-
Είναι ο Κώστας Αλ. Καραμανλής ένα «μηδενικό»;
Αυτό το Σαββατοκύριακο δύο γεγονότα απασχόλησαν το νεοδημοκρατικό σύμπαν, σε επίπεδο μικροπολιτικής τουλάχιστον. Το πρώτο –ας πούμε το πιο σοβαρό– ήταν το μέλλον του Κώστα Αλ. Καραμανλή, βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης της ΝΔ, πρώην προέδρου του κόμματος και πρώην Πρωθυπουργού.
Το θέμα ανέδειξε το «Βήμα της Κυριακής», με ρεπορτάζ και αρθρογραφία, σύμφωνα με τον οποία ο κ. Καραμανλής, 66 χρόνων πια, το σκέφτεται να μην είναι υποψήφιος στις επικείμενες εκλογές. «Συνομιλητές του τακτικοί και περιστασιακοί, υποστηρίζουν τους τελευταίους μήνες ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν θα θελήσει να είναι και πάλι υποψήφιος με τη ΝΔ στις επικείμενες εκλογές», έγραψε στο ρεπορτάζ του για «Το Βήμα της Κυριακής» ο Αγγελος Κωβαίος, πράγμα που αν μη τι άλλο αποδεικνύει ότι ο κ. Καραμανλής τελικά μιλάει, απλώς δεν μας κάνει τη χάρη να μιλάει δημοσίως. Και γιατί να το κάνει, πολιτικός είναι; Oh wait…
Σε κάθε περίπτωση, το ότι ο κ. Καραμανλής σκέπτεται κάτι τέτοιο είναι κάτι που επιδέχεται πολλές και εκ διαμέτρου αντίθετες ερμηνείες: από ότι συνιστά μια αποδοκιμασία, διά της αποχής, του Κυριάκου Μητσοτάκη, μέχρι ότι επίκειται μια μεταπήδησή του, ύστερα από συμφωνία με τον τελευταίο, στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Υπάρχει βέβαια και η κλασική ερμηνεία ότι ο κ. Καραμανλής απλώς «κουράστηκε».
Τέλος πάντων, αυτά θα τα ξέρουμε σύντομα, άλλωστε κάποια στιγμή ο κ. Καραμανλής θα ξαναβρεί τη μιλιά του και δημοσίως και, είτε με μαντινάδα, όπως έκανε το καλοκαίρι για τις υποκλοπές, είτε μια μια γραπτή δήλωση, θα μας ενημερώσει τι σκέφτεται τόσον καιρό και τι θέλει να κάνει όταν μεγαλώσει.
Αλλά πόσο πια πρέπει να μας νοιάζει ο κ. Κ. Αλ. Καραμανλής; Μια απάντηση έδωσε η παράλληλη αρθρογραφία του «Βήματος της Κυριακής», με την υπογραφή του Γιώργου Παπαχρήστου, ο οποίος έφτασε στο σημείο να τον περιγράψει ως… μηδενικό:
…«Η πιο υπερτιμημένη φιγούρα του πολιτικού μας προσωπικού τα τελευταία 25 χρόνια, ο άνθρωπος που έκανε τη σιωπή, την αποχή και την απόσυρση τρόπο ζωής και πολιτικής συμπεριφοράς, εξακολουθεί με τον ίδιο τρόπο να συντηρεί τον μύθο που τον έφερε να κυβερνά τη χώρα για 5½ χρόνια.
»Και ιδού τώρα, στο παρά πέντε της κρίσιμης, εκ των πραγμάτων, προσεχούς εκλογικής αναμέτρησης, αποτελεί έναν διόλου ευκαταφρόνητο παράγοντα – ή τουλάχιστον έτσι υποστηρίζεται από εκείνους που ομνύουν στο όνομά του. Κρίσιμο για τη σταθερότητα της παρατάξεως από την οποία προέρχεται. Και, δευτερευόντως, για το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα. Αλλά για τελείως διαφορετικούς λόγους.
»Η εξήγηση είναι σχετικά απλή: αν επιλέξει να αποχωρήσει με μια λιτή, τυπική δήλωση, είναι προφανές ότι δεν δημιουργεί κανένα πρόβλημα στη Νέα Δημοκρατία, και προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Λύνει έτσι και τα χέρια του δεύτερου, να τον καταχωρίσει στον κατάλογο των εν δυνάμει υποψηφίων για το προεδρικό αξίωμα, κατά την εκλογή του 2024.
