O Guardian για μια φωτογραφία χιλίων λέξεων / Και το ΙBT για τις σαράντα φωτογραφίες μιας παγκόσμιας ημέρας / Η Libération για τον «θείο Αμπντούλ» της Ουγγαρίας / Οι FT για μια αιώνια ανισότητα / Οι India Times για τους τελευταίους κυνηγούς κεφαλών
  • The Guardian

    Σαν εξωγήινο σκάφος

    Η φωτογραφία που κοσμεί το σημερινό Ραντάρ είναι του Αλμπέρτο Ρέγιες, φωτογράφου του Reuters. Και σύμφωνα με τον Τζόναθαν Τζόουνς του Guardian, «αποδεικνύει γιατί ο Ομπάμα κάνει πολύ καλά που επισκέπτεται την Κούβα».

    Γιατί; Επειδή μια παχουλή κυρία κοιτάζει το Air Force One του αμερικανού προέδρου σαν να βλέπει κάποιο εξωγήινο διαστημόπλοιο. Κι επειδή τα αμερικάνικα αυτοκίνητα γύρω της είναι της δεκαετίας του 1950, γραφικά υπολείμματα μιας άλλης εποχής που λειτουργούν ακόμη χάρις σε μια μοναδική δεξιότητα που ανέπτυξαν όλα αυτά τα χρόνια οι Κουβανοί: να παρατείνουν τη ζωή ακόμη και της πιο παλιάς σακαράκας.

    Είναι τα σύμβολα μιας κοινωνίας στην οποία ο χρόνος έχει παγώσει, γράφει  ο αρθρογράφος του Guardian. Μιας κοινωνίας γερασμένης, όπως το ηλεκτρικό δίκτυο και τα κτίρια της φωτογραφίας. Ναι, τα επόμενα αεροπλάνα θα μεταφέρουν από την Αμερική τον εξοπλισμό των Starbucks, των McDonald’s και της Apple. Κι έτσι πρέπει να είναι, συνεχίζει ο βρετανός αρθρογράφος. Γιατί η ιστορία της Αμερικής από το 1492 είναι η ιστορία της προόδου που κατατροπώνει την παράδοση.

    Εντάξει, η ανάλυση μπορεί να φανεί σε κάποιους πολύ φιλοδυτική. Αλλά και πάλι δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς τη σχέση της με την πραγματικότητα.

  • International Business Times

    International Business Times

    Κι εδώ θα αρκούσε ίσως μια φωτογραφία. Αλλά το  International Business Times κάνει πολύ καλά που επιλέγει σαράντα για να υπενθυμίσει, με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό, ότι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο στερούνται το πιο πολύτιμο αγαθό. «Σαράντα φωτογραφίες για να το σκεφτείτε δύο φορές πριν σπαταλήσετε αυτή την πολύτιμη πηγή» είναι ο τίτλος του αφιερώματος, στο οποίο υπενθυμίζεται ότι 650 εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό, ενώ 900 παιδιά κάτω των 5 ετών – ένα παιδί κάθε ενάμιση λεπτό – πεθαίνουν κάθε μέρα εξαιτίας αυτής της στέρησης.

    Τι βλέπει κανείς σε αυτές τις φωτογραφίες; Μια γυναίκα στο Μουμπάι να μαζεύει νερό από μια λακκούβα στις γραμμές του τρένου. Δύο παιδιά που πλένονται σε έναν κουβά στην Τζακάρτα. Έναν μικρό Αιθίοπα που σκύβει για να πιεί το καφέ νερό ανάμεσα στους χωμάτινους σβόλους ενός χωραφιού. Πρόσφυγες στη Βιρμανία που απλώνουν πιάτα και πλαστικά μπουκάλια για να μαζέψουν το νερό της βροχής ενώ βρέχει καταρρακτωδώς. Δυο παιδιά που σέρνουν ένα κάρο με κουβάδες νερό ανάμεσα στα βομβαρδισμένα κτίρια του Χαλεπίου στη Συρία.

    Μας κάνουν ακόμη εντύπωση; Ή έχουμε αναισθητοποιηθεί πλήρως;

  • Libération

    Ο καλύτερος γιατρός

    Η Ουγγαρία είναι η χώρα η οποία αρνήθηκε όσο καμία άλλη να επιδείξει αλληλεγγύη στους πρόσφυγες που έφτασαν στην Ευρώπη από τη Μέση Ανατολή. Είναι και η χώρα όπου το νεοναζιστικό κόμμα επιβραβεύεται στις εκλογές με πάνω από το 15% των ψήφων. Αλλά είναι και μια χώρα της οποίας οι πολίτες κάνουν επιλογές που τους διαχωρίζουν κάθετα από τις βασικές πολιτικές επιλογές της ηγεσίας τους.

    Ένα παράδειγμα; Ο γιατρός που επέλεξαν οι χρήστες του Διαδικτύου σε ανοικτή ψηφοφορία. Οι υποψήφιοι ήταν πάνω από εκατό, ενώ οι ασθενείς που κλήθηκαν να ψηφίσουν ήταν περισσότεροι από δώδεκα χιλιάδες. Κι αυτός που αναδείχθηκε νικητής ήταν ο Αμπντουλραχμάν Αμπντουλράμπ Μοχάμεντ, ένας 46χρονος παιδίατρος, ο οποίος μετανάστευσε από την Υεμένη στην Ουγγαρία πριν από είκοσι χρόνια.

