Εξακολουθεί να μαίνεται, από τον Σεπτέμβριο, στο Ιράν η οργή των γυναικών, μετά τον θάνατο στα χέρια της αστυνομίας ηθών της 22χρονης Μάχσα Αμινί, η οποία συνελήφθη επειδή δεν φορούσε σωστά το χιτζάμπ της. Οι Ιρανές που αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους δεν υποχωρούν ενώπιον της βίαιης καταστολής, ωστόσο παραμένει αβέβαιο εάν αυτό το τεράστιο κύμα διαμαρτυρίας θα μπορούσε να συμβάλει, τελικά, στην αποσταθεροποίηση του καθεστώτος ή να πείσει, τουλάχιστον, τους αγιατολάδες να αλλάξουν τη στάση τους απέναντι στις γυναίκες (και όχι μόνο).
Το ότι ο μισογυνισμός στο Ιράν αποτελεί σχεδόν θεσμό είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, συχνά παραβλέπεται ένα καθοριστικό στοιχείο, «ο τρόπος με τον οποίο ο μισογυνισμός του καθεστώτος συνεχίζει να υποστηρίζεται και να υποκινείται από τις γυναίκες πράκτορές του. Η αρχιτεκτονική του φόβου και της κοινωνικής καταστολής στη χώρα διατηρήθηκε χάρη και στις γυναίκες κατασκόπους και πρεσβευτές του καθεστώτος», γράφει σε ανάλυσή της η Αντσαλ Βόρα του Foreign Policy.
Στη δεκαετία του 1980, ο πρώην αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί διέταξε τον σχηματισμό της Μπασίτζι, μιας πολιτοφυλακής τα μέλη της οποίας μετείχαν ενεργά στον πολυετή πόλεμο Ιράν-Ιράκ, ενώ σήμερα η οργάνωση υπάγεται στην οργανωτική δομή των Φρουρών της Επανάστασης. Τότε, ο Χομεϊνί ίδρυσε επίσης τις Αδελφές Μπασίτζι (Basij-e Khaharan) ως παρακλάδι της πολιτοφυλακής, με αποστολή την παροχή προμηθειών στους άνδρες που πολεμούσαν και τη φροντίδα των τραυματιών.
Ομως, μετά το τέλος του πολέμου (το 1988), η πολιτοφυλακή δεν διαλύθηκε. Οι Μπασίτζι, οι άνδρες και οι γυναίκες της οργάνωσης, εισχώρησαν σε διάφορες κρατικές και κοινωνικές δομές με αποστολή να διατηρούν την κοινωνική τάξη προς όφελος του θεοκρατικού καθεστώτος, καταφεύγοντας πολύ συχνά στη βία. Ειδικά οι Αδελφές Μπασίτζι απλώθηκαν σε ολόκληρη την κοινωνία, ως δασκάλες σε θρησκευτικά σχολεία και καθηγήτριες σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ως ερευνήτριες σε δεξαμενές σκέψης και ως μέλη της διαβόητης αστυνομίας ηθών.
Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, από τα 25 εκατ. μέλη της πολιτοφυλακής Μπασίτζ, περιλαμβανομένης και της εφεδρείας, περί τα δέκα εκατ. είναι γυναίκες. Ανά την ιρανική επικράτεια, οι Αδελφές Μπασίτζι έχουν 20.000 βάσεις, ενώ ελέγχουν περί τις 100.000 ομάδες, «ενάρετους κύκλους» σύμφωνα με τις ίδιες, με στόχο τη διάδοση της ιδεολογίας του καθεστώτος περί του τι εστί καλή μουσουλμάνα.
«Κατά τη δεκαετία του 1980, και μαζί με τους Αδελφούς Μπασίτζι, αυτές οι γυναίκες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον εντοπισμό, την ανάκριση και τη δίωξη των πολιτικών ομάδων της αντιπολίτευσης», σημείωσε μιλώντας στο Foreign Policy η Φατεμέχ Σαμς, επίκουρη καθηγήτρια Περσικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια. «Στη μεταπολεμική περίοδο, η επιβολή του ενδυματολογικού κώδικα των γυναικών στην κοινωνία κατέστη μια από τις κύριες αρμοδιότητές τους. Υπάρχουν παραρτήματα των Αδελφών Μπασίτζι σε σχολεία, πανεπιστήμια και οργανισμούς του δημόσιου τομέα».
Με λίγα λόγια, οι Αδελφές Μπασίτζι είχαν επιφορτιστεί, ουσιαστικά «να υποβιβάσουν τις γυναίκες σε δευτερεύουσα θέση, στο όνομα του Ισλάμ», συνοψίζει η δημοσιογράφος του Foreign Policy. Κύρια αποστολή τους, ωστόσο, ήταν η προστασία της νέας κοινωνικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων που είχε επιβάλει ο αγιατολάχ στη χώρα.
Οσον αφορά τις απόψεις που εξακολουθούν να προπαγανδίζουν «οι Αδελφές Μπασίτζι λένε στις γυναίκες ότι η αλλαγή δεν είναι καλή, πως ο φεμινισμός είναι ο εχθρός και όλες οι γυναίκες πρέπει να κάθονται στο σπίτι και να γεννοβολούν» είπε η Ασιέχ Αμινί, ιρανή ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών, σε επικοινωνία της με το Foreign Policy μέσω κρυπτογραφημένων μηνυμάτων από τη Νορβηγία, όπου έχει καταφύγει. Σημείωσε επίσης ότι οι γυναίκες που τοποθετήθηκαν σε σημαντικές κρατικές θέσεις από το καθεστώς υποστηρίζουν ανοιχτά την επιστροφή σε «παραδόσεις που υπήρχαν πριν από 1.400 χρόνια».
