Η απόφαση του Τζεφ Μπέζος, του δισεκατομμυριούχου ιδιοκτήτη της Washington Post, να μην υποστηρίξει η ιστορική αυτή εφημερίδα κανέναν από τους δύο υποψηφίους στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ –σε μια ανατροπή δεκαετιών παράδοσης– προκάλεσε σεισμικές δονήσεις στο ίδιο το φύλλο, ισχυρότερες και από εκείνες που αντιμετώπισε όταν βρέθηκε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, πριν το σώσει, το 2013, ο ιδρυτής της Amazon.
Η Washington Post, ένα προπύργιο της αμερικανικής δημοσιογραφίας, με δεκάδες βραβεία Πούλιτζερ, αλλά μαζί και ένα προπύργιο της αμερικανικής δημοκρατίας, ένα εμβληματικό φύλλο από τότε που δημοσίευε τα Pentagon Papers και έπειτα αποκάλυπτε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, ρίχνοντας κατ’ ουσίαν τον Ρίτσαρντ Νίξον από την προεδρία των ΗΠΑ, είδε τα τελευταία 24ωρα, τρομερές αναταραχές στην αίθουσα σύνταξης, παραιτήσεις από τη αρχισυντακτική της ομάδα και απώλεια 200.000 (!) συνδρομητών, κυρίως ψηφιακών.
Το θέμα εξέλαβε διεθνείς διαστάσεις, καθώς η Washington Post, εκτός όλων των άλλων, είναι μια εφημερίδα που έχει σαγηνεύσει τον πλανήτη –χάρη και στο σινεμά– για το υψηλό δημοκρατικό της φρόνημα. Και αυτή η απόφαση του Μπέζος ουσιαστικά συνιστά μια έμμεση στήριξη στον Ντόναλντ Τραμπ. Το κείμενο για τη στήριξη της Κάμαλα Χάρις, υποψήφιας των Δημοκρατικών και αντιπροέδρου των ΗΠΑ, είχε ήδη καθαρογραφεί, αλλά δεν δημοσιεύτηκε ποτέ –το απαγόρευσε ο ιδιοκτήτης.
Μετά τον σάλο, ο Μπέζος αναγκάστηκε να γράψει ένα άρθρο στην εφημερίδα του, υπερασπιζόμενος την απόφασή του να μην υποστηρίξει το φύλλο κανέναν από τους υποψηφίους σε μια εκλογική αναμέτρηση που θεωρείται το απόλυτο crash test για την αμερικανική δημοκρατία.
Στο άρθρο του, με τίτλο «Η σκληρή αλήθεια: Οι Αμερικανοί δεν εμπιστεύονται τα ειδησεογραφικά μέσα ενημέρωσης», ο Μπέζος προσπάθησε να εξηγήσει ότι πήρε την απόφαση επειδή «ανησυχεί ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στα παραδοσιακά ΜΜΕ των ΗΠΑ και προτιμούν να ενημερώνονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάτι που τους καθιστά ευάλωτους στην παραπληροφόρηση».
«Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι τα ΜΜΕ είναι προκατειλημμένα. Οποιος δεν το βλέπει αυτό, δίνει ελάχιστη προσοχή στην πραγματικότητα και όσοι πολεμούν την πραγματικότητα χάνουν», έγραψε ο Μπέζος, ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο.
Και προσέθεσε: «Η υποστήριξη σε έναν υποψήφιο δεν βοηθά στο να γείρει η ζυγαριά των εκλογών. Κανένας αναποφάσιστος ψηφοφόρος στην Πενσιλβάνια δεν πρόκειται να πει: “Θα πάω να ψηφίσω τον τάδε, επειδή τον υποστηρίζει η δείνα εφημερίδα”. Κανένας. Αυτό που στην πραγματικότητα επιτυγχάνει η υποστήριξη προς έναν υποψήφιο είναι να δημιουργεί μια αντίληψη μεροληψίας. Μια αντίληψη μη ανεξαρτησίας. Ο τερματισμός τους είναι μια απόφαση αρχών και είναι η σωστή».
Ο Μπέζος, αλλά και ο άρτι αφιχθείς από τη Βρετανία διευθυντής της Post, Γουίλ Λιούις –μεταγραφή από εφημερίδες που ανήκουν στο μεγιστάνα των ΜΜΕ Ρούπερτ Μέρντοκ και με βαρύ ιστορικό δημοσιογραφικών σκανδάλων στην πλάτη του– έχουν υποστεί χειμαρρώδη κριτική μετά την απόφαση να μην υποστηρίξουν έναν υποψήφιο.
Ο Μάρτιν Μπάρον, πρώην διευθυντής της Post, επέκρινε τη διοίκηση της εφημερίδας την Παρασκευή 25 Οκτωβρίου, λίγο μετά την ανακοίνωση της απόφασης. «Αυτό είναι δειλία, με θύμα τη δημοκρατία», έγραψε στο Twitter/X.