»Αν ακολουθήσει όμως την άλλη μέθοδο, ήτοι την έκφραση ανησυχιών για τη δημοκρατική πορεία της χώρας και την ανάγκη προστασίας των θεσμών, επιλέξει δηλαδή να εμφανιστεί ως αυτόκλητος “ανησυχών” για το μέλλον της Δημοκρατίας, μοιραία στοιχίζεται στους “απέναντι”, στην αντιπολιτευτική επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ.
»Δεν είμαι σε θέση να εκτιμήσω τι ακριβώς θα κάνει. Αλλωστε με την ομιλία του προ μηνών στην Κρήτη για τις υποκλοπές, εξέπληξε αρκετούς, αλλά όχι όλους – όπως εγώ, που θεωρώ ότι έχει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με την αξιωματική αντιπολίτευση. Και πως η στάση του, υπαγορεύεται αποκλειστικά από ανεξόφλητα γραμμάτια προς τον κ. Αλ. Τσίπρα.
»Ας μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τον προστάτευσε ωσάν να επρόκειτο για «πατριάρχη» της δικής της παράταξης, αποφεύγοντας συστηματικά να θίξει τις βαριές, προσωπικές του ευθύνες στη χρεοκοπία της χώρας.
»Κυκλοφορεί, ότι το μυστήριο θα λυθεί σύντομα, σε μια συνάντηση που θα έχει μαζί του ο Πρωθυπουργός. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της, ουδείς μπορεί να παραβλέψει μια πραγματικότητα: ότι είτε είναι στη Βουλή είτε όχι, μηδενικό είναι το αποτύπωμα που αφήνει εδώ και χρόνια στην πολιτική ζωή της χώρας. Και στερεί και τη θέση κάποιου που ενδεχομένως θα ήθελε να προσφέρει…»
-
Από τον Ρέμο και τη Βάνα Μπάρμπα, ως την Παγώνη και το μισό υπουργικό συμβούλιο: Οσα έγιναν στην υπερπαραγωγή της πίτας του Αδωνι Γεωργιάδη
Το δεύτερο γεγονός στο νεοδημοκρατικό σύμπαν, ήταν η κοπή της πίτας του Αδωνι Γεωργιάδη, η οποία έγινε την Κυριακή το πρωί στο «The Mall Athens» στο Μαρούσι και συνιστούσε μια πολιτική υπερπαραγωγή, ένα γκλαμ λούμπεν πρωτοφανών διαστάσεων, αν αναλογιστεί κανείς ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κατενθουσιασμένου υπουργού Ανάπτυξης και αντιπροέδρου της ΝΔ, έσπευσαν 5.000 άνθρωποι για το φλουρί.
Αλλά εδώ που τα λέμε, δεν ήταν μόνο το πλήθος που είχε σημασία, ήταν και η ποιότητα των παρευρισκομένων, διότι επρόκειτο για ένα event που τους ένωσε όλους: από τον Κυριάκο –4η Βιομηχανική Επανάσταση– Πιερρακάκη, ως τον πρώην νομάρχη Θεσσαλονίκης Παναγιώτη Ψωμιάδη και από τον πρώην Πρωθυπουργο Λουκά Παπαδήμο ως τον βετεράνο της μπάλας Νίκο Καρούλια.
Κατ’ αρχάς να πούμε ότι το φαραωνικό αυτό πολιτικό event, είχε και παρουσιαστή –τον ρόλο είχε αναλάβει ο δημοσιογράφος Αρης Πορτοσάλτε–, είχε τον απαραίτητο αγιασμό από έναν μητροπολίτη της εκλογικής περιφερείας του κ. Γεωργιάδη και ευλογήθηκε από την παρουσία σχεδόν του μισού υπουργικού συμβουλίου και σχεδόν όποιου βουλευτή της ΝΔ (από τον Θοδωρή Ρουσόπουλο ως τον Ιάσονα Φωτήλα) δεν είχε κάτι καλύτερο να κάνει Κυριακή πρωί.
