Και εντελώς «ξαφνικά», μέσα στην πανδημία του κορονοϊού, μία χρονίζουσα διαμάχη, αυτή για τον έλεγχο των επαρχιών του Κασμίρ, αναζωπυρώθηκε. Αυτή τη φορά πρωταγωνιστές της έντασης δεν είναι η Ινδία και το Πακιστάν, ως συνήθως, αλλά η Ινδία και η Κίνα. (Υπενθυμίζεται ότι σχετικά πρόσφατα, τον Φεβρουάριο του 2019, στην ανήσυχη ασιατική περιοχή είχαν σημειωθεί σοβαρά πολεμικά γεγονότα.)
Τώρα συγκρούονται δύο κράτη με διαφορετικές γεωστρατηγικές στοχεύσεις φυσικά, αλλά με ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: η Κίνα και η Ινδία είναι τα πολυπληθέστερα έθνη του κόσμου μας, ο συνολικός πληθυσμός τους φθάνει στα 2,7 δισεκατομμύρια ψυχές, κάτι παραπάνω από το εν τρίτον του παγκόσμιου πληθυσμού δηλαδή. Και η Κίνα και η Ινδία διαθέτουν πυρηνικά. Ως εκ τούτου, το ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η παρούσα κατάσταση, τι θα μπορούσε να πάει στραβά – για όλους μας.
Οι τελευταίες πληροφορίες επιμένουν για στρατεύματα με χιλιάδες άνδρες που μεταφέρθηκαν στη διαφιλονικούμενη περιοχή των Ιμαλαΐων, έπειτα από τα επεισόδια που έγιναν στις 5 Μαΐου και στις 9 Μαΐου κοντά στη λίμνη Πανγκόνγκ και είχαν αποτέλεσμα να τραυματιστούν περισσότεροι από 100 στρατιώτες. Σημειωτέον ότι οι ειδήσεις που αφορούν το Κασμίρ ρέουν με το σταγονόμετρο, από κάθε πλευρά, επειδή σε αυτά τα μέρη η πρόσβαση στον Τύπο απαγορεύεται.
Η συνοριακή ένταση στην σινοϊνδική μεθόριο σχετίζεται με ενέργειες των Ινδών τις οποίες οι Κινέζοι εκλαμβάνουν ως πρόκληση. Οι Ινδοί στο πλευρό τους έχουν τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν προσφερθεί να μεσολαβήσουν για την αποκλιμάκωση. Πίσω πάντως από τις αντιμαχόμενες πλευρές υπάρχει η μάλλον εθνικιστικού χαρακτήρα φιλοδοξία τοπυς για εδαφική επέκταση.
Το κατειλημμένο από την Κίνα (επί Μάο) Θιβέτ και η τωρινή στενή σχέση Κίνας – Πακιστάν που αφορά το κινεζικό εμπορικό πρότζεκτ Belt and Road είναι, αντιστοίχως, η «αρχαία» και η νέα θρυαλλίδα που ως ενότητα πλέον απειλεί με πυροδότηση κάποιου πολέμου. Μάλιστα το 2017 υπήρξε νέος γύρος έντασης, για το Μπουτάν, έναν παραδοσιακό φίλο της Ινδίας τον οποίο επιχείρησε να προσεταιριστεί η Κίνα. Η κατάσταση είχε τελικά εκτονωθεί τότε. Κάτι που οι διεθνείς αναλυτές εύχονται και ελπίζουν ότι, εύκολα ή πιο δύσκολα, θα συμβεί και τώρα στο Κασμίρ.
Το πολιτικό πλαίσιο είναι γνωστό: στο Πεκίνο κυβερνούν κατ’ όνομα κομμουνιστές, που ασκούν κρατικό καπιταλισμό, στο Νέο Δελχί η εξουσία έχει περάσει στα χέρια του εθνικιστή-ινδουιστή Ναρέντρα Μόντι. Τις πολιτικές και των δύο ηγετών διακρίνει η επιθετικότητα. Η Κίνα τώρα εστιάζει περισσότερο στο Χονγκ Κονγκ και στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, έχοντας πάντα καρφί στο μάτι της την Ταϊβάν, ενώ η Ινδία ανασκαλεύει το θέμα Κασμίρ, διεκδικώντας και από τον κλασικό εχθρό της, το Πακιστάν, αλλά και από την Κίνα την οποία συχνότατα εκνευρίζει.
Πριν από μερικά χρόνια η όποια σινοϊνδική διένεξη θα εξεταζόταν σαν ένα περιφερειακό ζήτημα, με αμελητέες ενδεχομένως επιπτώσεις στον υπόλοιπο κόσμο. Στις ημέρες μας, όμως, ό,τι αφορά την Κίνα εμπλέκει στο παιχνίδι και τις ΗΠΑ: είτε πρόκειται για τον κορονοϊό είτε για το διεθνές εμπόριο είτε για το Κασμίρ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News