Το ντέρμπι της Καταλονίας βρισκόταν στο 82ο λεπτό του. Η Εσπανιόλ σφυροκοπούσε την Μπαρτσελόνα, προσπαθώντας να ισοφαρίσει το γκολ του Ντέκο (9′), και ο προπονητής των «Μπλαουγκράνα», Φρανκ Ράικαρντ, σκέφτηκε να «φρεσκάρει» την ομάδα του με έναν ξεκούραστο παίκτη. Δίπλα του, στον πάγκο, κάθονταν ο Ρουμπέν (αναπληρωματικός τερματοφύλακας), ο Ινιέστα και τέσσερις πιτσιρικάδες από τη Β’ ομάδα, καθώς υπήρχαν πολλές απουσίες λόγω τραυματισμών. Ο ολλανδός τεχνικός έδωσε εντολή σε έναν από αυτούς να μπουν στο παιχνίδι.
Ηταν κοντούλης, αδύνατος, με μακριά μαλλιά και φράντζα, και φορούσε τη φανέλα με το νούμερο 30. Στάθηκε στη γραμμή του πλαγίου άουτ και περίμενε την άδεια του διαιτητή για να περάσει στον αγωνιστικό χώρο, στη θέση του σκόρερ. Το ημερολόγιο έδειχνε 16 Οκτωβρίου 2004, και οι 34.400 θεατές στο Ολυμπιακό Στάδιο της Βαρκελώνης, το οποίο η Εσπανιόλ χρησιμοποιούσε ως προσωρινή έδρα της, βίωναν -χωρίς να το γνωρίζουν τότε- μια ιστορική στιγμή: το ντεμπούτο του Λιονέλ Μέσι.
Εντεκα μήνες νωρίτερα, στις 16 Νοεμβρίου του 2003, ο Ράικαρντ τον είχε δοκιμάσει σε ένα φιλικό ματς απέναντι στην Πόρτο του Μουρίνιο, σε ηλικία 16 ετών και 145 ημερών. Τώρα, όμως, ο αγώνας ήταν επίσημος. Η παρθενική του εμφάνιση με την ανδρική ομάδα του συλλόγου. Πλέον, ήταν 17 ετών, τριών μηνών και 22 ημερών – ο δεύτερος νεαρότερος παίκτης στα χρονικά της Μπαρτσελόνα που έπαιξε με τους «μεγάλους» μετά το 1912 και τον Παουλίνο Αλκάνταρα.
Αγωνίστηκε ένα δεκάλεπτο (μαζί με τις καθυστερήσεις) ως δεξιός εξτρέμ -αυτή ήταν η θέση του επί μια πενταετία- και πέρασε, σχεδόν, απαρατήρητος. Κάποιοι οπαδοί της Εσπανιόλ τον είχαν δει να κάνει τα «μαγικά» του όταν η Β’ ομάδα της Μπαρτσελόνα έπαιζε με την αντίστοιχη δική τους, όμως δεν είχαν την παραμικρή διάθεση να χειροκροτήσουν παίκτη της μισητής αντιπάλου. Ούτε τα media ασχολήθηκαν μαζί του. Στις εφημερίδες της επόμενης μέρας το όνομα του ποδοσφαιριστή που έμελλε να κάνει το «ωραίο παιχνίδι» ακόμη πιο ελκυστικό υπήρχε ως απλή αναφορά στις συνθέσεις του αγώνα. Φυσικά, κανείς δεν ζήτησε τη φανέλα του μετά το τέλος του ματς. Ο Μέσι την έβγαλε και την έδωσε στη μητέρα του, που τον καμάρωνε από την εξέδρα.
Μόνο στη «ζωντανή» μετάδοση του ντέρμπι, την ώρα που ο «Λίο» έπαιρνε τη θέση του Ντέκο, ο σπορτκάστερ σχολίασε: «Λένε πως αυτός είναι ο διάδοχος του Ροναλντίνιο στην Μπαρτσελόνα». Ποιοι το έλεγαν; Οι προπονητές και οι συμπαίκτες του στη «Μασία», μα πρώτος απ’ όλους ο ίδιος ο Ροναλντίνιο. Η πρώτη προπόνηση του Μέσι με την ανδρική ομάδα τού ήταν αρκετή για να αντιληφθεί πως αυτό το baby-face παιδί, που το παρουσιαστικό του δεν παρέπεμπε σε αθλητή οποιουδήποτε σπορ, θα άφηνε εποχή.
Το πρώτο του γκολ στο ισπανικό πρωτάθλημα το πέτυχε επτάμισι μήνες μετά: την Πρωτομαγιά του 2015, εναντίον της Αλμπαθέτε στο «Καμπ Νου». Αλλωστε, εκείνη τη σεζόν (2004-2005) δεν έπαιξε με την πρώτη ομάδα της Μπαρτσελόνα παρά μόλις 77 λεπτά, συνολικά. Ο ήλιος του άρχισε να ανατέλλει την επόμενη χρονιά. Τον Μάιο του 2006 κατέκτησε το πρώτο του τρόπαιο στο Τσάμπιονς Λιγκ (απουσίασε στον τελικό εναντίον της Αρσεναλ, λόγω τραυματισμού). Και μεσουράνησε όταν ο Πεπ Γκουαρντιόλα διαδέχθηκε τον Ράικαρντ. Το 2009 πρωταγωνίστησε στο «τρεμπλ» της «Μπάρτσα» (Πρωτάθλημα, Κύπελλο, Τσάμπιονς Λιγκ), και κέρδισε την πρώτη από τις έξι «Χρυσές Μπάλες» της μυθικής του καριέρας.
Επειτα από 17 χρόνια, 35 τρόπαια και 17 προσωπικά ρεκόρ, ο Μέσι άλλαξε ποδοσφαιρική σκηνή. Δίνει τις παραστάσεις του στο Παρίσι. Ο προπονητής του στην Παρί Σεν-Ζερμέν, Μαουρίτσιο Ποτσετίνο, ήταν ένας από τους τυχερούς που τον είδαν από κοντά τη μέρα που μας συστήθηκε. Στις 16 Οκτωβρίου του 2004 βρισκόταν κι εκείνος στο Ολυμπιακό Στάδιο της Βαρκελώνης, και μάλιστα στον αγωνιστικό χώρο, ως ποδοσφαιριστής της Εσπανιόλ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News