«Η ίδια η ψυχή της Ευρώπης βρίσκεται σε κίνδυνο», προειδοποίησε ο ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ τους ευρωπαίους κεντροαριστερούς πολιτικούς που συγκεντρώθηκαν στη Ρώμη, ενόψει της δύσκολης προεκλογικής εκστρατείας για τις ευρωεκλογές.
Το διακύβευμα για την Κεντροαριστερά είναι πώς να περιορίσει τη φαινομενικά ασταμάτητη άνοδο των δεξιών και ακροδεξιών κομμάτων στις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη των μελών του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, που ξεκίνησαν ήδη στην Ολλανδία και ολοκληρώνονται την Κυριακή στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ.
Μόλις τέσσερις χώρες της Ενωσης έχουν κεντροαριστερά, ή αριστερά κόμματα στις κυβερνήσεις τους, όπως επισημαίνει δημοσίευμα του BBC, και οι πρόσφατες επιδόσεις των κομμάτων της Αριστεράς στις κάλπες ήταν κακές. Οι οιωνοί για τα αποτελέσματα της Κυριακής δείχνουν δυσμενείς.
Η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα στο απερχόμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Προοδευτική Συμμαχία Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D), προβλέπεται, στην καλύτερη περίπτωση, να διατηρήσει τις 139 έδρες της στο κοινοβούλιο των 720 εδρών. Τα δεξιά κόμματα έχουν άνεμο στα πανιά τους και οποιαδήποτε επιτυχία της Κεντροαριστεράς στις ευρωεκλογές, πιθανώς θα αντισταθμιστεί από απώλειες.
Σε τέσσερις μόνο χώρες –Σουηδία, Δανία, Λιθουανία, Μάλτα– προβλέπεται ότι κόμματα που ανήκουν στο S&D θα βγουν πρώτα στις κάλπες. Μάλιστα, οι σοσιαλδημοκράτες της Δανίας, της πρωθυπουργού της χώρας, Μέτε Φρέντερικσεν, προβλέπεται να υποστούν μεγάλη πτώση στα ποσοστά τους. Η σκανδιναβική χώρα, μαζί με την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Μάλτα, συνθέτουν το κουαρτέτο των ευρωπαϊκών χωρών με αριστερά ή κεντροαριστερά κόμματα στη διακυβέρνησή τους.
Οι Σοσιαλιστές της Ισπανίας υπό τον Πέδρο Σάντσεθ και οι Σοσιαλδημοκράτες του γερμανού καγκελαρίου Ολαφ Σολτς, προβλέπεται να χάσουν την πρώτη θέση από τους συντηρητικούς αντιπάλους τους – τους Χριστιανοδημοκράτες στη Γερμανία και το Λαϊκό Κόμμα (PP) στην Ισπανία, αντίστοιχα, σύμφωνα με το BBC.
Το κόμμα του Σολτς χάνει σταθερά υποστήριξη από τότε που κέρδισε τις ομοσπονδιακές εκλογές του 2021 – και τώρα παλεύει για τη δεύτερη θέση με το ακροδεξιό κόμμα AfD. Ο Πέδρο Σάντσεθ βρίσκεται σε καλύτερη θέση, λόγω μιας αμφιλεγόμενης συμφωνίας για αμνηστία που πέτυχε με τα καταλανικά κόμματα υπέρ της ανεξαρτησίας – η οποία, όμως, επέφερε τη δριμεία κριτική του Λαϊκού Κόμματος και του ακροδεξιού Vox.
Αρκετά αριστερά αντιπολιτευτικά κόμματα στην Ευρώπη προβλέπεται να χάσουν τις εκλογικές δυνάμεις τους, καθώς βρίσκονται αντιμέτωπα με την άνοδο της ακροδεξιάς. Αναλυτές του BBC αποδίδουν τη δημοσκοπική κατρακύλα πολλών αριστερών κομμάτων στην απομάκρυνσή τους από την παραδοσιακή σοσιαλιστική ιδεολογία και στην υιοθέτηση φιλελεύθερων πολιτικών, που τα κάνουν να μην διαφέρουν από τα κόμματα της Κεντροδεξιάς.
Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι θεωρούν την πτώση του βιοτικού τους επιπέδου, τη δημόσια υγεία, την οικονομία και την άμυνα και ασφάλεια της ΕΕ, ως τις κορυφαίες ανησυχίες τους. Και, παρότι το μανιφέστο του S&D υπόσχεται να αντιμετωπίσει αυτά ακριβώς τα ζητήματα, για πολλούς ψηφοφόρους είναι πολύ αργά, καθώς θεωρούν ότι η Αριστερά απέτυχε να τους προστατεύσει όταν είχε τη δυνατότητα να το κάνει.
Την ώρα που η Αριστερά μετακινείται προς το Κέντρο στο πεδίο των κοινωνικοοικονομικών μαχών, η Δεξιά και η Ακροδεξιά αυξάνουν τις δυνάμεις τους. Οι μηχανισμοί που στόχευαν στην περιθωριοποίηση των ακραίων αντισυστημικών κομμάτων λειτούργησαν ως μπούμερανγκ – ενισχύοντας την αίσθηση των λαϊκών στρωμάτων ότι αυτά, και όχι η Αριστερά, συνιστούν την πραγματική αντιπολίτευση στις κεντρώες πολιτικές.
