Ο Economist για τη στήριξή του στο κόμμα που θα πατώσει / Η Wall Street Journal για τις μάνατζερ που επιτέλους πήραν την εκδίκησή τους / Το Quartz για την καλή πλευρά ενός φόβου / Και οι New York Times για…
  • The Economist

    Κάλπες/ Ενα endorsement με πολύ στυλ

    Μπορεί να διακρίνει κανείς πολλά στην επιλογή του Economist να προσφέρει τη στήριξή του στους Φιλελεύθερους στις εκλογές της ερχόμενης Πέμπτης: ειρωνεία και αυθεντικότητα, αυτοσαρκασμό και στυλ, παιγνιώδη διάθεση και εγκυρότητα. Γιατί το περιοδικό – βίβλος του φιλελευθερισμού καλεί τους αναγνώστες του να ψηφίσουν ένα κόμμα για το οποίο αναγνωρίζει ότι «δεν πηγαίνει πουθενά» και για το οποίο προβλέπει ότι στις κάλπες θα φέρει ένα «τρομακτικό αποτέλεσμα».

    Και τότε γιατί το στηρίζει; Επειδή «αυτό το περιοδικό βλέπει ελάχιστα ίχνη των κλασικών αξιών του στα δυο παραδοσιακά κόμματα». Με άλλα λόγια, δεν βλέπει μια Βρετανία «ανοικτή στην επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις, τα άτομα». Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, λέει, έχει παρασύρει τους Εργατικούς σε μια «παλαβή Αριστερά» προτείνοντας τους υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης από το 1945. Η Τερέζα Μέι, πάλι, έχει «αντιφιλελεύθερα ένστικτα». Καλύτερα οι Lib – Dem λοιπόν. Που μπορεί να τα πάνε χάλια, αλλά «η ψήφος σε αυτούς είναι μια επένδυση για το μέλλον».

    Φωτό: Κάπου εκεί στη μέση είναι οι καημένοι οι Φιλελεύθεροι. Πηγή: The Economist/David Parkins
  • The Wall Street Journal

    Επανάσταση/ Οι «αφεντικίνες» πληρώνονται καλύτερα

    Στην περίπτωσή τους η εκδίκηση δεν είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο αλλά κάτι πολύ πιο απολαυστικό. Γιατί όπως γράφει η Wall Street Journal, οι γυναίκες μάνατζερ όχι μόνο έχουν αρχίσει να αμείβονται όσο οι άνδρες συνάδελφοί τους, αλλά ακόμη καλύτερα. Η εφημερίδα εξέτασε τις αμοιβές των επικεφαλής στις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στον δείκτη S&P500. Για να διαπιστώσει ότι οι 382 άνδρες CEO έγιναν πλουσιότεροι κατά μέσο όρο κατά 11,6 εκατομμύρια δολάρια, ενώ οι 21 γυναίκες CEO κατά 13,8 εκατομμύρια δολάρια.

    Πρόκειται για μια τάση που χαρακτηρίζεται «gender gap από την ανάποδη» και η οποία έδωσε τα πρώτα σημεία της ύπαρξής της το 2014. Από την έρευνα προέκυψε επίσης ότι ανάμεσα στους 10 κορυφαίους μάνατζερ οι τρεις είναι γυναίκες: η Μεγκ Γουίτμαν της Hewlett Packard, η Βιρτζίνια «Τζίνι» Ρομέτι της IMB και η Ιντρα Νόουι της Pepsi. Και ότι τα κέρδη των επιχειρήσεων που διευθύνονται από γυναίκες αυξήθηκαν κατά 18,4% έναντι 15,7% των επιχειρήσεων που διευθύνονται από άνδρες. Θρίαμβος.

    Φωτό: Κι ο δείκτης όλο να ανεβαίνει. Πηγή: Shutterstock/Khakimullin Aleksandr
  • Quartz

    Απόψεις/ Ο φόβος του τέλους μάς κάνει καλύτερους

    Η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου, της κλιματικής αλλαγής ή της τρομοκρατίας, μας κάνουν να αισθανόμαστε εύθραυστοι και τρομαγμένοι. Υπάρχει όμως και μια θετική πλευρά: η υποψία ότι ο κόσμος μπορεί να καταστραφεί μας κάνει καλύτερους γονείς, συντρόφους, φίλους.

