O Guardian για την ηθική και πρακτική βάση της συμφωνίας «ένας προς έναν» / Ο «δικηγόρος του Διαβόλου» Γκίντεον Ράχμαν στους Financial Times για τον «καλό πρόεδρο» Ντόναλντ Τραμπ / Η Repubblica για τη δολοφονία μιας εφημερίδας / Ο Observer για έναν άγνωστο πόλεμο
  • The Guardian

    Οπου υπάρχουν τείχη

    Ερώτημα πρώτο: η ηθική και πρακτική βάση της συμφωνίας που πρότεινε (ή επέβαλε) η Τουρκία στην ΕΕ και την Τουρκία για το προσφυγικό είναι στέρεες; Κι ένα δεύτερο: Η συμφωνία είναι συμφέρουσα για μια Ευρώπη που αναζητά απελπισμένα τη χρυσή τομή ανάμεσα στο δικαίωμα στην υπεράσπιση των συνόρων της και το χρέος να υποδεχθεί τους πρόσφυγες; Ο Guardian διατηρεί πολλές επιφυλάξεις – έτσι όπως τις διατυπώνει ο migration correspondent της εφημερίδας Πάτρικ Κίνγκσλεϊ.

    Οπως είναι γνωστό, η Αγκυρα προτείνει στις Βρυξέλλες ένα σύστημα ανταλλαγής «ένας προς έναν»: για κάθε έναν σύρο πρόσφυγα που θα επαναπροωθείται στην Τουρκία, η ΕΕ θα πρέπει να προσφέρει άσυλο σε έναν. Για την ηθική πλευρά της συμφωνίας, η βρετανική εφημερίδα καταφεύγει στην άποψη της Διεθνούς Αμνηστίας. Που τι λέει; Οτι ναι μεν «αξίζει να μελετηθεί» η πρόταση αλλά δεν είναι και πολύ ηθικό να στείλεις τους πρόσφυγες σε μια χώρα που δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

    Οι επιφυλάξεις σε πρακτικό επίπεδο είναι ότι συμφωνία «ένας προς έναν» δεν μπορεί να ισχύσει πριν οργανωθεί κατάλληλα η Τουρκία και επομένως έως τότε το ρεύμα θα συνεχιστεί αμείωτο προς τα ελληνικά νησιά. Η βαλκανική οδός θα παραμείνει επομένως κλειστή και οι ροές θα εκτονωθούν από τρεις διόδους: την ελληνοβουλγαρική, την αλβανοϊταλική και εκείνη που, μέσω της βόρειας Τουρκίας, περνάει από τη Μαύρη Θάλασσα και την Ουκρανία.

    Συμπέρασμα; «Οπου υπάρχουν τείχη, υπάρχει και η δυνατότητα να τα παρακάμψει κανείς».

  • Financial Times (έκδοση με συνδρομή)

    Θεωρητικά μιλώντας

    Ηταν ζήτημα χρόνου να θέσει κάποιος το ερώτημα: Μήπως ο Ντόναλντ Τραμπ δεν θα ήταν και τόσο κακός πρόεδρος; Το έθεσε τελικά ο Γκίντεον Ράχμαν στους FT, μια από τις πιο ενδιαφέρουσες υπογραφές της εφημερίδας. Ο οποίος απαντάει θετικά («ναι, δεν θα ήταν ο χειρότερος από τους Ρεπουμπλικανούς»), αλλά παράλληλα εύχεται να μη συμβεί αυτό ποτέ.

    Μήπως δεν έλεγαν και για τον Ρέιγκαν ότι ήταν κλόουν και φασίστας για να αποδειχθεί ένας εξαιρετικός πρόεδρος; Αν δεν πείθει αυτό το επιχείρημα, ο Ράχμαν έχει κι άλλο: ο Τραμπ – λέει – είναι σε πολλά πράγματα πιο μετριοπαθής από τους υπόλοιπους ρεπουμπλικανούς υποψηφίους. Θέλει να κλείσει τις νόμιμες οδούς της φοροαποφυγής για το μεγάλο κεφάλαιο, είναι υπέρ του Planned Parenthood, του δικτύου που υπερασπίζεται το δικαίωμα στην άμβλωση, έχει μια ομπαμική επιφυλακτικότητα στο θέμα των στρατιωτικών επεμβάσεων, δεν βρίσκει πολύ καλή ιδέα να σκίσει τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

