Η συμφωνία για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας με μεσολαβητή το Πεκίνο, θεωρείται μία μεγάλη νίκη των κινεζικών «δημοσίων σχέσεων», που προκάλεσε αμηχανία στη Δύση.
Η συμφωνία, που επιτεύχθηκε με πρωτοβουλία του Σι Τζινπίνγκ, θα οδηγήσει, μεταξύ άλλων, στην επαναλειτουργία των πρεσβειών και στις δύο χώρες και θα μπορούσε ενδεχομένως να δώσει ένα τέλος στον εμφύλιο που έχει διαλύσει την Υεμένη.
Σε δήλωσή του, ο κορυφαίος διπλωμάτης της Κίνας, Γουάνγκ Γι, χαιρέτισε τον ρόλο της χώρας του ως «καλόπιστου και αξιόπιστου διαμεσολαβητή» και έριξε τα βέλη του προς την κατεύθυνση της Ουάσινγκτον.
«Ο κόσμος δεν περιορίζεται στο ζήτημα της Ουκρανίας. Υπάρχουν πολλά ζητήματα που σχετίζονται με την ειρήνη και τη διαβίωση των ανθρώπων, τα οποία απαιτούν την προσοχή της διεθνούς κοινότητας», δήλωσε ο κινέζος αξιωματούχος.
Οπως ανέφερε η Washington Post, η Ουάσινγκτον παίζει μεγάλο ρόλο στη Μέση Ανατολή, αλλά δεν θα μπορούσε να επιτύχει μία προσέγγιση μεταξύ του Ριάντ και της Τεχεράνης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαλέξει πλευρά εδώ και πολύ καιρό και δεν έχουν διπλωματικές σχέσεις με το Ιράν εδώ και δεκαετίες. Τους τελευταίους μήνες, η καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας και η επιτάχυνση των διαδικασιών εμπλουτισμού ουρανίου από το ιρανικό καθεστώς, έχουν φέρει πιο κοντά στη σύγκρουση Ουάσινγκτον και Τεχεράνη.
Αντίθετα, η Κίνα κράτησε πάντα ίσες αποστάσεις και ανάμεσα στο Ιράν και στο Ιράκ και έτσι παρουσιάστηκε ως η κατάλληλη διαμεσολαβήτρια ανάμεσα στην Τεχεράνη και το Ριάντ, εκμεταλλευόμενη «το γεωπολιτικό κενό» που είχε δημιουργηθεί, γράφει η Post.
«Η Κίνα πλέον είναι στρατηγικός παράγοντας στον Κόλπο», δήλωσε η Κρίστιν Σμιθ Ντιβάν, του Ινστιτούτου Αραβικών Κρατών του Κόλπου.
Οι αναλυτές δεν παρέλειψαν να επισημάνουν ότι η κίνηση της Σαουδικής Αραβίας αποτελεί άλλο ένα «γύρισμα πλάτης» στον Τζο Μπάιντεν, όπως πριν λίγους μήνες, όταν είχε αρνηθεί να αυξήσει την παραγωγή πετρελαίου, παρά το ταξίδι του αμερικανού προέδρου στο Ριάντ.
Τώρα, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου στο βασίλειο, χάρισε μία συμβολική νίκη στην Κίνα.
«Υπό αυτή την έννοια, φαίνεται ότι πρόκειται για ένα ακόμη σαουδαραβικό χαστούκι στην κυβέρνηση Μπάιντεν», είπε η Σουζάν Μαλόνι, αντιπρόεδρος και διευθύντρια εξωτερικής πολιτικής στο Ινστιτούτο Brookings.
Ο Ααρον Ντέιβιντ Μίλερ, βετεράνος πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ανώτερος συνεργάτης στο Ιδρυμα Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη, είπε ότι η συμφωνία είναι ένα «σαφές σημάδι» ότι το Ριάντ «δεν βλέπει πλέον έναν μονοπολικό κόσμο διαμορφωμένο από την Ουάσινγκτον», αλλά αντίθετα λειτουργεί σε ένα πιο «πολυπολικό» πλαίσιο, με «την Κίνα και τη Ρωσία να παίζουν σημαντικό ρόλο».
