Εφταιγε – δεν έφταιγε, ο Κίκε Σετιέν είχε την ατυχία να συνδέσει το όνομά του με την πιο εφιαλτική βραδιά στην ιστορία της Μπαρτσελόνα: την εκκωφαντική συντριβή της (8-2) από την Μπάγερν Μονάχου στους προημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ. Οπως αναμενόταν, η απόλυσή του αποφασίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες στο έκτακτο διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου. Μαζί του αποχώρησε και ο αθλητικός διευθυντής, Ερίκ Αμπιντάλ (τον διαδέχτηκε ο Ρεμόν Πλανές), που προ μηνών είχε προκαλέσει την οργή του Μέσι. Οι Καταλανοί είναι αποφασισμένοι να χτίσουν από την αρχή την ομάδα που καμάρωναν – με τα… μερεμέτια των τελευταίων ετών δεν είδαν προκοπή. Το έχουν ξανακάνει, στο παρελθόν, με επιτυχία. Το θέμα ήταν να βρεθεί ο κατάλληλος αρχιτέκτονας. Ο Ερέρα, ο Μίχελς, ο Κρόιφ, ο Ράικαρντ, ή ο Γκουαρντιόλα του 2020.
Επειτα από μια πρώτη διαλογή, στον κατάλογο των υποψηφίων απέμειναν τέσσερα ονόματα: του Τσάβι, του Μαουρίσιο Ποτσετίνο, του Γκαρθία Πιμιέντα (προπονητή της Μπαρτσελόνα Β) και του Ρόναλντ Κούμαν. Με τον Τσάβι, που ήταν ο επικρατέστερος, επικοινώνησε ο ίδιος ο πρόεδρος Μπαρτομέου, όμως ο εμβληματικός πρώην παίκτης της «Μπάρτσα» και τεχνικός της Αλ Σαντ σήμερα, δεν νιώθει έτοιμος για μια τόσο δύσκολη αποστολή. Για τον Ποτσετίνο υπήρχαν πολλές ενστάσεις. Επειδή πριν από δυο χρόνια ο αργεντινός προπονητής, ο οποίος είχε παίξει μπάλα στη συμπολίτισσα Εσπανιόλ, είχε δηλώσει πως δεν πρόκειται, ποτέ, να δουλέψει στην Μπαρτσελόνα. Τώρα πολύ θα το ήθελε, όμως… ας πρόσεχε. Το πρόβλημα με τον Πιμιέντα ήταν η έλλειψη πείρας.
Μέχρι το 2008 η Μπαρτσελόνα εμπιστευόταν ολλανδούς τεχνικούς. Επειτα, παλιές δόξες της που συνέχισαν την καριέρα τους ως προπονητές. Πρώτα τον Γκουαρντιόλα, ύστερα τον Τίτο Βιλανόβα, τον Λουίς Ενρίκε και τον Ερνέστο Βαλβέρδε. Ο Κούμαν ικανοποιεί και τις δύο τάσεις. Δεν είναι, απλώς, Ολλανδός, αλλά έχει συνεργαστεί και με τους τέσσερις συμπατριώτες του που κάθισαν στον πάγκο των «Μπλαουγκράνα». Με «στρατηγό» τον Ρίνους Μίχελς κατέκτησε το Euro του 2008. Υπό τις οδηγίες του Κρόιφ, στην Μπαρτσελόνα, σάρωσε δέκα τρόπαια: ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, τέσσερα διαδοχικά πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Ισπανίας, ένα ευρωπαϊκό και τρία ισπανικά Σούπερ Καπ. Ο Λουίς φαν Χάαλ τον είχε βοηθό και ο Φρανκ Ράικαρντ, συμπαίκτη.
Επίσης, ο Κούμαν δεν είναι, απλώς, πρώην ποδοσφαιριστής της Μπαρτσελόνα (1989-1995), αλλά και ο σκόρερ του πιο ιστορικού της γκολ. Από τα δικά του πόδια εκτοξεύτηκε -σαν βολίδα- η μπάλα που κατέληξε στα δίχτυα του τερματοφύλακα της Σαμπντόρια, Τζιανλούκα Παλιούκα, για να σηκώσει η Dream Team του Κρόιφ το πρώτο της Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1992 στο παλιό «Ουέμπλεϊ». Ενας ζωντανός θρύλος του συλλόγου μπορεί να εμπνεύσει τους παίκτες και να αναπτερώσει το ηθικό των απογοητευμένων οπαδών, καλύτερα από τον καθέναν.
