία, επειδή σκέφτονται τους πιο ευάλωτους [μαθητές τους], και φροντίζουν να έχουν και εκείνοι την ίδια πρόσβαση στην εκπαίδευση με όλους τους άλλους» επεσήμανε ο Ράιαν.
Η Γερμανία, αν και μία από τις πλουσιότερες ευρωπαϊκές χώρες, είναι εντυπωσιακά αργή στη μεταφορά κυβερνητικών προγραμμάτων και πληροφοριών κάθε είδους στο διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης. Η κατάσταση της ψηφιοποίησης στα σχολεία ποικίλλει και μεταξύ των 16 κρατιδίων της χώρας, τα οποία είναι υπεύθυνα για τα δικά τους προγράμματα σπουδών.
Στη Σουηδία, για να αντιμετωπιστεί η πτώση στις επιδόσεις ανάγνωσης στην τετάρτη δημοτικού, η κυβέρνηση ανακοίνωσε φέτος μια επένδυση αξίας 685 εκατ. σουηδικών κορονών (57,6 εκατ. ευρώ) για αγορές σχολικών βιβλίων. Επιπλέον 500 εκατ. κορόνες (42,05 εκατ. ευρώ) θα δαπανηθούν ετησίως το 2024 και το 2025 για να επιταχυνθεί η επιστροφή στα σχολικά βιβλία.
Ωστόσο, δεν είναι όλοι οι ειδικοί πεπεισμένοι ότι η απόφαση της Σουηδίας για επιστροφή στα βασικά βιβλία αφορά αποκλειστικά το τι είναι καλύτερο για τους μαθητές. Η κριτική των επιπτώσεων της τεχνολογίας είναι «μια δημοφιλής κίνηση των συντηρητικών πολιτικών», υποστηρίζει ο Νιλ Σέλγουιν, καθηγητής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Μόνας, στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. «Είναι ένας κομψός τρόπος για να πεις ή να σηματοδοτήσεις μια δέσμευση στις παραδοσιακές αξίες».
Ο αυστραλός καθηγητής πρόσθεσε: «Η σουηδική κυβέρνηση έχει δίκιο όταν λέει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για τη βελτίωση της μάθησης μέσω της τεχνολογίας, αλλά νομίζω ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία για το τι λειτουργεί με την τεχνολογία». Και τόνισε: «Η τεχνολογία είναι απλώς μέρος ενός πραγματικά πολύπλοκου δικτύου παραγόντων στον χώρο της εκπαίδευσης».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News