Ο ίδιος τόνισε επίσης ότι τα αμερικανικά πολεμικά πλοία περιπολούν στον Κόλπο για να προστατεύουν τα τάνκερ της Σαουδικής Αραβίας που μεταφέρουν πετρέλαιο στην Κίνα. «Εκπληκτική η ειρωνεία», είπε χαρακτηριστικά.
Ορισμένοι αμερικανοί αξιωματούχοι θεωρούν ότι η Μέση Ανατολή δεν φαίνεται να αποτελεί πλέον τη νούμερο ένα προτεραιότητα των ΗΠΑ, ενώ πολλά μέλη του Κογκρέσου αντιτίθενται στη σύναψη συμμαχιών με αυταρχικά και βάρβαρα καθεστώτα της περιοχής, ακόμα και αν είναι παλιοί σύμμαχοι της Ουάσινγκτον.
Αυτά φυσικά δεν ξέφυγαν της προσοχής του Πεκίνου, το οποίο έχει αποδείξει ότι δεν αφήνει τέτοιες ευκαιρίες να πάνε χαμένες.
Ο Τζόναθαν Πάνικοφ, πρώην ειδικός για την Εγγύς Ανατολή στο Εθνικό Συμβούλιο Πληροφοριών των ΗΠΑ, είπε χαρακτηριστικά: «Αν οι ΗΠΑ εγκαταλείψουν τη Μέση Ανατολή και τους δεσμούς με τους ενίοτε απογοητευτικούς, ακόμη και βάρβαρους, αλλά μακροχρόνιους συμμάχους, θα αφήσουν απλώς ένα κενό για να το καλύψει η Κίνα. Μια Μέση Ανατολή που θα κυριαρχείται από την Κίνα, θα υπονομεύσει θεμελιωδώς την εμπορική, ενεργειακή και εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».
Κάποιοι βέβαια θεωρούν υπερβολικούς αυτούς τους ισχυρισμούς και τονίζουν ότι η συμφωνία μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, ναι μεν έγινε υπό την αιγίδα της Κίνας, αλλά είχαν προηγηθεί τουλάχιστον δύο χρόνια σταθερού διαλόγου και συνομιλιών που καθοδηγούνταν από άλλους περιφερειακούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων του Ιράκ και του Ομάν.
Καθώς τα συμφέροντά της Κίνας στην περιοχή αυξάνονται, «μπορεί να αποδειχθεί δύσκολο να τα υπερασπιστεί παραμένοντας ουδέτερη», σημείωσε ο Καρίμ Σαντζαντπούρ, συνεργάτης του Ιδρύματος Κάρνεγκι.
Αλλοι αμερικανοί παρατηρητές θεωρούν ότι τελικά η συμφωνία θα αποδειχθεί συμφέρουσα για τις ΗΠΑ.
«Πολλοί στην Ουάσινγκτον θα θεωρήσουν απειλή τον αναδυόμενο ρόλο της Κίνας ως διαμεσολαβήτριας στην περιοχή, στην πραγματικότητα όμως, μια πιο σταθερή Μέση Ανατολή, όπου οι Ιρανοί και οι Σαουδάραβες δεν πατάνε ο ένας τον λαιμό του άλλου, ωφελεί και τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε η Τρίτα Πάρσι, αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Κουίνσι.
Οπως και να΄χει, ο Λευκός Οίκος φάνηκε να υποβαθμίζει τη συμμετοχή της Κίνας στη συμφωνία της Παρασκευής. Ο εκπρόσωπος του αμερικανικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, Τζον Κίρμπι, είπε ότι ο αμερικανός πρόεδρος πιστεύει ότι η εσωτερική και εξωτερική πίεση, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής αποτροπής της Σαουδικής Αραβίας κατά επιθέσεων από το Ιράν ή τους αντιπροσώπους του, οδήγησε τελικά την Τεχεράνη στο τραπέζι των συνομιλιών.
Ανέφερε επίσης, ότι η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ ήταν προς το συμφέρον των ΗΠΑ και εξέφρασε την ελπίδα για το τέλος του εμφυλίου στην Υεμένη, όπου οι υποστηριζόμενοι από το Ιράν αντάρτες Χούτι πολεμούν το καθεστώς που στηρίζουν η Σαουδική Αραβία και οι ΗΠΑ εδώ και σχεδόν μία δεκαετία, προκαλώντας μία τεράστια ανθρωπιστική κρίση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News