Εζησε ένα χρόνο άστεγος, μαζί με τον δίχρονο γιο του. «Δεν θα έλεγα ότι ήμουν άστεγος, το μόνο που ήξερα είναι ότι πάντα κινούμασταν, πάντα είχαμε κάπου να πάμε», έχει πει ο ίδιος. Αλλωστε δεν ήταν «άστεγοι» γιατί κανένας δεν ήξερε ότι κάποια βράδια κοιμόντουσαν στο γραφείο του, σε πάρκα, σε αεροδρόμια, σε μία εκκλησία ακόμη και μέσα σε μία τουαλέτα σε σταθμό τρένου (BART) στο Σαν Φρανσίσκο. Κάτι σας θυμίζει;
Είναι μία σκηνή στην ταινία «Το κυνήγι της ευτυχίας», η στιγμή που ο Κρις Γκάρντνερ (όπως τον ενσαρκώνει ο αμερικανός ηθοποιός Γουίλ Σμιθ) βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά από την ευτυχία. Εχει μείνει με μόλις 22 δολάρια, έχει χωρίσει με τη γυναίκα και μητέρα του παιδιού του, τον έχουν διώξει από το διαμέρισμα που νοίκιαζε και εργάζεται ως μαθητευόμενος σε μία χρηματιστηριακή εταιρεία, δηλαδή αμισθί. Και σε αυτή τη συγκεκριμένη σκηνή έχει κλειδωθεί μέσα στη δημόσια τουαλέτα, πείθοντας τον γιο του ότι «πρέπει να προστατευτούν από τους δεινόσαυρους» μέσα σε μία «σπηλιά». Κάποιος χτυπά την πόρτα, εκείνος κλείνει τα αυτιά του γιου του για να μην ξυπνήσει και δακρύζει.
Περνά αυτό το έτος, τελειώνει η πρακτική άσκηση και, τελικά, η εταιρεία τον προσλαμβάνει. Και εδώ ο πρωταγωνιστής δακρύζει. «Αυτή η μικρή στιγμή της ζωής μου λέγεται ευτυχία», αφηγείται. Στους τίτλους τέλους ο θεατής μαθαίνει ότι ο πραγματικός Κρις Γκάρντνερ -οποίος κάνει ένα πέρασμα και από την τελευταία σκηνή- ίδρυσε τη δική του επιχείρηση επενδύσεων Gardner Rich το 1987 και ότι μέχρι το 2006 είχε γίνει εκατομμυριούχος. Τα στοιχεία για τη ζωή του τελειώνουν εκεί, καθώς τότε κυκλοφόρησε η χολιγουντιανή επιτυχία η οποία έδωσε στον Σμιθ μία υποψηφιότητα για Οσκαρ και ένα μεγάλο έναυσμα στον ταλαντούχο γιο του, Τζάρεντ.
Αλλά η ζωή του πραγματικού Γκάρντνερ άλλαξε ξανά το 2012, όταν η γυναίκα του –τα βρήκαν και έκαναν άλλη μία κόρη- πέθανε από καρκίνο. Οσο απότομα αποφάσισε κάποτε ότι ήθελε να γίνει χρηματιστής, τόσο εύκολα αποφάσισε να τερματίσει μία καριέρα τριάντα ετών – ήταν 27 ετών εκείνη τη χρονιά που μετέφερε ο Γκαμπριέλ Μουτσίνο στη μεγάλη οθόνη. Αποχώρησε από τον επενδυτικό τραπεζικό τομέα με τον οποίο παθιάστηκε από την ημέρα που είδε μία παρκαρισμένη κόκκινη Ferrari – πού να ήξερε τότε ότι αργότερα θα αγόραζε το ίδιο αυτοκίνητο από τον μπασκετμπολίστα Μάικλ Τζόρνταν.
Τώρα πια, 62 ετών, με μία περιουσία που ξεπερνά τα 55 εκατ. ευρώ, ο Γκάρντνερ, κάνει δωρεές σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, γράφει για να εμπνέει τους ανθρώπους, ταξιδεύει 200 ημέρες τον χρόνο σε 50 διαφορετικές χώρες για να συναντά τους ανθρώπους από κοντά και να περιγράφει αυτό που κυνηγούσε στην πραγματικότητα: το πάθος. «Πρέπει να είσαι σχεδόν φανατικός για αυτό που κάνεις. Ειδάλλως συμβιβάζεσαι κάθε μέρα», τονίζει κάθε φορά ο ίδιος. Και το μεγαλύτερο λάθος που μπορείς να κάνεις είναι να πιστέψεις στη θεωρία που θέλει τον άνθρωπο προϊόν του οικογενειακού του περιβάλλοντος. «Αν ήταν έτσι, τότε θα έπρεπε κι εγώ να γίνω ένας αναλφάβητος, τελειωμένος αλκοολικός, ένας σύζυγος που κακοποιεί τη γυναίκα του, ένας πατέρας που κακοποιεί το παιδί του», όπως είπε στο BBC. Βέβαια βοήθησε ότι ενώ είχε έναν πατέρα που έπινε, χτυπούσε, έβριζε και σε κάποια φάση εξαφανίστηκε, είχε «μία από τις πολύ κλασικές μητέρες», η οποία κάθε τόσο του υπενθύμιζε: «Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις να κάνεις ή να γίνεις ό,τι θέλεις να γίνεις». Κι αυτός την άκουγε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News