Είναι τυπικό παράδειγμα ολλανδού προπονητή: λάτρης της πειθαρχίας, του γρήγορου, επιθετικού, θεαματικού ποδοσφαίρου, του ασφυκτικού πρέσινγκ των αντιπάλων, της υψηλής έντασης, και της στιβαρής άμυνας δια της κατοχής της μπάλας. Ολα αυτά τα στοιχεία χαρακτήριζαν το παιχνίδι της Μπαρτσελόνα στα χρόνια της παντοδυναμίας της, αλλά όχι πια. Επιπλέον, όπως κάθε ολλανδός τεχνικός που σέβεται τον εαυτό του, είναι πρόθυμος να δουλέψει με νέα ταλέντα και να τα αναδείξει. Μέγα προτέρημα. Επειδή στη Βαρκελώνη θα βρει (παροπλισμένους) αρκετούς αξιόλογους νεαρούς -τον Ανσού Φατί, τον Ρίκι Πουτς, τον Ρόναλντ Αραούχο, τον Φρανσίσκο Τρινκάο-, μια από τις πιο φημισμένες ποδοσφαιρικές ακαδημίες της Ευρώπης, αλλά και γιατί η οικονομική συγκυρία δεν επιτρέπει μεταγραφικές σπατάλες.
Ο Κούμαν παραλαμβάνει μια γερασμένη ομάδα, με πολλούς από τους βασικούς της παίκτες να έχουν ξεπεράσει τα 30 (Πικέ, Αλμπα, Μπουσκέτς, Ράκιτιτς, Βιδάλ, Σουάρες, Μέσι). Η ενδεκάδα που «έφαγε» οκτώ γκολ από την Μπάγερν είχε μέσο όρο ηλικίας άνω των 32 ετών. Πρέπει να πάρει δύσκολες αποφάσεις, και ξέρει καλά πόσο άχαρη δουλειά είναι, να διώχνεις παίκτες που έγραψαν ιστορία. Πριν από 25 χρόνια είχε πέσει και ο ίδιος… θύμα της ανανέωσης που χρειαζόταν να γίνει, και είχε υποχρεωθεί να αποχωρήσει από το «Καμπ Νου» στα 32 του χρόνια.
Εκτοτε, το όνειρο της ζωής του ήταν να επιστρέψει στη Βαρκελώνη (όπου έχει αγοράσει σπίτι) ως προπονητής. Το ήθελε τόσο πολύ, ώστε στην τελευταία του δουλειά, στην εθνική ομάδα της Ολλανδίας, φρόντισε να περιληφθεί στο συμβόλαιό του μια ρήτρα που θα τον απελευθέρωνε αυτομάτως σε περίπτωση που η Μπαρτσελόνα του πρότεινε συνεργασία! Οπως κι έγινε. Επί 20 χρόνια προπόνησε μεγάλους συλλόγους της χώρας του, αλλά και της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Αγγλίας, περιμένοντας ένα τηλεφώνημα: από τον πρόεδρο της «Μπάρτσα». Αυτό που, μάλλον, δεν φανταζόταν, ήταν πως θα έβρισκε την αγαπημένη του ομάδα… στο κρεβάτι του πόνου.
Θα καταφέρει να τη γιατρέψει; Δεν είναι, απολύτως, στο χέρι του. Εξαρτάται (και) από την απόφαση του Μέσι -αν θα παραμείνει, ή όχι-, αλλά και από τη στάση του Τζουζέπ Μαρία Μπαρτομέου. Που πίστεψε πως, τόσα χρόνια παράγοντας, είχε μάθει την μπάλα καλύτερα από τους προπονητές και τους τεχνικούς διευθυντές. Ο Γκριζμάν, ο Ντεμπελέ και ο Κουτίνιο, που κόστισαν συνολικά 400 εκατομμύρια ευρώ, ήταν δικές του μεταγραφές – σκέτη απογοήτευση. Από το 2015 μέχρι σήμερα, η Μπαρτσελόνα έχει δαπανήσει για την ενίσχυσή της περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ, όμως τον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ ούτε, καν, τον πλησίασε. Αραγε, θα αφήσει ο πρόεδρος τον Κούμαν να κάνει τη δουλειά του;
Το πρώτο πράγμα που θα κάνει ο Ολλανδός, όπως τόνισε κατά την επίσημη παρουσίασή του το απόγευμα της Τετάρτης, είναι να μιλήσει με τον Μέσι. Για να τον πείσει ότι η «νέα» Μπαρτσελόνα θα του εξασφαλίσει το σωστό supporting cast, ώστε να έχει την ελευθερία που επιθυμεί μέσα στο γήπεδο. Αλλά, κακά τα ψέματα. Οι ομάδες που έκλεισαν τον κύκλο τους, δεν επιστρέφουν στην ακμή τους από τη μια στιγμή στην άλλη. Ο Κούμαν χρειάζεται χρόνο, και ο αργεντινός σούπερ-σταρ, που τον Ιούνιο πάτησε τα 33, δεν έχει αρκετό στη διάθεσή του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News