Το καλύτερο μπάσκετ που μπορεί κανείς να βρει στην Ευρώπη, επιστρέφει. Για να ομορφύνει τις Πέμπτες και τις Παρασκευές μας (ενίοτε και τις Τρίτες – Τετάρτες μας) με ποιοτικό, συναρπαστικό θέαμα. Η Ευρωλίγκα έρχεται επαυξημένη -με 18 ομάδες και κανονική περίοδο 34 αγωνιστικών- και βελτιωμένη. Πιο απρόβλεπτη από ποτέ, έπειτα από ένα καλοκαίρι ηχηρών μεταγραφών, που ανέτρεψαν τις ισορροπίες δυνάμεων.
Την τελευταία φορά που η πρωταθλήτρια Ευρώπης ήταν όνομα – έκπληξη, το ημερολόγιο έδειχνε Μάιο του 2014. Η Μακάμπι Τελ-Αβίβ (του Ντέιβιντ Μπλατ) είχε νικήσει τη Ρεάλ Μαδρίτης στον τελικό του Final-4 στο Μιλάνο, διαψεύδοντας τα προγνωστικά. Εκτοτε, στα πέντε χρόνια που ακολούθησαν, τα τρόπαια ήταν υπόθεση τριών ομάδων: ΤΣΣΚΑ Μόσχας (2), Ρεάλ Μαδρίτης (2) και Φενέρμπαχτσε (1) δεν επέτρεψαν σε καμία άλλη να αγγίξει το ιερό δισκοπότηρο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο Ολυμπιακός, που έχασε δύο τελικούς, η Λοκομοτίβ Κουμπάν, η Μπασκόνια, η Ζαλγκίρις Κάουνας και η Αναντολού Εφές, προσπάθησαν να σπάσουν τη μονοτονία, όμως δεν τα κατάφεραν.
ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ και Φενέρ είναι, πάλι, φαβορί. Εφέτος, όμως, τα αουτσάιντερ είναι πολύ πιο ισχυρά από ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλέψεις, όχι μόνον τις τέσσερις ομάδες που θα φτάσουν στην Κολωνία για την τελική αναμέτρηση, αλλά και τις οκτώ που θα προκριθούν στα πλέι-οφ.
Η Μπαρτσελόνα, η οποία κουράστηκε να αποτυγχάνει (η τελευταία της συμμετοχή σε Final-4 ήταν το 2014), δαπάνησε τεράστια ποσά για να αποκτήσει μια πεντάδα που… τρομάζει: Μίροτιτς, Ντέιβις, Χίγκινς, Αμπρίνες και Ντιλέινι (επιστρέφει για χάρη της από το ΝΒΑ στην Ευρώπη). Το μπάτζετ της για το 2019-2020 ξεπερνά τα 45 εκατομμύρια ευρώ – ίσως, είναι το μεγαλύτερο όλων των εποχών στην Ευρώπη. Ο 70χρονος προπονητής της, Σβέτισλαβ Πέσιτς, θα χρειαστεί χρόνο για να «μοντάρει» μια ομάδα με τόσους νέους πρωταγωνιστές, όμως μοιάζει αδιανόητο, αυτό το ρόστερ να λείψει από τη μοιρασιά των τεσσάρων πρώτων θέσεων.
Η Αρμάνι Μιλάνο, με πρόεδρο – προπονητή τον Ετορε Μεσίνα που επέστρεψε στην Ευρώπη, ενισχύθηκε με μεταγραφές ουσίας, κι όχι εντυπωσιασμού (Σέρχιο Ροντρίγκεζ, Ουάιτ, Μπιλίγκα, Γκουντάϊτις, Νέντοβιτς). Θα είναι απίθανο να απουσιάσει (τουλάχιστον) από τα πλέι-οφ για έβδομη διαδοχική χρονιά.
Η Αναντολού Εφές, η ευχάριστη έκπληξη της περασμένης σεζόν, διατήρησε τον «κορμό» που την οδήγησε στον περυσινό τελικό και πρόσθεσε στην περιφέρειά της δύο εξαιρετικούς σουτέρ: τον Σίνγκλετον και τον Πίτερς.
Η Μακάμπι, που εφέτος θα είναι ομάδα του Σφαιρόπουλου, δεν έχασε σημαντικούς παίκτες της και, παραλλήλως, προχώρησε σε σπουδαίες μεταγραφές (Κάσπι, Χάντερ, Ντόρσεϊ, Ουόλτερς, Εϊσι, Μπράιαντ).
Η Μπασκόνια έκανε πολύ ενδιαφέρουσες προσθήκες, όπως και η Χίμκι, που ο ετήσιος προϋπολογισμός της ξεπέρασε τα 30 εκατ. ευρώ. Η Ζαλγκίρις δεν ξόδεψε πολλά, αλλά και δεν αποδυναμώθηκε. Αλλωστε, το δικό της «όπλο» είναι ο προπονητής της, Σάρας Γιασικεβίτσιους. Εννοείται, πως δεν γίνεται να λείψουν από την «οκτάδα» τα τρία… μόνιμα φαβορί.