    Ο βρετανός αρθρογράφος το παρακάνει μάλλον στο ρόλο του δικηγόρου του Διαβόλου, όταν υποβιβάζει τα ρατσιστικά σχόλια του Τραμπ για τους μετανάστες σε απλές «προκλήσεις». Και στο τέλος κάνει μια στροφή 180 μοιρών με αφορμή τη δήλωση του Τραμπ ότι τα δάχτυλά του είναι μεγάλα και επομένως αναλόγου μεγέθους είναι και το πέος του. Δεν μπορείς να στείλεις στο Λευκό Οίκο κάποιον που θεωρεί απαραίτητο να απαντήσει σε τέτοιου είδους υπονοούμενα. Τι είδους αυτοέλεγχο μπορεί να έχει ένας τέτοιος άνθρωπος σε πιο δύσκολες καταστάσεις;

    Εντάξει, τα πράγματα επέστρεψαν στη θέση τους. Μπορεί ο Τραμπ ήταν ένας καλός πρόεδρος, αλλά ο Ράχμαν «δεν θέλει να το ανακαλύψει».

  • La Repubblica

    Το Σύνταγμα σε αναστολή

    Η αστυνομία εισέβαλε στα γραφεία της εφημερίδας στις 2 τη νύχτα. Κι όταν ο κόσμος που είχε μαζευτεί εκεί αντέδρασε, οι αστυνομικοί χρησιμοποίησαν πλαστικές σφαίρες. Το πρωί ήρθαν οι νέοι διαχειριστές και – ας τους αποκαλέσουμε έτσι – οι δημοσιογράφοι που έστειλε η κυβέρνηση. Κατά τις 9.30 έφτασε στην εφημερίδα ο διευθυντής μας, Αμπντουλχαμίτ Μπιλιτσί, μαζί με το δικηγόρο του. Αλλά δεν τον άφησαν να μπει. Τον υποχρέωσαν να περιμένει στην είσοδο και μετά να υπογράψει την απόλυσή του». Ετσι δολοφονείται μια εφημερίδα, σχολιάζει η Repubblica. Κι αυτή η εφημερίδα δεν είναι άλλη από την τουρκική Zaman, η οποία τέθηκε υπό κηδεμονία με μια πρωτοφανή απόφαση της δικαιοσύνης.

    Η μεγαλύτερη εφημερίδα της Τουρκίας έγινε ουσιαστικά από χθες όργανο κυβερνητικής προπαγάνδας – το πρωτοσέλιδο της νέας, λοβοτομημένης Zaman είναι αφιερωμένο στον Ερντογάν και τη νέα γέφυρα του Βόσπορου. Οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας ωστόσο πρόλαβαν να εκδώσουν ένα φύλλο δεκάξι σελίδων. Το φόντο στο πρωτοσέλιδο είναι μαύρο και ο τίτλος εξάστηλος: «Το Σύνταγμα σε αναστολή». Στην πραγματικότητα δεν λέει κάτι καινούργιο για την Τουρκία του Ερντογάν. Γιατί τον περασμένο Νοέμβριο οι εφημερίδες Millet και Bugun είχαν υποστεί την ίδια τύχη, ενώ το ίδιο είχε συμβεί το 2013 με τη Sabah. Και μένει να φανεί τώρα ποιος θα είναι ο επόμενος.

  • The Observer

    Με όπλο τους πρόσφυγες

    Η αξία της πληροφορίας της κυριακάτικης έκδοσης του Guardian βρίσκεται στην πηγή. Κι αυτή είναι ο Τζάνις Σαρτς, επικεφαλής του Centre of Excellence for Strategic Communications του ΝΑΤΟ που εδρεύει στη Ρίγα της Λετονίας.