    «Όταν αρχίζουμε να σκεφτόμαστε ότι έχουμε λιγότερο χρόνο ζωής, είτε λόγω ηλικίας, είτε εξαιτίας κάποιας εξωτερικής απειλής, αναθεωρούμε τον τρόπο ζωής μας αφήνοντας περισσότερο χώρο στο συναίσθημα και την καθημερινότητα» γράφει στο Quartz η αρθρογράφος Κορίν Πουρτίγ.

    Και βρίσκει την επιστημονική επιβεβαίωση στις έρευνες που πραγματοποίησε η ψυχολόγος του πανεπιστήμιου του Στάνφορντ Λάουρα Κάρστενσεν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ αλλά και στο Χονγκ Κονγκ την εποχή της επιδημίας SARS. Όχι ότι δεν είναι καλύτερα να ζούμε χωρίς αυτόν τον φόβο. Αλλά να, ουδέν κακόν αμιγές καλού.

    Φωτό: Πώς θα τελειώνατε εσείς την πρόταση; Πηγή: Quartz
  • The New York Times

    Ιστορίες/ Ο κυνηγός των χαμένων μήλων

    Δεν συμβαίνει συχνά να γράφει ένας δημοσιογράφος για άλλα μήλα από αυτά της Apple. Το έκανε στους New York Times ο Κερκ Τζόνσον για να διηγηθεί την ιστορία των «κυνηγών μήλων», κάποιων ανθρώπων δηλαδή που έχουν αφιερωθεί στην αναζήτηση χαμένων ποικιλιών. Ενας από αυτούς, ας πούμε, είναι ο Ντέιβιντ Μπενσκότερ. Και είναι ο κατάλληλος άνθρωπος. Γιατί πριν συνταξιοδοτηθεί ήταν ερευνητής του FBI και, όπως βεβαιώνει, «όταν βρίσκεις ένα χαμένο μήλο, είναι σαν να φτάνεις στην σκηνή ενός εγκλήματος».

    Η αγορά του μήλου στις ΗΠΑ αξίζει 4 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ καμιά δεκαριά ποικιλίες κατέχουν το 90% αυτής της αγοράς. Στο παρελθόν, ωστόσο, οι αριθμοί (και οι γεύσεις) ήταν πολύ διαφορετικοί: στη Βόρεια Αμερική καλλιεργούνταν 17.000 ποικιλίες μήλων, ενώ σήμερα έχουν απομείνει μόλις 4.000. Το μήλο, από αυτήν την άποψη, είναι το σημείο συνάντησης ανάμεσα στην τροφή και την ιστορία.

    Ο πρώην ερευνητής του FBI έχει να διηγηθεί μια τέτοια ιστορία. Είναι αυτή του Ρόμπερτ Μπερνς, ενός 20χρονου που το 1888 πήγε να ζήσει στις νότιες περιοχές της πολιτείας της Ουάσινγκτον. Αρχικά καλλιέργησε σιτάρι, αλλά οι καταρρακτώδεις βροχές του 1893 κατέστρεψαν τη σοδειά του. Ετσι αποφάσισε να φυτέψει διάφορες ποικιλίες μήλου, αλλά από άγνοια φύτεψε ποικιλίες που ωριμάζουν κυρίως το καλοκαίρι και το φθινόπωρο.

    Η επιλογή του αποδείχθηκε καταστροφική. Γιατί στις αρχές του 1890 οι σιδηρόδρομοι είχαν αλλάξει τα πάντα και τα χειμωνιάτικα μήλα είχαν κατακτήσει την αγορά αφού άντεχαν πολύ περισσότερο το ταξίδι προς τα ανατολικά. Το 1899 ο καλλιεργητής χρεοκόπησε. Αλλά να που ο Μπενσκότερ, αφού έμαθε γι’ αυτόν από τα αρχεία της Πολιτείας που κρατούνται για την αγροτική παραγωγή, ανακάλυψε δύο από τις ποικιλίες που είχε φυτέψει. Θα δοκίμασε ασφαλώς κάποιο από αυτά. Και θα του φάνηκε χίλιες φορές πιο νόστιμο.

    Φωτό: Στάρι και μηλιές. Σαν ζωγραφικός πίνακας. Πηγή: The New York Times/ Ruth Fremson



text
  • Τελικά η Μελόνι έστειλε περισσότερους αστυνομικούς παρά μετανάστες στο κέντρο στην Αλβανία


    25 Νοεμβρίου 2024, 16:16