Οι Financial Times για τον δημοσιογράφο που καταστρέφει μια χώρα / Η Figaro για τους ένοπλους αστυνομικούς της παραλίας / Η El Pais για τον νέο πόλεμο κατά του Airbnb / Το New York Magazine για το μεγάλο στοίχημα των εφημερίδων /Και το Express…
  • «Αγαπητοί φίλοι,

    τον Ιούλιο το ραντάρ θα κάνει χρήση της καλοκαιρινής του άδειας. Θα επιστρέψει στο ηλεκτρονικό σας ταχυδρομείο και στο Protagon τον Αύγουστο, τον μήνα που δεν υπάρχουν ειδήσεις, ανανεωμένο σχεδιαστικά και κυρίως ξεκούραστο.

    Καλές διακοπές σε όλους

    Η συντακτική ομάδα του ραντάρ»

  • Financial Times

    Ολα τα βρώμικα κόλπα

    Μία χημικός (η Μάργκαρετ Θάτσερ), ένας λογιστής (ο Τζον Μέιτζορ), ένας δικηγόρος (ο Τόνι Μπλερ), ένας πρεσβυτεριανός πάστορας (ο Γκόρντον Μπράουν) και ένας εκπρόσωπος Τύπου (ο Ντέιβιντ Κάμερον). Είναι μερικές από τις επαγγελματικές ιδιότητες των τελευταίων πρωθυπουργών της Βρετανίας. Θα παραδοθεί η Μεγάλη Βρετανία μετά το Brexit στα χέρια δυο δημοσιογράφων, του Μπόρις Τζόνσον και του Μάικλ Γκόουβ;

    Το ερώτημα θέτει ο Αλαν Μπίτι στους FT. Και η απάντηση είναι κατηγορηματική: θα ήταν καταστροφικό. Ως εκπρόσωπος του κλάδου, ο Μπίτι επισημαίνει ότι «η πλειονότητα των δημοσιογράφων είναι έντιμοι επαγγελματίες που αναζητούν την αλήθεια» – «κυρίως αυτοί των FT» γράφει να μην τον πλακώσει το σπίτι του. Αλλά υπάρχουν πολλοί άλλοι που «επινοούν πράγματα» χρησιμοποιώντας τα βρώμικα κόλπα της δουλειάς που δεν είναι άλλα από την «υπεραπλούστευση» και την «υπερβολή» ή την «διύλιση της πραγματικότητας πέρα από κάθε όριο λογικής». Πράγματα, δηλαδή, που ο Μπόρις Τζόνσον γνωρίζει πάρα πολύ καλά.

    Ο αρθρογράφος των FT επικαλείται ιδιαίτερα το άρθρο που έγραψε ο Τζόνσον στη στήλη που διατηρεί στην ηλεκτρονική έκδοση της Telegraph πριν από μερικούς μήνες. Από εκεί είχε προαναγγείλει τις επόμενες κινήσεις του.  «Ηταν ένα κομμάτι παραπειστικό, επαναλαμβανόμενο και σε ευθεία αντίθεση με την πραγματικότητα». Πράγμα που δεν θα πείραζε εάν ο Τζόνσον ήταν «μόνο» δημοσιογράφος. Αλλά το γεγονός ότι ο σημαιοφόρος του Brexit αποφάσισε να υποκαταστήσει την αλήθεια με ένα κακογραμμένο άρθρο δεν προμηνύει καλά πράγματα για το μέλλον της Βρετανίας.

  • Le Figaro

    Σαν αστακοί με μαγιό

    Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει στη Γαλλία: οι επικεφαλής των δυνάμεων της τάξης που θα περιπολούν στις γαλλικές ακτές θα μπορούν να φέρουν μαζί τους τα υπηρεσιακά τους όπλα αλλά και το αλεξίσφαιρο γιλέκο τους για να το φορέσουν σε περίπτωση που χρειαστεί.

    Το μέτρο υιοθετήθηκε μετά τη δολοφονία ενός αστυνομικού και της γυναίκας του από έναν τζιχαντιστή. Σύμφωνα με τα συνδικάτα της αστυνομίας, το μέτρο είναι αναγκαίο τόσο για την προστασία των αστυνομικών όσο και των παραθεριστών: από τη μία πλευρά εγγυάται την ασφάλεια των λουομένων και από την άλλη θα επιτρέψει στους αστυνομικούς να αντιδράσουν σε περίπτωση που δεχθούν ένοπλη επίθεση στην παραλία». Αλλά κι αυτό δεν φτάνει για τους συνδικαλιστές των σωμάτων ασφαλείας, οι οποίοι λένε ότι το μέτρο πρέπει να αφορά και τους απλούς αστυνομικούς – και ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που η κυβέρνηση αποφάσισε να μειώσει τον αριθμό των αστυνομικών δυνάμεων από 471 πέρυσι σε 297 φέτος.

    Οσοι και να ναι, πάντως, στο λινκ ακριβώς από κάτω μπορεί να δει κανείς τι σημαίνει αστυνομικός παραλίας: εξοπλισμένοι σαν αστακοί μεν, με μαγιό δε.

  • El Pais

    Μόνο αν το δηλώσεις

    Πρώτα ήταν το Βερολίνο. Και τώρα ήρθε η σειρά της Βαρκελώνης και την δημάρχου της πόλης Αντα Κολάου να κηρύξουν πόλεμο στο Airbnb και τις υπόλοιπες ιστοσελίδες που ενοικίασης μη  τουριστικών καταλυμάτων σε τουρίστες. Οι αρχές της πόλης θεωρούν παράνομη αυτή τη δραστηριότητα επειδή ενισχύει την κερδοσκοπία, χειραγωγεί την αγορά ακινήτων και υποχρεώνει τους δημότες να εγκαταλείψουν τις γειτονιές τους όπως συνέβη με την περίφημη Μπαρτσελονέτα αφού οι τιμές έχουν εκτιναχθεί στα ύψη.

