Μια νέα περίπτωση πιθανόν κλεμμένων αρχαιοτήτων της Ελλάδας μπορεί κρύβεται πίσω από την απόλυση ενός επιμελητή μουσείου της Φλόριντας των ΗΠΑ, στην περιοχή St. Petersburg (Αγία Πετρούπολη), τυπικά «λόγω μη επαρκούς πιστοποίησης της προέλευσης και της νόμιμης κατοχής τους».
Το ζήτημα φέρνουν στο φως οι New York Times σε ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Γκρέιαμ Μπόλεϊ με τίτλο «Η προέλευση του ελληνικού εκθέματος ενός μουσείου αμφισβητείται, τροφοδοτώντας συζητήσεις».
Πώς ανέκυψε το θέμα; Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Φλόριντα ετοίμασε μια μεγάλη έκθεση αρχαίας ελληνικής τέχνης με τίτλο «Από το χάος στην τάξη» με στόχο να περιοδεύσει και σε άλλα μουσεία των ΗΠΑ.
«Η ιδέα ήταν να δούμε τις απαρχές της ελληνικής τέχνης με έναν νέο τρόπο», δήλωνε ο Μάικλ Μπένετ, ο απολυθείς πρώην επιμελητής του μουσείου της Φλόριντας ο οποίος και οργάνωσε την έκθεση με έργα από το 900 έως το 700 π.Χ.
Νωρίτερα εφέτος η έκθεση επρόκειτο να ταξιδέψει στο Μουσείο Τέχνης του Ντένβερ. Ωστόσο το προσωπικό του εκεί μουσείου είχε αντιρρήσεις καθώς πολλά από τα 57 αντικείμενα δεν συνοδεύονταν από λεπτομερή στοιχεία προέλευσης.
Οι υπεύθυνοι του Μουσείου του Ντένβερ σημείωσαν πως παρότι καμία από τις αρχαιότητες (δάνειο ενός επιχειρηματία και συλλέκτη ονόματι Σολ Ράμπιν) δεν ήταν γνωστό ότι ήταν προϊόν λεηλασίας, ορισμένα από τα αντικείμενα είχαν αγοραστεί από πωλητές οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί στο παρελθόν για διακίνηση κλεμμένων αρχαιοτήτων.
Με δεδομένο ότι οι υπεύθυνοι του μουσείου του Ντένβερ είχαν πρόσφατα αντιμετωπίσει ένα σκάνδαλο που τους ανάγκασε να επιστρέψουν τέσσερα αντικείμενα στην Καμπότζη έκαναν πρόσθετους ελέγχους. Βλέποντας τον κίνδυνο να αντιμετωπίσει ένα νέο πρόβλημα με τις ελληνικές αρχαιότητες, ο διευθυντής του Denver Art Museum, Κρίστοφ Χάινριχ, πρότεινε την αναβολή της έκθεσης στη Φλόριντα με την ελπίδα ότι τα ζητήματα προέλευσης θα μπορούσαν να επιλυθούν.
Ωστόσο δεν επιλύθηκαν. «Είμαι βέβαιος ότι γνωρίζετε ότι τα μεταβαλλόμενα νομικά και ηθικά πρότυπα και οι αντιλήψεις σχετικά με τη συλλογή και την έκθεση αρχαιοτήτων βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος πολλών μουσείων παγκόσμιου πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένου και του δικού μας», έγραψε αρχικά ο Χάινριχ στους υπεύθυνους του μουσείου της Φλόριντα εξηγώντας τις επιφυλάξεις του.
Επισήμανε δε τον κίνδυνο προσθέτοντας ότι «το Ντένβερ είχε δεχθεί πρόσφατα αρνητικά δημοσιεύματα του Τύπου για έναν μικρό αριθμό έργων από τις κληροδοτημένες συλλογές μας και τις συνδέσεις με σεσημασμένους εμπόρους».
Σύμφωνα με την έρευνα του μουσείου του Ντένβερ, τα περισσότερα από τα 57 αντικείμενα της έκθεσης του μουσείου της Φλόριντα δεν συνοδεύονταν από αποδείξεις ότι βρίσκονταν ήδη εκτός Ελλάδας το 1970.
