Από μακρινή απόσταση, οι αμπελώνες του νησιού Λανθαρότε της Ισπανίας δείχνουν λίγα σημάδια ζωής. Το σαρωτικό κατάμαυρο έδαφος είναι γεμάτο με μια σειρά από κωνικές κοιλότητες, σαν αποτυπώματα ενός μυθικού γίγαντα πιεσμένα πάνω στη σκοτεινή γη. Αλλά πλησιάζοντας βλέπει κανείς ένα κλήμα στην καρδιά κάθε κρατήρα.
Μόλις 127 χιλιόμετρα από την Αφρική, το Λανθαρότε είναι το ανατολικότερο από τα Κανάρια νησιά, ένα αρχιπέλαγος που έχει διαμορφωθεί από τη λάβα. Ξεχωρίζει ακόμη και ανάμεσα στους εύφλεκτους γείτονές του, φέροντας το όνομα «Νησί του Ηφαιστείου» – λόγω των περισσότερων από 300 εκτοξευτών λάβας. Το τοπίο συχνά περιγράφεται ως σεληνιακό, αλλά προκαλεί και σκέψεις για το πώς πιθανόν να ήταν η Γη πριν από την έλευση της ανθρωπότητας.
Σύμφωνα με το BBC, τα ηφαίστεια του Εθνικού Πάρκου Τιμανφάϊα εξερράγησαν για τελευταία φορά το 1824, αλλά η προηγούμενη σειρά εκρήξεων –που ξεκίνησαν το 1730 και διήρκεσαν έξι χρόνια– άλλαξαν τη ζωή του νησιού. Η λάβα σκέπασε το ένα τέταρτο της περιοχής, καταστρέφοντας χωριά, προκαλώντας λιμό και ωθώντας πολλούς στη μετανάστευση. Το έδαφος μετατράπηκε σε ένα παχύ στρώμα ηφαιστειακής τέφρας.
Κρασιά παράγονται στην περιοχή από τον 15ο αιώνα, όταν έφτασαν για πρώτη φορά εκεί ισπανοί άποικοι. Το νησί της Τενερίφης βρήκε πρόθυμους πελάτες στην Αγγλία – μέχρι και ο Σαίξπηρ σημείωσε την οινοπαραγωγική του ποιότητα στον «Ερρίκο IV». Σε αντίθεση, όμως, με την Τενερίφη, οι κάτοικοι του Λανθαρότε έφτιαχναν κρασί μόνο για προσωπική κατανάλωση, μέχρι τις εκρήξεις του 1730.
Για τους λίγους ανθεκτικούς κατοίκους που παρέμειναν μετά την καταστροφή, ωστόσο, η αναγκαιότητα έγινε μητέρα της εφεύρεσης. Αφού έσκαψαν με το χέρι την τέφρα αναζητώντας την καλλιεργήσιμη γη που θα παρήγαγε δημητριακά, διαπίστωσαν ότι το χώμα τους δεν ήταν πλέον κατάλληλο για αυτές τις καλλιέργειες. Τα αμπέλια, ωστόσο, μπορούσαν να επιβιώσουν, ακόμη και να ευδοκιμήσουν – και το μυστικό συστατικό τους ήταν… η τρομακτική στάχτη.
Οι περισσότερες από τις αμπελουργικές περιοχές του πλανήτη βασίζονται σε τουλάχιστον 300 χιλιοστά ετήσιων βροχοπτώσεων, αλλά το Λανθαρότε δέχεται μόνο περίπου 150 χιλιοστά, και ακόμη λιγότερα. Σαν να μην έφτανε αυτό, το νησί πλήττεται συχνά από έντονους βορειοανατολικούς ανέμους και έχει επίσης να αντιμετωπίσει το «θόλωμα» – την ομίχλη από τις καταιγίδες σκόνης που ξεσπούν πολλές φορές τον χρόνο και ενίοτε διαρκούν για μέρες.
Η άμμος και το χώμα από τη Σαχάρα αιωρούνται στον ζεστό ξηρό αέρα μετατρέποντας τον ουρανό σε μια απόκοσμη απόχρωση του σέπια και καλύπτοντας το νησί με πυκνή ομίχλη. Οταν καταφθάνει ένα «θόλωμα» οι ντόπιοι αστειεύονται ότι κάποιος πρέπει να παίζει ποδόσφαιρο στο Μαρόκο. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι αγρότες δεν είχαν άλλη επιλογή από το να γίνουν δημιουργικοί.