    Αυτός ο Σαρτς, λοιπόν, έχει συγκεντρώσει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι βρίσκεται σε εξέλιξη ένας υπόγειος πόλεμος της Ρωσίας στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Η επίθεση ξεκινάει από το Κρεμλίνο. Και το όπλο είναι ένα δίκτυο, δουλειά του οποίου είναι να υποδαυλίζει το μίσος και την ανησυχία των Γερμανών απέναντι στους πρόσφυγες. Με ποιον τρόπο; Στηρίζοντας και χρηματοδοτώντας εξτρεμιστικές πολιτικές ομάδες «είτε της δεξιάς είτε της αριστεράς».

    Ο τελικός στόχος – λέει η βρετανική εφημερίδα – είναι να προκληθεί μια «εξέγερση», πρώτα κοινωνική και μετά πολιτική, εναντίον της Ανγκελα Μέρκελ. Σύμφωνα με τον Σαρτς, «ο αντίκτυπος αυτού του δικτύου έχει μειωθεί στη Γερμανία επειδή αποκαλύφθηκε η σκευωρία». Ο ίδιος προσθέτει, πάντως, ότι το καλύτερο εργαλείο δυσφήμησης είναι αυτό που δεν αφήνει ίχνη. Και δίνει μια επιπλέον πληροφορία: «Υπάρχουν πολλές κυβερνήσεις που δεν έχουν αντιληφθεί τη ρωσική παρουσία στις χώρες τους. Η που δεν θέλουν να την αντιληφθούν».

  • The New Yorker

    «Πήγαινε και φέρε το χρυσό»

    Αυτή είναι η ιστορία της 30χρονης Ιμπτιχάι Μουχαμάντ από το Νιου Τζέρσι. Η Ιμπτι – υποκοριστικό ενός ονόματος που σημαίνει χαρά – θα γίνει η πρώτη αθλήτρια της ομάδας των Ηνωμένων Πολιτειών που θα αγωνιστεί με καλυμμένο το κεφάλι. Δεν θα είναι εύκολο – ποτέ δεν ήταν. Γιατί κάθε μέρα η Ιμπτι έρχεται αντιμέτωπη με τις δυσκολίες που απορρέουν από το γεγονός ότι ανήκει σε δύο μειονότητες: μία φυλετική (είναι Αφροαμερικανίδα) και μία θρησκευτική (είναι μουσουλμάνα).

    Αφού προηγουμένως δοκίμασε το σόφτμπολ, το τένις, το βόλεϊ και τη ρυθμική γυμναστική, κατέληξε τελικά, πριν από 18 χρόνια, σε ένα άθλημα στο οποίο ακόμη και εάν κάλυπτε το κεφάλι της δεν θα φαινόταν διαφορετική από τους άλλους. Το άθλημα αυτό ήταν η ξιφασκία. Και το κράνος θα γινόταν ένα είδος διπλής προστασίας – αγωνιστικής και προσωπικής. Η Ιμπτι έγινε πολύ καλή, οι επιδόσεις τις της επέτρεψαν να σπουδάσει στο Ντιουκ, έχασε τους Ολυμπιακούς του 2012 εξαιτίας ενός τραυματισμού, αλλά τώρα στοχεύει στο Ρίο.

    Ακόμη θυμάται ότι την είχαν απομακρύνει μαζί με τον αδελφό της από τα άλλα παιδιά μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Ακόμη αισθάνεται κάποια βλέμματα να την κοιτάζουν καχύποπτα. Εχει κρατήσει όμως στη μνήμη της και μια σκηνή: τον Μπαράκ Ομπάμα πριν από λίγες εβδομάδες να την προσφωνεί με το όνομά της στην ομιλία του προς τους ισλαμιστές της Αμερικής και στο τέλος να της λέει: «Πήγαινε και φέρε το χρυσό». Αυτή ήταν η πρώτη της νίκη. Και μια δεύτερη μπορεί να είναι στους αγώνες.




text
  • Και η συγγνώμη, σε όποια γλώσσα κι αν την πεις, είναι εντελώς δωρεάν, κύριε Σταϊνμάγερ μας


    31 Οκτωβρίου 2024, 22:30