    Η δήμαρχος προτίθεται να ακολουθήσει μια πολιτική μηδενικής ανοχής απέναντι στους παραβάτες με πρόστιμα που θα φτάνουν ακόμη και τα 600.000 ευρώ. Οποιοι πάλι θέλουν να συνεχίσουν αυτήν την δραστηριότητα θα πρέπει να πάρουν την ειδική άδεια, ενώ την τήρηση της τάξης θα αναλάβουν επιθεωρητές, οι οποίοι θα έχουν το δικαίωμα να σταματούν κατοίκους και τουρίστες στον δρόμο και να τους «ανακρίνουν».

    Στο μεταξύ, το Airbnb, το Homeaway και άλλες έξι ιστοσελίδες του είδους αρχίζουν να προσαρμόζονται δημοσιεύοντας αγγελίες μόνο για σπίτια που έχουν άδεια. Καθόλου παράξενο: η νέα οικονομία έχει το χάρισμα της προσαρμογής.

  • L’ Express

    Kαι οι γάλλοι μαικήνες;

    Είναι η εκκλησία που εικονίζεται σε έναν από τους πιο γνωστούς πίνακες του Βίνσεντ Βαν Γκογκ και στο νεκροταφείο της οποίας έχει ταφεί ο μεγάλος ζωγράφος. Βρίσκεται σε απόσταση μερικών δεκάδων χιλιομέτρων και υπάρχει ακόμη. Κινδυνεύει όμως να γκρεμιστεί καθώς ο δήμος του Οβέρ-σιρ-Ουάζ δεν έχει τα χρήματα για να επισκευάσει την οροφή. Κι όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, όσο περνάει ο καιρός τόσο τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Το πρόβλημα εντοπίζεται στις σωληνώσεις που τοποθετήθηκαν τη δεκαετία του ’80 και οι οποίες διαβρώνονται πολύ γρήγορα.

    Σύμφωνα με το L’ Express, οι εργασίες αποκατάστασης στοιχίζουν περίπου 600.000 ευρώ. Το 40% το καταβάλει η περιφέρεια, το 20% το υπουργείο και το υπόλοιπο 20% ο δήμος. Λείπει άλλο ένα 20%,  δηλαδή 120.000 ευρώ. Ο δήμος λέει ότι δεν τα έχει και αποφάσισε να κάνει δημόσιο έρανο. Αλλά μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί μόλις 2.000 ευρώ. Στο μεταξύ ο λογαριασμός ανεβαίνει καθώς απαιτούνται εργασίες αποκατάστασης και στο νεκροταφείο. Το Express λέει ότι ο δήμος θα αναζητήσει χρήματα από τους Αμερικανούς. Μα πού χάθηκαν οι γάλλοι μαικήνες;

  • New York Magazine

    Ποιος θα το κάνει;

    Οποιος αγωνιά για το μέλλον το εφημερίδων, δεν μπορεί να μην παρατηρεί με ενδιαφέρον – με ενθουσιασμό, με περιέργεια, με πάθος – όσα συμβαίνουν στην Washington Post. Και να μην διαβάσει αυτό το εξαιρετικό ρεπορτάζ για την εφημερίδα που μισεί ο Ντόναλντ Τραμπ σε τέτοιο βαθμό ώστε να την αποκλείσει από την κάλυψη της προεκλογικής του εκστρατείας. Οταν αποκτήθηκε από τον ιδρυτή της Amazon Τζεφ Μπέζος το 2013, η Post έζησε μια επανάσταση και συγχρόνως μια επανίδρυση. Μπορεί αυτό να ακούγεται αντιφατικό – εξηγεί ο Μπομπ Γούντγουορντ, ο δημοσιογράφος του Watergate – αλλά δεν είναι: απλώς οι παραδοσιακές αξίες της οικογένειας Γκράχαμ αναμείχθηκαν με το οραματικό βλέμμα του Μπέζος.

    Το αποτέλεσμα; Περισσότεροι δημοσιογράφοι στη σύνταξη (140), περισσότερα χρήματα για ρεπορτάζ, ένας εξαιρετικά χαρισματικός διευθυντής όπως ο Μάρτι Μπάρον (τον οποίο το ευρύ κοινό γνώρισε από την ταινία Spotlight). Αλλά και μία εμμονή με την αύξηση του αναγνωστικού κοινού, τη χρήση της τεχνολογίας, την προσοχή στο σάιτ που στο τέλος κατάφερε να περάσει ακόμη κι αυτό των New York Times. Οπως όμως συνέβη και με το Amazon, το κέρδος είναι ακόμη μακριά. Τα κέρδη από τα ψηφιακά προϊόντα είναι 60 εκατομμύρια δολάρια, ενώ ο ετήσιος προϋπολογισμός του ομίλου φτάνει το μισό δισ.

    Θα κερδηθεί στο τέλος το στοίχημα; Αντί για απάντηση, αξίζει να συγκρατήσει κανείς το σχόλιο του ρεπορτάζ: «Εάν μια εφημερίδα με έναν πολυεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη, με τόσα τεχνολογικά μέσα στη διάθεσή της κι έναν εξαιρετικό διευθυντή δεν μπορέσει να εφεύρει ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο για τις εφημερίδες, ποιος θα το κάνει;».




text
  • Η συμπάθεια μας στους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν και διλήμματα για ποιον να επιλέξουν


    23 Νοεμβρίου 2024, 22:41