Ετσι, έσκαψαν κωνικές κοιλότητες πλάτους τριών μέτρων και βάθους τριών έως τεσσάρων μέτρων. Αφού φύτεψαν τα αμπέλια τους, τα σκέπασαν με ένα παχύ στρώμα τέφρας και έζωσαν τη βορειοανατολική πλευρά κάθε κοιλότητας με ένα χαμηλό ημικυκλικό τείχος, χτισμένο από πέτρες λάβας. Ηταν μια επίδειξη έξυπνης μηχανικής τεχνικής.
Το σχήμα του κώνου συγκεντρώνει την αραιή βροχή και τη δροσιά και διοχετεύει το νερό στις ρίζες του φυτού, ενώ η τέφρα αντλεί υγρασία από τον αέρα και τη συγκρατεί στο έδαφος, ρυθμίζοντας τη θερμοκρασία του. Τα αυτοσχέδια τείχη θωρακίζουν τα αμπέλια από τους ανέμους και προστατεύουν τις κεκλιμένες πλαγιές των κοιλοτήτων από τη διάβρωση και την κατάρρευση, εμποδίζοντας τη στάχτη να πνίξει τις ρίζες των αμπελιών.
Κάπως έτσι αναδύθηκε, κυριολεκτικά από τις στάχτες, μια οινική περιοχή. Συνολικά 28 ενεργά οινοποιεία λειτουργούν στο νησί, με κορυφαίο το El Grifo (Η Βρύση), που ιδρύθηκε το 1775. Είναι το αρχαιότερο οινοποιείο των Καναρίων Νήσων και ένα από τα αρχαιότερα σε όλη την Ισπανία.
Το σταφύλι που κυριαρχεί εκεί είναι το Malvasía Volcánica, μια λευκή ποικιλία που συναντάται μόνο στο αρχιπέλαγος και καλλιεργείται κυρίως στο Λανθαρότε, αντιπροσωπεύοντας το 60% της παραγωγής του νησιού. Η υπόλοιπες ποικιλίες είναι σε μεγάλο βαθμό συνδυασμοί τεσσάρων λευκών κρασιών και δύο κόκκινων.
Μερικά αμπέλια έχουν ηλικία σχεδόν 200 ετών, χάρη στους αμπελώνες που δεν μολύνθηκαν ποτέ από τη φυλλοξήρα – ένα έντομο που αποδεκάτισε πολλά ευρωπαϊκά οινοποιεία το 1800, αναγκάζοντας τους παραγωγούς να εμβολιάζουν τα φυτά τους με το ρίζωμα των αμερικανικών αμπελιών, το οποίο με την πάροδο των ετών αποδείχθηκε πιο ανθεκτικό.
Δεδομένης της τοποθεσίας του νησιού, ακριβώς στην άκρη του 30ού βόρειου παραλλήλου, ίσως η ιδέα της παραγωγής ποιοτικών κρασιών να φαινόταν αρχικά ανόητη, αλλά το αρχέγονο τοπίο και οι επίμονοι άνεμοι βοηθούν την ανάπτυξη των αμπελώνων, ελέγχοντας τις θερμοκρασίες και κρατώντας μακριά τα παράσιτα. Το αποτέλεσμα είναι μια τολμηρή οξύτητα στη γεύση των λευκών κρασιών του νησιού, με νότες πράσινου μήλου, λάιμ, γιασεμιού και άνθεων πορτοκαλιάς.
Παρότι το Λανθαρότε καθορίζεται από το τερουάρ του –το άθροισμα των περιβαλλοντικών συνθηκών που εκφράζονται μέσω των σταφυλιών–, υπάρχει μια άλλη, εξίσου σημαντική μεταβλητή που παίζει ρόλο: το ανθρώπινο στοιχείο. Σχεδόν όλοι οι παραγωγοί και οι καταναλωτές αυτών των μοναδικών κρασιών επισημαίνουν την εφευρετικότητα των καλλιεργητών και τις ηράκλειες προσπάθειές τους να παράγουν φρούτα σε ένα εχθρικό για αυτά περιβάλλον.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News