Η ΤΣΣΚΑ του Δημήτρη Ιτούδη, που τον Μάιο γιόρτασε τη δεύτερη Κούπα της στα τρία τελευταία χρόνια, το καλοκαίρι έκανε… ανακαίνιση. Εχασε τέσσερις σούπερ παίκτες (Ντε Κολό, Σέρχιο, Χίγκινς και Χάντερ), όμως έφερε στη Μόσχα πρωταγωνιστές της Ευρωλίγκας (Τζέιμς, Στρέλνιεκς, Βόιτμαν, Χίλιαρντ) και δύο NBAers (Κουφός, Μπέικερ).
Η Φενέρμπαχτσε του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, που κι εφέτος έχασε σημαντικά της στελέχη (Μέλι και Γκούντουριτς), τα αναπλήρωσε με τον Ντε Κολό και τον Βέστερμαν. Απέκτησε, επίσης, τον Ντέρικ Ουΐλιαμς, που πέρυσι έλαμψε στο Μόναχο (Μπάγερν). Η πορεία της, όπως και της ΤΣΣΚΑ, θα κριθεί από το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για να «δέσουν» οι νέοι με τους παλιούς.
Η Ρεάλ Μαδρίτης, αντιθέτως, δεν έχει τέτοια προβλήματα. Εκανε τις λιγότερες προσθαφαιρέσεις. Ηρθαν, ο Τζόρνταν Μίκι (της Χίμκι) και ο Νίκολα Λαπροβίτολα (ο MVP της ACB την περασμένη σεζόν). Εφυγαν, παίκτες που πέρυσι αγωνίστηκαν λίγο: ο Αγιόν, ο Κούζμιτς και ο Πρέπελιτς. Η «Βασίλισσα» δείχνει πανίσχυρη. Σκεφτείτε, ότι 12ος στο ρόστερ της είναι ο Φαμπιέν Κοζέρ, που στις περισσότερες από τις υπόλοιπες ομάδες θα ήταν αναντικατάστατος.
Κι εμείς; Για τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό, δυστυχώς, οι καιροί έχουν αλλάξει. Πάνε τα χρόνια, που τουλάχιστον ένας ελληνικός σύλλογος ήταν, απαραιτήτως, παρών στα Final-4 και, συχνά, φαβορί για το τρόπαιο. Τώρα πια, ο ρεαλιστικός στόχος είναι η είσοδος στα πλέι-οφ. Αλλά ο ανταγωνισμός, όλο και μεγαλώνει.
Ο Παναθηναϊκός αγόρασε, το καλοκαίρι, δύο δεινούς σκόρερ (Τζίμερ Φριντέτ και Ταϊρίς Ράις), αλλά και αθλητικότητα σε άμυνα και επίθεση, στο πρόσωπο του NBAer Ουέσλι Τζόνσον. Θα τρέξει πολύ, εφέτος. Εχει τα προβληματάκια του, όμως μπορεί να είναι μία από τις πιο γρήγορες και αθλητικές ομάδες της Ευρωλίγκας.
Ο Ολυμπιακός μοιάζει να εκκινεί από διαφορετική αφετηρία. Δεν πραγματοποίησε κάποια ηχηρή μετεγγραφή, και ο Ντέιβιντ Μπλατ έχει να διαχειριστεί ένα ρόστερ με πολλά νέα πρόσωπα και αρκετά «στοιχήματα». Πρόκειται, ίσως, για το μεγαλύτερο «αίνιγμα» της σεζόν. Θα είναι και πάλι η ομάδα του Σπανούλη (στα 37 του), του Πρίντεζη, του Μιλουτίνοφ και του Παπανικολάου – αυτό είναι το μόνο βέβαιο.
Για πρώτη φορά στα χρονικά του ελληνικού μπάσκετ, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός δεν θα συναντηθούν σε εγχώρια διοργάνωση. Μόνο στην Ευρωλίγκα, γεγονός που θα κάνει αυτά τα ντέρμπι ακόμη πιο ενδιαφέροντα, από ό,τι στο παρελθόν.
Στο εφετινό τουρνουά θα δούμε δύο «πρωτάρες»: τη Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης, που έχει ρίξει αρκετά χρήματα και απειλεί με ηχηρές εκπλήξεις, και τη Βιλερμπάν (θα την αντιμετωπίσει την Παρασκευή ο Ολυμπιακός), τον πρώτο γαλλικό σύλλογο που συμμετέχει στο νέο φορμάτ της Ευρωλίγκας, ως πρωτάθλημα 30 ή 34 αγωνιστικών. Επίσης, τρεις επιστροφές: της Αλμπα Βερολίνου, της Βαλένθια και του Ερυθρού Αστέρα, που το βράδυ της Πέμπτης (21:00) παίζει με τον Παναθηναϊκό.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News