Η Αντσαλ Βόρα αναφέρει ενδεικτικά στο ρεπορτάζ της πως μια πρώην επικεφαλής των Αδελφών Μπασίτζι υποστήριξε ότι η ισότητα των φύλων είναι παράνομη. Εναντιώθηκε, επίσης, δημοσίως κατά της παρουσίας γυναικών στο Κοινοβούλιο και είπε πως οποιαδήποτε μέτρα για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας ισοδυναμούν με επίθεση κατά της κοινωνίας και των παραδοσιακών οικογενειακών αξιών του Ιράν.
Το 2005, το ιρανικό καθεστώς ξεκίνησε μια εκστρατεία υπέρ της «κουλτούρας της σεμνότητας» (farhang-e effaf), επιδιώκοντας να ελέγξει την ιρανική κοινωνία στο σύνολό της, μέσω του ασφυκτικού ελέγχου των γυναικών. Κυβερνητικοί φορείς, πανεπιστήμια και επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνταν από το Δημόσιο διατάχθηκαν να επιβάλουν αυστηρούς κανόνες για το χιτζάμπ και να τιμωρούν τις γυναίκες, ακόμη και για μόλις μία ακάλυπτη τρίχα. Επιδίωξη του καθεστώτος ήταν η εμπέδωση της θρησκευτικής ταυτότητας στα κορίτσια και η διάδοση μιας «κουλτούρας αγνότητας» με σημείο αναφορά την ορθή χρήση του χιτζάμπ.
Πρακτικά, η εν λόγω εκστρατεία δεν σταμάτησε, αλλά μετά την εκλογή του σκληροπυρηνικού Εμπραχίμ Ραΐσι, πέρυσι, το κλίμα κατέστη ακόμη πιο ασφυκτικό για τις γυναίκες, με τα μέλη της αστυνομίας ηθών να εστιάζουν υπερβολικά στη δίωξη και την τιμωρία όσων γυναικών δεν φορούν «σωστά» το χιτζάμπ τους. Σε αυτό το πλαίσιο συνελήφθη η Μάχσα Αμινί την 13η Σεπτεμβρίου και έπεσε σε κώμα στη συνέχεια, αφήνοντας την τελευταία της πνοή έπειτα από τρεις ημέρες, με την οικογένειά της να υποστηρίζει πως ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου.
Το ζήτημα είναι ότι, ενώ η παρουσία γυναικών στις τάξεις των αστυνομιών όλου του κόσμου αποσκοπεί στην προστασία τους και στη διαφύλαξη της αξιοπρέπειάς τους κατά τις επαφές τους με τις αρχές επιβολής του Νόμου, στο Ιράν οι γυναίκες της αστυνομίας ηθών «είτε προβαίνουν στον εξευτελισμό των γυναικών είτε τον διευκολύνουν», γράφει η δημοσιογράφος του Foreign Policy. Δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση, λοιπόν, ότι στο πλαίσιο των επεισοδίων που ξέσπασαν και των διαδηλώσεων που οργανώθηκαν (και συνεχίζονται ακόμη) σε πολλές πόλεις του Ιράν, πολλές από τις γυναίκες πράκτορες του καθεστώτος άρχισαν να απειλούν ανοιχτά τις εξεγερμένες συμπατριώτισσές τους.
Σε ηχογράφηση που διέρρευσε στο Διαδίκτυο, η διευθύντρια ενός σχολείου στην πόλη Μπαντάρ Αμπάς ακούγεται να ενημερώνει τις μαθήτριές της με τον πλέον απειλητικό τρόπο ως προς την υποχρέωσή τους να φορούν σωστά το τζιχάμπ. Σημειώνει πως εάν δεν φροντίζουν να «φτιάχνουν το μαντίλι», πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών θα τις συλλάβουν και θα τις βασανίσουν.
«Οπως και σε άλλα σχολεία, το τμήμα πληροφοριών θα πάρει όλη την οικογένειά σας. Μόλις σας έχουν βγάλει τα νύχια και σας έχουν σκίσει το στόμα, θα καταλάβετε πλήρως», εξήγησε η διευθύντρια. «Τέσσερις μαϊμούδες έχουν βγει στους δρόμους… Πιστεύετε ότι η χώρα δεν έχει κανόνες;», προσέθεσε αναφερόμενη στο πρωτοφανές κύμα λαϊκής οργής που έχει σαρώσει τη χώρα των αγιατολάδων.
Ωστόσο, η Φατεμέχ Σαμς, η καθηγήτρια Περσικής Αογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλνβάνια, επικαλούμενη συζητήσεις της με αυτόπτες μάρτυρες, ανέφερε στο Foreign Policy πως μεταξύ των γυναικών μελών της αστυνομίας ηθών παρατηρείται μια ολοένα αυξανόμενη δυσαρέσκεια. Μια κοπέλα που συνελήφθη αποκάλυψε, για παράδειγμα, ότι κατάφερε να δραπετεύσει χάρη στη συνδρομή μιας αστυνομικού. Υποστήριξε, μάλιστα, ότι πολλές γυναίκες στις τάξεις των Αδελφών Μπασίτζι είναι πλέον έτοιμες να παραιτηθούν, αλλά δεν το κάνουν, καθώς δεν είναι σε θέση να επιβιώσουν οικονομικά.
«Το σημερινό καθεστώς υπόσχεται μηνιαίο εισόδημα και ασφάλεια στους/στις Μπασίτζι. Με αυτόν τον τρόπο, στρατολογεί πολλές νεαρές γυναίκες που καταλήγουν να λειτουργούν ως φερέφωνα και καταπιεστικές δυνάμεις του καθεστώτος στην κοινωνία», εξήγησε η ιρανή ακαδημαϊκός.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News