Ακολούθως, όπως επισημαίνει το BBC, η Αριστερά άρχισε να υπερασπίζεται ζητήματα όπως αυτά των φύλων, τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ ή τις πράσινες οικολογικές πολιτικές – δημοφιλείς στους νεαρότερους ψηφοφόρους των πόλεων, αλλά όχι και στις οικογένειες της εργατικής τάξης. Οπως συμβαίνει εδώ και μια δεκαετία στις ΗΠΑ, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες η Κεντροαριστερά θεωρείται πλέον ως η εύπορη προοδευτική αστική ελίτ.
Κάποια αριστερά κόμματα συμμορφώθηκαν στις επιταγές των καιρών, συνδυάζοντας προοδευτικές και συντηρητικές πολιτικές. Οι Σοσιαλδημοκράτες της Δανίας έχουν λάβει σκληρή στάση για τα θέματα μετανάστευσης, ενώ οι αντίστοιχοι της Ρουμανίας συνδυάζουν συντηρητικές αξίες και ευρωσκεπτικιστικές τάσεις με κεντροαριστερές οικονομικές πολιτικές.
Η μετανάστευση έχει διαμορφώσει και καθορίσει την ευρωπαϊκή πολιτική συζήτηση την τελευταία δεκαετία – και πολλοί παραδοσιακοί αριστεροί ψηφοφόροι αναζητούν λύσεις σε άλλα πολιτικά στρατόπεδα. Το Εθνικό Συλλαλητήριο της Γαλλίας, υπό τη Μαρίν Λεπέν και τον Τζορντάν Μπαρντελά, κατάφερε να προσελκύσει πολλούς ψηφοφόρους με την αντιμεταναστευτική πλατφόρμα του, και προηγείται με διαφορά στις δημοσκοπήσεις για τις ευρωεκλογές.
Το BBC επικαλείται μια γαλλική μελέτη που πραγματοποιήθηκε λίγο μετά τις γαλλικές εκλογές του 2022, και έδειξε ότι το 42% της εργατικής τάξης ψήφισε τη Λεπέν, θεωρώντας ότι η Αριστερά έδινε μεγαλύτερη έμφαση στα δικαιώματα των μεταναστών από ότι στα προβλήματα των εργατών.
Στην άλλη πλευρά των Αλπεων, το αριστερό Ιταλικό Δημοκρατικό Κόμμα (PD) αγωνίζεται να βρει μια συνεκτική γραμμή για να αντιμετωπίσει το αντιμεταναστευτικό μήνυμα των ακροδεξιών Αδελφών της Ιταλίας (FdI) της πρωθυπουργού, Τζόρτζια Μελόνι. Το κόμμα παραμένει στην αντιπολίτευση, είναι εσωτερικά κατακερματισμένο, και προβλέπεται να καταλάβει τη δεύτερη θέση πίσω από το κόμμα της Μελόνι στις ευρωεκλογές.
Αλλά δεν είναι όλα τα νέα αρνητικά για την Αριστερά. Οι γάλλοι σοσιαλιστές έχουν βρει μια ελπίδα στο πρόσωπο του Ραφαέλ Γκλικσμάν, ο οποίος έχει αναδειχθεί σε μετριοπαθή, φιλοευρωπαίο ηγέτη, μετά την κατάρρευση μιας συμμαχίας των αριστερών κομμάτων. Ο Γκλικσμάν, ευρωβουλευτής από το 2019, δεν τρέφει ελπίδες να ξεπεράσει το ακροδεξιό κόμμα του Μπαρντελά και της Λεπέν, αλλά διεκδικεί τη δεύτερη θέση από το κεντρώο κόμμα Ανανέωση, του προέδρου Μακρόν.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Σουηδίας προβλέπεται να λάβει το 30% των ψήφων, και παραμένει το μεγαλύτερο κόμμα στη χώρα, παρότι ένας κεντροδεξιός συνασπισμός βρίσκεται στην κυβέρνηση. Αλλά όλα αυτά τα μικρά κέρδη είναι ψίχουλα για ένα πολιτικό φορέα που κάποτε κυριαρχούσε στην ευρωπαϊκή σκηνή, εξηγεί το BBC.
Την τελευταία δεκαετία, η ΕΕ βρέθηκε αντιμέτωπη με γεγονότα που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την παραδοσιακά φιλοευρωπαϊκή Αριστερά –από την Covid-19, έως τον πόλεμο στην Ουκρανία και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής– όταν η σημασία μιας κοινής ευρωπαϊκής απάντησης ήταν επιτακτική. Ακόμα και η τρέχουσα κρίση του κόστους διαβίωσης προσφέρει μια ευκαιρία για την Αριστερά να επιχειρηματολογήσει υπέρ ισχυρότερων μέτρων πρόνοιας.
Οι αναλυτές του BBC πιστεύουν ότι μέρος του προβλήματος είναι οι σημερινοί ηγέτες της Κεντροαριστεράς. Ο Ολαφ Σολτς κατηγορείται για αναποφασιστικότητα στο Ουκρανικό, ενώ η επικεφαλής της ιταλικής Κεντροαριστεράς, Ελι Σλάιν, δέχεται κριτικές ως υπερβολικά διχαστική.
Εχουν περάσει πολλά χρόνια από την εποχή των μεγάλων προσωπικοτήτων της Κεντροαριστεράς, όπως ο Τόνι Μπλερ, ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Φρανσουά Μιτεράν. Αυτός είναι ο λόγος που ο Ραφαέλ Γκλικσμάν έχει προσελκύσει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον από τους ψηφοφόρους σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, υποσχόμενος στους υποστηρικτές του ότι θα αποτελέσει την «τεράστια έκπληξη» αυτών των εκλογών.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News