Ο Κάιλ Κάμπελ είναι δικηγόρος στην Καλιφόρνια, με ειδίκευση στο real estate. Μόνον οι πολύ κοντινοί του άνθρωποι γνωρίζουν ότι πριν από 31 χρόνια υπήρξε αθλητής του soccer (όπως το λένε οι Αμερικανοί, για να το διακρίνουν από το δικό τους football) και, μάλιστα, πρωταγωνίστησε σε μια ιστορική στιγμή του δημοφιλέστερου σπορ στον Κόσμο.
Το 1991, ανήλικος ακόμη, ήταν ο γκολκίπερ των ΗΠΑ στο Παγκόσμιο Κύπελλο Κ-17 που φιλοξένησε η Ιταλία. Στο εναρκτήριο ματς της διοργάνωσης εναντίον της οικοδέσποινας είχε αποκρούσει πέναλτι του Αλεσάντρο ντελ Πιέρο, και ο Πελέ τον είχε «δείξει» ως τον MVP του αγώνα. Για την εξαιρετική του απόδοση ο βραζιλιάνος «μάγος» των γηπέδων τον είχε βραβεύσει, εκτός πρωτοκόλλου, χαρίζοντάς του ένα πανάκριβο στερεοφωνικό JVC διπλής κασέτας. Αλλά η ιστορία που θα διηγείται για πάντα, όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε στο The Athletic, είναι πως υπήρξε ο πρώτος παραβάτης του νέου κανονισμού, που απαγόρευε στον τερματοφύλακα να πιάσει την μπάλα με τα χέρια, όταν του την πάσαρε (με το πόδι) κάποιος συμπαίκτης του.
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 30 χρόνια από το καλοκαίρι του 1992, που η FIFA θέσπισε τον νέο κανόνα σε όλες τις ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, καθώς το πείραμα στην Ιταλία, ένα χρόνο πριν, είχε θεαματικά αποτελέσματα. Οπως κάθε νεωτερισμός, εκείνη την εποχή είχε πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις. Σήμερα, όμως, όλοι συμφωνούν ότι άλλαξε το παιχνίδι, προς το καλύτερο, όσο και η εισαγωγή του οφ-σάιντ το 1925. Στο βιβλίο του «The Mixer», το οποίο πραγματεύεται τα τεράστια άλματα προόδου που πραγματοποίησε η Πρέμιερ Λιγκ τις τελευταίες δεκαετίες, ο αναλυτής Μάικλ Κοξ τη χαρακτηρίζει ως «την πιο σοφή αλλαγή που αποφασίστηκε, ποτέ, μετά τον Δεκέμβριο του 1863 που μια αθλητική εφημερίδα του Λονδίνου δημοσίευσε τους 13 πρώτους κανονισμούς ποδοσφαίρου – έργο της FA (αγγλική ομοσπονδία).
Το 2015 ο Guardian μας θύμισε χαρακτηριστικές περιπτώσεις «καταστροφής» του παιχνιδιού από παίκτες και ομάδες που είχαν λόγους να ροκανίσουν τον χρόνο. Το 1987, σε αγώνα της Ρέιντζερς με την Ντινάμο Κιέβου για το Κύπελλο Πρωταθλητριών, ο Γκρέιαμ Σούνες είχε γυρίσει την μπάλα στον τερματοφύλακά του, Κρις Γουντς, από το ύψος της μεσαίας γραμμής. Το ίδιο είχε κάνει και ο Κλάους Αουγκεντάλερ στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ιταλίας, το 1990, όπου η Γερμανία νίκησε την Αργεντινή (1-0) και κατέκτησε το τρόπαιο. Σε εκείνο το Μουντιάλ, η κατάχρηση αυτής της εκνευριστικής -για τους θεατές- πρακτικής ήταν «η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι».
Η FIFA είχε, ήδη, αρχίσει να σκέφτεται τρόπους για να την απαγορεύσει, όταν, τον Δεκέμβριο του 1990, έφτασε στα γραφεία της, στη Ζυρίχη, η επιστολή του πρώην διεθνή ελβετού επιθετικού -και μετέπειτα προπονητή-, Ντανιέλ Ζανπέ. Οπως τονίζει σήμερα, στα 73 του, στο The Athletic, είχε μια ιδέα για να απαλλαγεί το ποδόσφαιρο από αυτή την «ντροπή». Το επόμενο καλοκαίρι η πρότασή του εφαρμόστηκε, δοκιμαστικά, στα γήπεδα της Ιταλίας. Και το 1992 έγινε ο κανόνας που οι νεαρότεροι φίλαθλοι θεωρούν αυτονόητο.
Υπήρχαν κι άλλοι άνθρωποι των γηπέδων, που είχαν απηυδήσει με τα ατελείωτα, βαρετά γυρίσματα της μπάλας στον τερματοφύλακα, από αμυντικούς που δεν ήταν πρόθυμοι να ρισκάρουν μια μπροστινή πάσα, ή μια ντρίμπλα. Ανάμεσά τους και ο μετέπειτα πρόεδρος της FIFA, Σεπ Μπλάτερ. Οπως μαρτυρούν παλιά στελέχη της παγκόσμιας συνομοσπονδίας, σε συναντήσεις του στο κυβερνητικό μέγαρο του ποδοσφαίρου συνήθιζε να σηκώνεται από το τραπέζι των συνεδριάσεων και να παριστάνει τον γκολκίπερ που καθυστερεί το παιχνίδι, ανταλλάσσοντας πασούλες με τους αμυντικούς του.
Την πρώτη χρονιά που ίσχυσε ο νέος κανονισμός, αρκετοί τερματοφύλακες και αμυντικοί βρέθηκαν εκτεθειμένοι. Δεν ήταν εύκολο να εγκαταληφθεί μια συνήθεια 130 ετών (1863-1992). Σημειώθηκαν… επικά αυτογκόλ. Στη συνέχεια, όμως, τα ευεργετικά αποτελέσματα αυτής της αλλαγής δεν άργησαν να φανούν. Το παιχνίδι έγινε πολύ πιο γρήγορο, και τα γκολ πιο συχνά. Το γήπεδο «μεγάλωσε», καθώς οι ομάδες άρχισαν να πιέζουν τους αντίπαλους αμυντικούς, ελπίζοντας σε ένα λάθος τους, που θα μπορούσαν να εκμεταλλευθούν. Το «πρέσινγκ» έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της τακτικής που διδάσκουν στους παίκτες τους οι προπονητές. Μοιραία, αναβαθμίστηκε και ο ρόλος των στόπερ που είναι δεινοί πασέρ, ή ντριμπλέρ. Εγιναν πανάκριβοι στο μεταγραφικό παζάρι. Αλλά και των γκολκίπερ που είναι καλοί (και) με την μπάλα στα πόδια.
Η τρίτη μεγάλη «επανάσταση» στο ποδόσφαιρο ήταν το άνοιγμα των γηπέδων στη νέα τεχνολογία. Πρώτα με την goal-line technology και, στη συνέχεια, με τον Video Assistant Referee. Το παιχνίδι έγινε πιο δίκαιο. Αφού, προηγουμένως, ο κανονισμός που εφέτος συμπληρώνει τρεις δεκαετίες «ζωής» το είχε κάνει πιο θεαματικό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News