Το 1984 ο Γουόλτερ Γιέτνικοφ, πρόεδρος της Columbia Records εκείνη την περίοδο, κάλεσε τον Λέοναρντ Κοέν στο γραφείο του στη Νέα Υόρκη και του δήλωσε τα εξής: «Κοίτα Λέοναρντ, το ξέρουμε ότι είσαι σπουδαίος, αλλά δεν γνωρίζουμε εάν είσαι καλός».
Ο ακάματος τροβαδούρος είχε μόλις παρουσιάσει στη δισκογραφική του εταιρεία το «Various Positions», το έβδομο άλμπουμ του. Φαινομενικά επρόκειτο για μία ακόμη συλλογή τραγουδιών, πραγματικά, ωστόσο, ήταν ένας δίσκος ξεχωριστός, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, ένα δημιούργημα περισσότερο πνευματικό παρά καλλιτεχνικό. Αφότου τον άκουσε ο Μπομπ Ντίλαν, για παράδειγμα, είχε σημειώσει πως τα τραγούδια του Κοέν έμοιαζαν πλέον με προσευχές.
Στον δίσκο του ο Λέοναρντ Κοέν είχε συμπεριλάβει το «Hallelujah», ένα τραγούδι το οποίο δούλευε επί πολλά χρόνια. «Γέμισα δύο σημειωματάρια», είχε δηλώσει σε βρετανική εφημερίδα το 2008. «Θυμάμαι να κάθομαι στο χαλί με τα εσώρουχα, να χτυπώ το κεφάλι μου στο πάτωμα και να λέω “δεν μπορώ να τελειώσω αυτό το τραγούδι”». Ωστόσο ο Γουόλτερ Γιέτνικοφ δεν συγκινήθηκε και τελικά απέρριψε το «Various Positions», κρίνοντάς το ακατάλληλο, αντιεμπορικό για τις ΗΠΑ.
Λαμβάνοντας υπόψη την επιτυχία που σημείωσε το τραγούδι στη συνέχεια, το παραπάνω περιστατικό με πρωταγωνιστή το μεγάλο αφεντικό της Columbia αποτελεί πραγματικά ανέκδοτο. Ωστόσο το «Hallelujah» επρόκειτο να καταστεί κάτι παραπάνω από ένα δημοφιλές κομμάτι. Το 1991 το πήρε ο Τζον Κέιλ και το εκτέλεσε με τον δικό του σχεδόν εκκλησιαστικό τρόπο ενώ μετά ήρθε η σειρά του Τζεφ Μπάκλεϊ να το ερμηνεύσει, το 1994, και να το καταστήσει παγκόσμια επιτυχία. Μέχρι και στη μουσική επένδυση της ταινίας «Shrek» του 2001 συμπεριλήφθηκε το «Hallelujah» (σε εκτέλεση του Ρούφους Γουέινραϊτ) ενώ σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 300 γνωστές εκτελέσεις του και συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων τραγουδιών όλων των εποχών.
Εχοντας αυτά κατά νου οι βραβευμένοι αμερικανοί κινηματογραφιστές Νταν Γκέλερ και Ντέινα Γκολντφάιν αποφάσισαν να πάρουν το κορυφαίο τραγούδι του καναδού τραγουδοποιού και ποιητή και να το μετατρέψουν σε ντοκιμαντέρ. Το «Ηallelujah: Leonard Cohen a jοurney, a song» το οποίο προβλήθηκε την Πέμπτη (εκτός του διαγωνιστικού τμήματος) στο Λίντο της Βενετίας στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Γαληνοτάτης, αποτελεί μία απόπειρα παρουσίασης της ζωής και του ταλέντου του Λέοναρντ Κοέν μέσα από το πρίσμα της ανεπανάληπτης σύνθεσής του.
Στο ρεπορτάζ της από τη Βενετία η Αριάνα Φίνος της La Repubblica αναφέρει πως η ταινία αποτελεί το «οπτικό συμπλήρωμα» του «The Holy or the Broken – Leonard Cohen, Jeff Buckley, and the Unlikely Ascent of “Hallelujah”», ενός βιβλίου που έγραψε το 2012 ο κορυφαίος αμερικανός μουσικοκριτικός Αλαν Λάιτ.
«Πέρα από τη βαρύνουσα μαρτυρία του Λάρι “Ράτσο” Σλόμαν, δημοσιογράφου και συγγραφέα που αυτοχαρακτηρίζεται “ασθενής μηδέν αυτού του ιού που ονομάζεται ‘Hallelujah’” και προσφέρει όλες τις ακυκλοφόρητες ηχογραφήσεις των συνεντεύξεων του με τον Κοέν από το 1974 έως το 2005, οι σκηνοθέτες αξιοποίησαν τα θρυλικά σημειωματάρια, τις τελευταίες εμφανίσεις, τα ακυκλοφόρητα βίντεο και τις πολλές “selfie” που έβγαλε ο Κοέν με μία Polaroid, αυτοπροσωπογραφίες που συνέθεσε ο καλλιτέχνης, αναζητώντας την ψυχή του», σημειώνει η ιταλίδα δημοσιογράφος.
Στο «Hallelujah» για τη ζωή και το έργο του κορυφαίου δημιουργού που εγκατέλειψε τα εγκόσμια την 7η Νοεμβρίου του 2016 σε ηλικία 82 χρονών μιλούν οι Ρούφους Γουέινραϊτ, η Μπράντι Καρλάιλ, η Τζούντι Κόλινς, η Ρετζίνα Σπέκτορ, η Αμάντα Πάλμερ ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αφηγήσεις της συνεργάτιδας και επιστήθιας φίλης του Κοέν, Σάρον Ρόμπινσον και του Τζον Λισάουερ, του παραγωγού της πρώτης εκτέλεσης του περίφημου τραγουδιού.
«Επιδιώξαμε να εισέλθουμε στο βάθος της ψυχής κάποιου ο οποίος, όπως και εμείς, αντιμετώπισε και καλές και κακές στιγμές, τις αποτυχίες και τις αρνήσεις της ζωής. Το ταξίδι της ταινίας είναι πνευματικό, με μάχες μεταξύ πίστης και σκεπτικισμού, κατά την αναζήτηση μίας θέσης στον κόσμο, που όλους μας εμπεριέχει», ανέφερε από την πλευρά της η Ντέινα Γκολντφάιν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News