Επιβαρυντικό ήταν και το παρελθόν του συγκεκριμένου επιμελητή. Πριν πάει στην Αγία Πετρούπολη το 2018, ο απολυθείς επιμελητής Μάικλ Μπένετ είχε εργαστεί για πολλά χρόνια στο Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ και θεωρείτο κορυφαίος ειδικός στον τομέα της ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης. Ωστόσο, δύο από τις αγορές του εκεί προκάλεσαν επίσης υποψίες και ελέγχους:
- Eνα χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα που εξακολουθεί να κατέχει το μουσείο του Κλίβελαντ, είχε ασαφή προέλευση. Ο Μπένετ δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι συμφώνησε να αγοράσει το ελληνικό άγαλμα μόνο αφότου επιστημονικές έρευνας έδειξαν ότι είχε ανασκαφεί πριν από περισσότερο από έναν αιώνα.
- Ενα αρχαίο ρωμαϊκό πορτρέτο που επιστράφηκε στην Ιταλία. Ο Μπένετ, σε αυτή την περίπτωση, συνέβαλε στην έρευνα που οδήγησε στην επιστροφή του ρωμαϊκού τεχνουργήματος.
Πίσω όμως στο πρόσφατο περιστατικό. Η περιοδεύουσα έκθεση του μουσείου της Φλόριντα δεν έφτασε τελικά ποτέ στο Ντένβερ. Ο Μάικλ Μπένετ, ο επιμελητής της έκθεσης στο Μουσείο Καλών Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη, τέθηκε πρώτα σε άδεια και ένα μήνα μετά απολύθηκε. Οι υπεύθυνοι του μουσείου τόνισαν σε ανακοίνωσή τους τη σημασία της τήρησης υψηλών προτύπων και πρόσθεσαν ότι ξεκίνησαν έναν πλήρη έλεγχο της προέλευσης της συλλογής του μουσείου.
Σύμφωνα με τους New York Times «το επεισόδιο αναδεικνύει μια ευρύτερη συζήτηση, που διαπερνά πλέον τον κόσμο της τέχνης. Ενώ πολλά μουσεία κάποτε αναζητούσαν ενεργά αρχαία αντικείμενα, χωρίς να ενδιαφέρονται για το ιστορικό της ιδιοκτησίας τους, οι επιμελητές τις τελευταίες δεκαετίες έχουν υιοθετήσει αυστηρότερα πρότυπα, που αποσκοπούν να διασφαλίσουν ότι οι αρχαιότητες που αποκτούν ή εκθέτουν δεν έχουν λεηλατηθεί ή κλαπεί».
Η εφημερίδα υπογραμμίζει επίσης το γεγονός ότι «τα τελευταία χρόνια, δεκάδες αντικείμενα έχουν επιστραφεί σε χώρες ανά τον κόσμο, αφότου τα μουσεία αναγνώρισαν ότι είχαν παραπλανηθεί στις συναλλαγές που έκαναν ή ότι δεν είχαν ερευνήσει επαρκώς την προέλευση των έργων τέχνης».
Ο Μπένετ δήλωσε σε συνέντευξή του ότι δεν ενημερώθηκε ποτέ για την αιτία της απόλυσής του. Υποστηρικτές του θεώρησαν ότι ήταν μια υπερβολική αντίδραση στις ανησυχίες που εκφράστηκαν από το μουσείο του Ντένβερ. «Η αντίδραση ήταν υπερβολική», δήλωσε η Μπελίντα Ντουμόντ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του μουσείου της Αγίας Πετρούπολης της Φλόριντα. «Πιστεύω ότι η υστερία σχετικά με την προέλευση είναι βαθιά λανθασμένη, επειδή τα αντικείμενα είναι πολύτιμα και αξίζει να παρουσιαστούν στο κοινό» πρόσθεσε η ίδια.
Η ύποπτη δράση του Ρόμπερτ Χεκτ
Ορισμένα από τα ελληνικά έργα, γράφουν οι NYTimes, πέρασαν από αυξημένους ελέγχους λόγω των εμπόρων ή των γκαλερί που τα είχαν πουλήσει. Μερικά προέρχονταν από τον Ρόμπερτ Χεκτ, έναν πασίγνωστο εμπειρογνώμονα αρχαιοτήτων που απεβίωσε το 2012, ο οποίος, σύμφωνα με τους ερευνητές, συχνά διακινούσε κλεμμένα αντικείμενα. Αρκετά μεγάλα αμερικανικά μουσεία με συλλογές αρχαιοτήτων κατέχουν αντικείμενα που τα ίδια ή κάποιος δωρητής απέκτησαν από τον Χεκτ, ο οποίος υπήρξε ένας από τους κορυφαίους εμπόρους αρχαίων αντικειμένων στον κόσμο. Κάποιοι λένε, ίσως και ένας από τους κορυφαίους αρχαιοκάπηλους…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News