Ο Ντέιβιντ Χόφμαν, ο οποίος κέρδισε πρόσφατα βραβείο Πούλιτζερ για τα άρθρα του στην Washington Post σχετικά με τις «νέες τεχνολογίες και τις τακτικές που χρησιμοποιούν τα αυταρχικά καθεστώτα για την καταστολή της διαφωνίας στην ψηφιακή εποχή», παραιτήθηκε από τη συντακτική επιτροπή και έγραψε σε επιστολή του: «Πιστεύω ότι αντιμετωπίζουμε μια πολύ πραγματική απειλή απολυταρχίας με την υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Θεωρώ αβάσιμο και ασυνείδητο το ότι χάσαμε τη φωνή μας αυτή την επικίνδυνη στιγμή».
Περίπου 20 αρθρογράφοι της Post υπέγραψαν κοινή δήλωση στην οποία αναφέρουν ότι η απόφαση είναι «εγκατάλειψη των θεμελιωδών εκδοτικών πεποιθήσεων της εφημερίδας που αγαπάμε».
Την ίδια ημέρα που έγινε η ανακοίνωση της μη υποστήριξης, στελέχη της αεροδιαστημικής εταιρείας του Μπέζος συναντήθηκαν με τον Ντόναλντ Τραμπ, με συνέπεια να προκληθεί περαιτέρω ανησυχία, σημείωσε ο βρετανικός Guardian.
Ο Μπέζος στο άρθρο του αρνήθηκε ότι κίνητρο της απόφασής του ήταν τα επιχειρηματικά συμφέροντα και επέμεινε ότι η επαγγελματική συνάντηση ήταν εντελώς συμπτωματική.
«Θα ήθελα επίσης να είμαι ξεκάθαρος ότι εδώ δεν λειτουργεί καμία ανταπόδοση οποιουδήποτε είδους. Καμία από τις προεκλογικές εκστρατείες και κανένας από τους υποψηφίους δεν κλήθηκαν να γνωμοδοτήσουν ή να ενημερωθούν σε οποιοδήποτε επίπεδο ή με οποιονδήποτε τρόπο για αυτήν την απόφαση. Ελήφθη εντελώς εσωτερικά. Αλλά, είναι γεγονός ότι δεν ήξερα για τη συνάντηση εκ των προτέρων», έγραψε.
Ωστόσο, παραδέχτηκε ότι η χρονική στιγμή της απόφασης ήταν ατυχής. Οι εκλογές απέχουν λίγο περισσότερο από μια εβδομάδα, με τον Τραμπ και τη Χάρις να βρίσκονται ουσιαστικά ακριβώς στα ίδια ποσοστά, τόσο στις γενικές δημοσκοπήσεις όσο και στις πολιτείες που θα κρίνουν τις εκλογές.
«Μακάρι να είχαμε κάνει αυτήν την αλλαγή νωρίτερα, σε μια στιγμή πιο μακριά από τις εκλογές. Αυτό, όμως, ήταν ανεπαρκής σχεδιασμός και όχι κάποια σκόπιμη στρατηγική», έγραψε ο Μπέζος.
Η εξήγηση του Μπέζος για την απόφαση να μην υποστηρίξει κάποιον από τους υποψήφιους δεν φαίνεται να πείθει τους όλο και περισσότερους επικριτές του. Ο Τραμπ θεωρείται ευρέως μια αυταρχική απειλή για την ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ, εάν επιστρέψει στον Λευκό Οίκο. Το βράδυ της Κυριακής στη Νέα Υόρκη, πραγματοποίησε μια συγκέντρωση στην οποία οι σύμμαχοι και οι υποστηρικτές του εκφώνησαν ομιλίες με έντονα ρατσιστικό και διχαστικό περιεχόμενο.
Σε συνέντευξή του στο CBC, ο Μπάρον χαρακτήρισε την απόφαση ως στίγμα στο παλαιότερα «καλό ιστορικό του Μπέζος», ο οποίος, όπως είπε, στήριζε την Post στη δημοσιογραφική δουλειά της, η οποία έχει κάνει πολλές υψηλού προφίλ αποκαλύψεις για τον Τραμπ και τον κύκλο του.
«Ο Τζεφ Μπέζος στάθηκε πίσω μας σε όλη τη διαδρομή. Υπέστη μεγάλη πίεση από τον Ντόναλντ Τραμπ και ο Τραμπ απείλησε την επιχείρησή του, την Amazon. Και δεν λύγισε καθόλου», είπε ο Μπάρον.
«Βλέπω αυτήν την εξέλιξη ως υποχώρηση στις πιέσεις του Τραμπ», κατέληξε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News