Το μέλλον της Ιταλίας προβλέπεται ζοφερό εν μέσω μιας πολιτικής κρίσης που έχει φέρει πολύ κοντά στην εξουσία ένα κόμμα με φασιστικές καταβολές, τα Αδέλφια της Ιταλίας και την ακροδεξιά αρχηγό του, Τζόρτζια Μελόνι.
Οπως γράφει στο Politico ο ιταλός συγγραφέας Τζόρτζιο Φοντάνα, ενώ η αποχή στις εκλογές του Σεπτεμβρίου προβλέπεται μεγάλη, η Κεντροαριστερά προσπαθεί να κινητοποιήσει τους δικούς της ψηφοφόρους και τους αναποφάσιστους να προσέλθουν στις κάλπες για να μην επιτρέψουν στον φασισμό να επιστρέψει σε μία από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης. Διανοούμενοι όπως ο φιλόσοφος Πάολο Φλόρες ντ’ Αρκάις, γράφουν σε άρθρα τους ότι οι πολίτες δεν έχουν άλλη επιλογή, είναι «ηθική τους υποχρέωση» να ψηφίσουν οποιοδήποτε κόμμα εκτός από τα τρία της δεξιάς συμμαχίας.
Ο Φοντάνα θεωρεί όμως, ότι αυτή η προσέγγιση είναι λανθασμένη. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι νεότεροι Ιταλοί, κάτω των 35 ετών, δεν «καίγονται» να ψηφίσουν γιατί δεν εμπιστεύονται τα πολιτικά κόμματα. «Αν αυτοί είναι αριστεροί, πρέπει να υποθέσουμε ότι είναι ανήθικοι;», αναρωτιέται ο Φοντάνα.
Ο ίδιος εξηγεί ότι είναι αντιφασίστας και θα κάνει ό,τι μπορεί για να σταματήσει «το μαύρο κύμα». «Η νίκη της Μελόνι θα είναι καταστροφή, θα οδηγήσει σε εκτεταμένη ξενοφοβία, άνισες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και μία κουλτούρα φόβου, ενώ η κατάχρηση της εξουσίας θα γίνει η νόρμα».
Αυτό το επιχείρημα -ψηφίστε για να αποτρέψετε το χειρότερο- η Κεντροαριστερά το χρησιμοποιεί εδώ και δύο δεκαετίες, επισημαίνει ο ιταλός συγγραφέας και έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: να μειώσει την ικανότητα της να παρουσιάσει ένα καλό πρόγραμμα και να κερδίσει τη στήριξη του κόσμου.
Το 2001, το Economist είχε κρίνει τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι ακατάλληλο για την πρωθυπουργία, τονίζοντας ότι «η εκλογή του ήταν μία σκοτεινή μέρα για την ιταλική δημοκρατία και το κράτος δικαίου». Από τότε, αριστεροί πολιτικοί έχουν εστιάσει στο «εμείς ή ο λύκος». Δηλαδή εμείς ή ο Μπερλουσκόνι, ο Μπέπε Γκρίλο, ο Ματέο Σαλβίνι, η Τζόρτζια Μελόνι κλπ.
Βέβαια, τονίζει ο Φοντάνα στο Politico, στην Ιταλία, η Δεξιά δεν ήταν ποτέ δημοκρατική στα αλήθεια. Ή θα είναι μολυσμένη από τον φασισμό, όπως η Λέγκα και τα Αδέλφια της Ιταλίας, ή θα πνίγεται στα δικαστικά και ηθικά σκάνδαλα, όπως το Φόρτσα Ιτάλια ή θα κρύβεται πίσω από ψευτο-επαναστατικές φιλοδοξίες, όπως το Κίνημα των Πέντε Αστέρων.
Από το 1948 μέχρι σήμερα, όλες οι προεκλογικές εκστρατείες της Αριστεράς και εν προκειμένω του Δημοκρατικού Κόμματος του Λέτα, βασίζονται στον φόβο, σημειώνει ο ίδιος. Στο παρελθόν ήταν ο φόβος για τον κομμουνισμό -«μία τεχνική που ο Μπερλουσκόνι επανεφηύρε και χρησιμοποίησε στις προεκλογικές του εκστρατείες».
Ομως, το να εστιάζεις στην απειλή είναι ένας λάθος τρόπος για να προωθείς την εναλλακτική λύση, προσθέτει. Το να σταματάς ένα δεξιό κόμμα που φλερτάρει ανοιχτά με τον νεοφασισμό, είναι το πρώτο βήμα. Στη συνέχεια όμως, μία εκλεγμένη κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει δράση, με την ελπίδα ότι έχει ένα καλό ολοκληρωμένο σχέδιο, όχι απλά να ακολουθήσει την ατζέντα του Ντράγκι. «Το να αποτρέψεις μία κρίση τώρα μόνο και μόνο για να αντιμετωπίσεις μία μεγαλύτερη αργότερα, δεν είναι καλή στρατηγική», λέει ο Φοντάνα.
Η αποχή έχει πολλές αιτίες. Η έλλειψη ενδιαφέροντος, η γενικότερη δυσαρέσκεια με το πολιτικό σύστημα, η κούραση και η έλλειψη ταύτισης με κάποιο κόμμα είναι μερικές. Δεν σημαίνει ότι όποιος απέχει από τις εκλογές πάσχει από έλλειψη ηθικής. Η αποχή φανερώνει ένα δομικό ζήτημα, ένα μεγαλύτερο πρόβλημα εμπιστοσύνης στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία.
«Ναι, είναι απαραίτητο να ψηφίσουμε για να σταματήσουμε τη Δεξιά. Αλλά είναι και μία απλούστευση να πιστεύεις ότι πολιτική σημαίνει μία ψήφος κάθε λίγα χρόνια», τονίζει ο αρθρογράφος του Politico.
«Η πολιτική είναι μία καθημερινή πράξη. Είναι το ζωντανό σύστημα φιλανθρωπίας που διατρέχει τη χώρα, μέσω των μη θρησκευτικών και των καθολικών ενώσεων, των εργατικών συνδικάτων, των οργανώσεων αλληλεγγύης, των αυτοδιοικούμενων κοινωνικών κέντρων, των φεμινιστικών οργανώσεων κλπ. Είναι σημαντικό, αντί να στρέφουμε την προσοχή μας στις κομματικές συμμαχίες, να κινητοποιήσουμε αυτούς τους ανθρώπους για να εμπλακούν στην πολιτική», προσθέτει ο ίδιος.
Σε γενικές γραμμές, η Δεξιά έχει λιγότερα προβλήματα. Η στρατηγική της είναι σκληρή, γνωρίζει πώς να σπείρει το μίσος και τον διχασμό τέλεια. Αποστολή της Κεντροαριστεράς -υπογραμμίζει- είναι να δημιουργήσει μία αξιόπιστη και ριζοσπαστική εναλλακτική για αυτούς που πιστεύουν στην κοινωνική ισότητα και θέλουν να αντιστρέψουν την κλιματική κρίση (δύο μόνο από τα προφανή ζητήματα) χωρίς να καταφεύγουν απλά στο επιχείρημα «οποιοσδήποτε εκτός από αυτούς».
Κατά τον Φοντάνα, το να θεωρεί η Κεντροαριστερά ότι «θα μας ψηφίσουν έτσι κι αλλιώς», μπορεί να αποδειχθεί η ταφόπλακά της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News