    Οι Ούγγροι επέλεξαν αυτόν τον γιατρό όχι μόνο για τα επαγγελματικά προσόντα αλλά και τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά ως ανθρώπου. Τόσο εμφανή ώστε στο νοσοκομείο της πόλης Γκβούλα όπου εργάζεται είναι γνωστός ως «θείος Αμπντούλ». Στη Libé που μίλησε, είπε ότι δεν αιφνιδιάστηκε από το βραβείο. Κι έδωσε την εικόνα μιας διαφορετικής Ουγγαρίας. «Εδώ δεν αισθάνομαι σαν ψάρι έξω αλλά μέσα στο νερό. Αυτή είναι μια ανεκτική πόλη όπου Ρουμάνοι, Γερμανοί και Ούγγροι συμβιώνουν αρμονικά».

    Αλλά για την κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπαν αυτά είναι ψιλά γράμματα.

  • Financial Times (έκδοση με συνδρομή)

    Γιατί «κούλ» και «φανταστικές»;

    «Πώς είναι μια γυναίκα στη δουλειά;». Το ερώτημα με το οποίο ξεκινάει το άρθρο της Λούσι Κέλαγουεϊ στους FT μπορεί να ακούγεται κάπως παράδοξο. Και είναι και για την ίδια την Κέλαγουεϊ που το θέτει. Γιατί μια γυναίκα στον χώρο εργασίας δεν διαφέρει από οποιονδήποτε άνθρωπο είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του. Και τότε, αναρωτιέται η αρθρογράφος, γιατί οι επιχειρήσεις – ακόμη και αυτές που μιλούν για ισότητα – καταφεύγουν σε στερεότυπα που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα;

    Η Λούσι Κέλαγουεϊ επικαλείται μια μελέτη 155 σελίδων που υπογράφει η McKinsey με θέμα την ισότητα των φύλων στον χώρο εργασίας. Στις φωτογραφίες που συνοδεύουν τη  μελέτη δεν λείπει κανένα από τα γνωστά στερεότυπα: μία φωτογραφία δείχνει ένα ζευγάρι γυμνά γυναικεία πόδια με ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνες γόβες και με την φούστα να φτάνει πάνω από την γόνατο ανάμεσα σε τέσσερα ζευγάρια ανδρικά πόδια. Μια άλλη εικονίζει μια όμορφη γυναίκα που κρατάει ένα παιδί στο ένα χέρι κι ένα τηλέφωνο στο άλλο «φυσικά χαμογελώντας». Το ίδιο συμβαίνει και στο σάιτ της JP Morgan: οι άνδρες είναι όλοι επαγγελματίες υψηλού επιπέδου και οι γυναίκες νέες και ωραίες.

    «Εάν μια επιχείρηση θέλει να δείξει πραγματικά ότι δίνει αξία στις γυναίκες – καταλήγει η Κέλαγουεϊ – να χρησιμοποιεί φωτογραφίες στις οποίες οι γυναίκες δεν φαίνονται “κουλ” και “φανταστικές” αλλά απλά επαγγελματίες». Αρκεί μόνο να μην τις κάνει να μοιάζουν με άνδρες για να το πετύχει.

  • IndiaTimes

    Με το κεφάλι στους ώμους

    Κλείνουμε όπως ανοίξαμε: με φωτογραφίες. Γιατί οι φωτογραφίες για τους τελευταίους κυνηγούς κεφαλών της Ινδίας είναι ομολογουμένως εντυπωσιακές – και καθόλου τρομακτικές. Δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα των India Times με μια προειδοποίηση: «Θα μείνετε άφωνοι». Και, πραγματικά, μένει κανείς άφωνος από την άγρια ομορφιά των τελευταίων των Κονιάκ Ναγκά, μιας φυλής μογγολικής καταγωγής που ζει στα σύνορα της Ινδίας με τη Μιανμάρ και μιλάει μια θιβετιανοβιρμανική διάλεκτο.

    «Εως το 1970, δηλαδή μέχρι να τους το απαγορεύσει ο νόμος, αυτοί οι άνθρωποι ήταν γνωστοί επειδή σκότωναν τους εχθρούς τους και έκοβαν τα κεφάλια τους». Οι Ναγκά σήμερα είναι γνωστοί για τα τατουάζ τους. Κι αυτοί που στήνονται στον φωτογραφικό φακό είναι οι τελευταίοι επιζώντες μιας ιστορίας αιώνων: γι’ αυτούς τα κεφάλια ήταν εμπορεύσιμο είδος, κάτι σαν νόμισμα, αλλά και μια σπονδή στη γονομότητα. Σήμερα, τα κομμένα κεφάλια έχουν αντικατασταθεί από κρανία ζώων.

    Σύμφωνα με κάποιους ανθρωπολόγους, η πρακτική των αποκεφαλισμών στο παρελθόν συνδεόταν με κάποιο είδος κανιβαλισμού μέσω του οποίου οι πολεμιστές κατακτούσαν το πνεύμα των θυμάτων τους. Στο Ναγκαλάντ έχουν απομείνει περίπου 16 φυλές. Μία από αυτές είναι η φυλή των Κονιάκ Ναγκά. Από το 2011 η κυβέρνηση έχει ανοίξει την περιοχή στους τουρίστες. Προσοχή πάντως. Χρειάζεται ειδική άδεια για να την επισκεφθεί κανείς – πιθανότατα για να εξασφαλίσει ότι θα επιστρέψει πίσω με το κεφάλι του στους ώμους του.




text
  • Nα είχαμε άλλη μία Bora και να γινόμασταν Bora Bora


    2 Δεκεμβρίου 2024, 12:00