Πιο αναλυτικά, για τη βασιλόπιτα του κ. Γεωργιάδη παρέστησαν, πλην του ιδίου, έξι άλλοι κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης –από τους, ας πούμε, καραμπινάτους δεξιούς Νίκη Κεραμέως, Θάνο Πλεύρη, Χρήστο Σταϊκούρα και Νότη Μηταράκη, ως τον κεντροδεξιό μεταρρυθμιστή Κωστή Χατζηδάκη και τον κεντρώο κ. Πιερρακάκη– τρεις αν. υπουργοί –ο πιστός του Νίκος Παπαθανάσης, που ο Αδωνις τον παίρνει παντού μαζί για να τον βγάλει βουλευτή, ο «ταμίας του κράτους» Θόδωρος Σκυλακάκης και ο γνωστός Στέλιος Πέτσας– και πέντε υφυπουργοί –οι Γιάννης Τσακίρης, Χρίστος Δήμας, Κώστας Φραγκογιάννης, Ζωή Ράπτη, Λευτέρης Αυγενάκης.
Επίσης, το παρών έδωσαν, μεταξύ άλλων, ο πρώην Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος, η πρόεδρος της ΕΙΝΑΠ, Ματίνα Παγώνη, ο ποινικολόγος Μιχάλης –«ζαμέ Κορωπί»– Δημητρακόπουλος, ο σκηνοθέτης Γιάννης Σμαραγδής, ο τραγουδιστής Αντώνης Ρέμος, η ηθοποιός Βάνα Μπάρμπα και φυσικά πλήθος κόσμου, φίλων του κ. Γεωργιάδη, ο οποίος ως καλός υποψήφιος βουλευτής υπομονετικά τους προσέφερε μια αναμνηστική πόζα.
Ως εδώ όλα καλά. Ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με τις Κυριακές του και υπήρχε άλλωστε και κάτι το ανάλαφρο, το διασκεδαστικό στην όλη εκδήλωση, ασχέτως αν είχε και πολύ υαλουρονικό. Αλλά η απορία παραμένει: Ο Λουκάς Παπαδήμος, πρώην Πρωθυπουργός, τι διάολο έκανε εκεί πέρα;
Τέλος πάντων, επειδή η βασιλόπιτα του κ. Γεωργιάδη για το 2023 θα μείνει στα πολιτικά χρονικά, παραθέτουμε και τη σχετική ανάρτηση για να έχουμε όλοι μια ολοκληρωμένη εικόνα. [απολαύστε υπεύθυνα]
-
Η Τσαπανίδου λέει ότι το «πρόεδρε, έλα με φόρα» της βγήκε... αυθόρμητα
Περνώντας στο σύμπαν του ΣΥΡΙΖΑ και στη νέα ηρωίδα του, την εκπρόσωπο Τύπου, Πόπη Τσαπανίδου, να πούμε ότι έδωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη στα «Νέα» της Δευτέρας και στον Δημήτρη Ν. Μανιάτη, ο οποίος μεταξύ πολλών άλλων τη ρώτησε και για το περιβόητο πλέον κάλεσμά της προς τον Αλέξη Τσίπρα στην ομιλία του στο «Ιβανώφειο» της Θεσσαλονίκης, δηλαδή για το «πρόεδρε, έλα, έλα με φόρα!»
Η κυρία Τσαπανίδου εξήγησε ότι αυτό το είπε πάνω στον ενθουσιασμό της, κατήγγειλε εν γένει τον «καθωσπρεπισμό» και υποσχέθηκε –ή, απείλησε, όπως το βλέπει κανείς– ότι δεν πρόκειται να υποκριθεί επειδή μπήκε στην πολιτική…
Συγκεκριμένα, η πορτ παρόλ του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε:
«Η συγκεκριμένη αποστροφή μου βγήκε μέσα από τον ενθουσιασμό της στιγμής και ήταν κάτι το αυθόρμητο. Και μου έφτιαξαν τη μέρα οι σατιρικοί καλλιτέχνες του luben.tv που το σχολίασαν. Πέρα, όμως, από το σατιρικό κομμάτι, είναι ενδιαφέρον που ακόμα στη χώρα μας, στον δημόσιο λόγο μας νιώθουμε ενοχές και συζητάμε για αθώες εκφράσεις που χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τους πολίτες. Από τη μια μας ξινίζουν οι αυθόρμητες στιγμές των δημοσίων προσώπων και από την άλλη παραπονιόμαστε για τον ξύλινο λόγο τους. Κυριαρχεί ο καθωσπρεπισμός, που ναρκοθετεί την οικειότητα πάνω στην οποία πρέπει να χτίζουμε τις σχέσεις μας με τους πολίτες. Γινόμαστε βαρετοί και αδιάφοροι. Προσωπικά δεν πρόκειται να υποκριθώ επειδή μπήκα στην ενεργό πολιτική».